Στις 15 Αυγούστου του 1971, ο τότε Αμερικανός πρόεδρος, Ρ. Νίξον, αποφάσισε την κατάργηση του «κανόνα του χρυσού», καταργώντας κάθε έννοια οικονομικού ορθολογισμού και οδηγώντας στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας την ελεγχόμενη εκτύπωση χαρτονομίσματος, ανάλογα με τα αποθέματα σε χρυσό των κεντρικών τραπεζών. Έκτοτε, όχι μόνο οι ΗΠΑ, αλλά και οι υπόλοιπες ισχυρές χώρες, δεν νοιάζονται καθόλου για το αν η αξία του χρήματος που ρίχνουν στην αγορά «καλύπτεται» από αντίστοιχη ποσότητα χρυσού. Ήδη οι ΗΠΑ έχουν ξεπεράσει το πλαφόν του δημόσιου χρέους τους (31,46 τρισ. δολάρια, με ΑΕΠ 23,32 τρισ. δολάρια), «κόβοντας» ανεξέλεγκτα χρήμα για την κάλυψη των στρατιωτικών και πολιτικών τους παρεμβάσεων. Το ίδιο γίνεται και με μία σειρά ισχυρές ευρωπαϊκές και ασιατικές χώρες.
Αυτό το φαινόμενο του πληθωρισμού παίρνει πλέον ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Σήμερα, τα πάντα επαφίενται στην καλή πίστη του εκδότη του χρήματος, δηλαδή των κεντρικών τραπεζών. Αυτό είναι δήθεν το κυρίαρχο δόγμα, προς το οποίο κανείς πλέον δεν δίνει σημασία, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο για τους κατά καιρούς νομισματικούς ή στρατιωτικούς πολέμους που έρχονται στο προσκήνιο και απαιτούν χρήμα. Όπως συμβαίνει τώρα στην περίπτωση της κινεζοαμερικανικής νομισματικής σύγκρουσης (η Κίνα κατέχει το 22,3% του αμερικανικού δημόσιου χρέους), του πολέμου στην Ουκρανία, στο Μεσανατολικό, στον ειρηνικό κλπ. Με αυτόν τον τρόπο ο πληθωρισμός διαχέεται και προς την κοινωνία, υποτιμώντας μισθούς, μεροκάματα και συντάξεις και περιορίζοντας σημαντικά την αγοραστική δύναμη των πολιτών.
Εμείς, ωστόσο, ας μείνουμε προσηλωμένοι στη δική μας «Πολιτική Οικονομία» της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ (εκδ. 1953), κι ας αγνοήσουμε τις παλινωδίες των θεωριών των αστών οικονομολόγων για τον πληθωρισμό και την ανεξέλεγκτη κυκλοφορία του χαρτονομίσματος. Όχι ότι δεν γνωρίζουν το πρόβλημα. Το γνωρίζουν πολύ καλά. Όμως ξεκινούν με το δεδομένο της κατάργησης του «κανόνα του χρυσού», κι από κει και πέρα προφανώς δεν υπάρχουν λύσεις.
Τι λέει η Ακαδημία για το θέμα: «…Τον πληθωρισμό τον χαρακτηρίζει η ύπαρξη παραπανίσιας ποσότητας χαρτονομίσματος στους αγωγούς της κυκλοφορίας, η υποτίμηση του χαρτονομίσματος, η ύψωση των τιμών των εμπορευμάτων, η πτώση του πραγματικού μισθού των εργατών και των υπαλλήλων και η ένταση της καταστροφής των αγροτών, η αύξηση των κερδών των κεφαλαιοκρατών και των εισοδημάτων των τσιφλικάδων. Τα αστικά κράτη χρησιμοποιούν τον πληθωρισμό σαν όπλο οικονομικού πολέμου ενάντια στις άλλες χώρες και για την κατάκτηση νέων αγορών…». Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι η αιτία που γεννά την ακρίβεια, τη μείωση των μισθών, την καταστροφή της αγροτιάς, είναι ο πληθωρισμός, ο οποίος μπορεί μεν να στοχεύει σε μεγαλύτερης εμβέλειας προβλήματα (πόλεμοι, ανταγωνισμός αγορών κ.ά.), όμως συμπαρασύρει και την ακρίβεια σε κάθε λογής εμπορεύματα.
Ας θυμηθούμε τις θηριώδεις ξαφνικές αυξήσεις τον Οκτώβρη του 2021 στις μεταφορές, την ενέργεια, τους ναύλους, τις μεταφορές, τις πρώτες ύλες (π.χ. πετρέλαιο, χαλκός, αλουμίνιο, χάλυβας, βαμβάκι), που αιφνιδίασαν την αγορά και ανέβασαν σε μεγάλο βαθμό το κόστος των περισσότερων επιχειρήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους μετακύλησαν το μεγαλύτερο μέρος αυτής της αύξησης στους πελάτες τους, δημιουργώντας πληθωριστικές πιέσεις (ειδικότερα στην Ελλάδα, με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή διαμορφώθηκε στο +2,2% το Σεπτέμβριο έναντι του αντίστοιχου μήνα του 2021), με την εκτίμηση να είναι ανοδικές για τα επόμενα χρόνια. Κι έτσι έγινε. Ιδιαίτερα ο πληθωρισμός των τροφίμων συμπαρασύρει και την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών σε ένα κυκεώνα ανατιμήσεων από τις εταιρείες που -πέραν του πληθωρισμού- βρήκαν ευκαιρία να αυξάνουν τις τιμές κατά το δοκούν. Οι ίδιες οι τράπεζες τον χαρακτηρίζουν σαν «πληθωρισμό κερδών». Οι αυξήσεις των πρώτων υλών και εφοδίων για τον πρωτογενή τομέα (Γεωργία, Κτηνοτροφία, Αλιεία), ξεπέρασαν το 40-50% (λιπάσματα, φυτοφάρμακα, εργαλεία, μηχανήματα, θερμοκήπια, κτηνιατρικά σκευάσματα κλπ) με αποτέλεσμα την αδυναμία συγκράτησης των τιμών από τους αγρότες. Από την άλλη μεριά, οι μεσάζοντες τρίβουν τα χέρια τους, δίνοντας χαμηλές τιμές στους παραγωγούς και φορτώνοντας με γενναίες αυξήσεις τις τιμές καταναλωτή. Πάντα υπάρχει το άλλοθι του «εισαγόμενου πληθωρισμού» που χρησιμοποιεί η κυβερνητική προπαγάνδα για να καλύψει την ασυδοσία των ντόπιων και ξένων μονοπωλίων.
Αυτό το ξεχαρβάλωμα της οικονομικής ζωής, υποχρεώνει τις κυβερνήσεις σε δήθεν αυστηρούς ελέγχους, σε πρόστιμα, σε νομισματικές μεταρρυθμίσεις για τη σταθεροποίηση του συστήματος. Η ΝΔ κομπάζει για το «ρυθμιστικό πλαίσιο» πάταξης της αισχροκέρδειας, των ελέγχων, των προστίμων που τάχα έλλειπαν από την ελληνική αγορά. Φυσικά το ζήτημα της αισχροκέρδειας είναι διαχρονικό, όμως καμία κυβέρνηση δεν ασχολήθηκε με το θέμα, το οποίο αποτελεί στοιχείο τεράστιων κερδών για τις εταιρείες. Κατά συνέπεια ποιος να ελέγξει τι; Η λαϊκή σοφία είναι πάντα παρούσα: «Κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει!». Ακόμα και τώρα με τις «εφόδους» της Δεξιάς, ελάχιστες εταιρείες δέχονται ελέγχους και πρόστιμα, σε σχέση με τον καθημερινό λαϊκό τζίρο στα σούπερ μάρκετ, τα πολυκαταστήματα, το χονδρεμπόριο κλπ.
Η νέα χρονιά μάς υποδέχθηκε φέρνοντας ένα καταιγισμό φοροληστρικών υποχρεώσεων, τα τοκοχρεολύσια των τραπεζικών δανείων, τις δόσεις στην Εφορία, τον ΕΝΦΙΑ, τα τέλη κυκλοφορίας, τα νέα -δήθεν φθηνά- πολύχρωμα τιμολόγια του ρεύματος, τα ενοίκια, τη σίτιση κλπ, με το μισθό και τις συντάξεις μόλις να καλύπτουν τις 15-20 μέρες του μήνα! Ο πληθωρισμός κατατρώγει το εισόδημα των λαϊκών στρωμάτων, εκτοξεύοντας τις τιμές των ειδών πρώτης ανάγκης για τη λαϊκή κατανάλωση, ή για τα εισαγόμενα (σύμφωνα με την ΤτΕ, την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2023, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών διαμορφώθηκε σε 6,9 δισ. €). Παράλληλα, το έλλειμμα στο ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων το 2022 διαμορφώθηκε στα 330 εκατ. € (9,88 δισ. € εξαγωγές και 10,21 δισ. € εισαγωγές). Όλο αυτό το οικονομικό νταλαβέρι γεμίζει τις τσέπες των μεσαζόντων, των εμπόρων, των πολυκαταστημάτων, των σούπερ μάρκετ, των πολυεθνικών εταιρειών. Και ναι μεν η ΕΛΣΤΑΤ εκτιμά τον πληθωρισμό της χώρας για το 2023 στο 3% (με τις γνωστές αλχημείες της «δημιουργικής λογιστικής»), ωστόσο τα λαϊκά νοικοκυριά βρίσκονται κυριολεκτικά στο μάτι του κυκλώνα, βλέποντας τις αθροιστικές ανατιμήσεις 50% έως 100% στο ψωμί, στο λάδι, στα φρούτα, στα λαχανικά, στο κρέας, στα ζυμαρικά, στο γάλα, στα νοίκια, στο ρεύμα, αλλά και στο ίδιο το χρήμα (το κόστος δανεισμού), δηλαδή σε όλα αυτά από τα οποία εξαρτάται η επιβίωση των λαϊκών νοικοκυριών. Τα πάντα ακριβαίνουν ενώ οι μισθοί μένουν καθηλωμένοι στο κατώτατο όριο των 780,00 €/μήνα και το κατώτατο ημερομίσθιο στα 34,84 €. Η αντιδραστική επιδοματική πολιτική -πάντα με όρους και προϋποθέσεις- συνεχίζεται με τα επιδόματα ΟΠΕΚΑ και ΔΥΠΑ/ΟΑΕΔ, το επίδομα μητρότητας για επαγγελματίες και αγρότισσες, το επίδομα θέρμανσης, το επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης, το επίδομα ελαχίστου εγγυημένου εισοδήματος, το επίδομα παιδιού, τη μείωση 10% του ΕΝΦΙΑ σε όσους έχουν ασφαλίσει το ακίνητό τους έναντι φυσικών καταστροφών κλπ, κλπ. Η κυβέρνηση -από τα ίδια τα ταξικά συμφέροντα που εκπροσωπεί- κρατά στα τάρταρα τους μισθούς, τα μεροκάματα και τις συντάξεις, αφήνοντας να σέρνεται μία πολιτική ψίχουλων, μονταρισμένη στις επιδιώξεις της ντόπιας ολιγαρχίας.
***
Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, έκλεισε κατά την ΕΛΣΤΑΤ το Νοέμβριο 2023 δήθεν στο 3%, από το διψήφιο ποσοστό που είχε εκτοξευτεί πριν από τρία χρόνια. Όμως οι συνέπειες για τα εργατολαϊκά νοικοκυριά και τους αγρότες οδήγησαν στη μείωση κατά 50% -τουλάχιστον- της αγοραστικής τους δύναμης για τρόφιμα, στέγαση και υπηρεσίες. Στην τετραετία 2019-2022 -κατά την ΕΛΣΤΑΤ πάντα- ο πληθωρισμός ανέβηκε στο 14,5% ενώ οι μισθοί στο 13,4%. Όμως οι τιμές των ειδών πρώτης ανάγκης εκτοξεύθηκαν στο 50-80%!
Το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα των Δυτικών, θεωρώντας δεδομένη την ανεξέλεγκτη κυκλοφορία του χαρτονομίσματος μέσα από τους αγωγούς της αγοράς, καταβάλλει τεράστιες προσπάθειες να αναχαιτίσει το φαινόμενο αυξάνοντας τα επιτόκια δανεισμού. Μάταια. Ποια ολιγαρχία νοιάζεται για μία αύξηση των επιτοκίων 2-3%, όταν μέσα από τις αγορές αντλούν κέρδη της τάξης των 30-80%; Αλλοίμονο στα δάνεια του λαού που βλέπει τις τράπεζες να κατατρώγουν το βιος του!
Από την άλλη πλευρά η φτωχοποιημένη κοινωνία, αφοπλισμένη ιδεολογικοπολιτικά από το ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ, οδηγήθηκε -με ένα σημαντικό τμήμα της- να στραφεί εκλογικά στη ΝΔ μακριά από τα ταξικά εκείνα στοιχεία που την παρακινούν να παλέψει σαν τάξη για τα δικά της -διαμετρικά αντίθετα- συμφέροντα. Ωστόσο τα πλατιά λαϊκά στρώματα, με την ίδια την πικρή πείρα τους από τη φτώχεια και την ακρίβεια που τσακίζει κόκαλα, πείθονται για τον αντιλαϊκό χαρακτήρα της κυβερνητικής πολιτικής και προχωρούν σταδιακά σε μια διαδικασία αφύπνισης ανοίγοντας δρόμο για την ταξική πάλη.
Αυτήν ακριβώς την ταξική διάσταση προσπαθούν να θολώσουν και να αμβλύνουν τα αστικά κόμματα στο σύνολό τους, κινούμενα τάχα κοντά στο λαό, αλλά για τα συμφέροντα της αστικής τάξης που εκπροσωπούν. Με την «αξιωματική αντιπολίτευση» ενός ΣΥΡΙΖΑ που αλλού πατά και αλλού βρίσκεται και το ΠΑΣΟΚ χωρίς τυμπανοκρουσίες να απεκδύεται το αντιλαϊκό παρελθόν του και να επανέρχεται σιωπηλά στην κυβερνητική αρένα.
Το ΚΚΕ πορεύεται αυξάνοντας τα κοινοβουλευτικά του ποσοστά και φαντασιώνεται επαναστάσεις επί χάρτου. Συγκαλύπτοντας από τις θέσεις ενός κούφιου αντικαπιταλισμού τη βαθιά και ολόπλευρη εξάρτηση της Ελλάδας, εξωραΐζει στην πράξη την υπάρχουσα αντιλαϊκή εξουσία και συμβάλλει όχι στην ανατροπή, αλλά στην εδραίωσή της. Συκοφαντώντας τον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία, φυγομαχούν «επαναστατικά» και εκχωρούν το καίριο πεδίο αυτού του αγώνα στους εθνοκάπηλους και πατριδέμπορους.
Η γραμμή του ΚΚΕ, αδυνατεί να εκφράσει τις πραγματικές ανάγκες των λαϊκών μαζών και να δώσει ώθηση στους μαζικούς αγώνες. Αντί να συγκεντρώνει, απομακρύνει λαϊκές δυνάμεις, αντί να υποβοηθά, να ενοποιεί και να ανυψώνει, κατακερματίζει τους αγώνες των λαϊκών μαζών και ματαιώνει την προοπτική τους.
Οι θέσεις του ΚΚΕ, αλλά και άλλων ρεφορμιστικών οργανώσεων, αποπροσανατολίζουν το λαό, είτε με τις γνωστές κοινοβουλευτικές αυταπάτες, είτε με τα «μεταβατικά προγράμματα» αστικής διαχείρισης, που κινούνται μέσα στα πλαίσια του συστήματος, χωρίς να συνδέονται με τα βασικά ζητήματα της εξάρτησης της χώρας, της συνεχιζόμενης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, τον ίδιο τον πληθωρισμό που γεννά την ακρίβεια και τις μειώσεις μισθών και συντάξεων, της διαπλοκής και της διαφθοράς που αγκαλιάζουν την αστική τάξη της χώρας.
Απέναντι σ’ όλους αυτούς τους βαθιά λαθεμένους προσανατολισμούς, που εγκλωβίζουν τη λαϊκή πάλη σε ανώδυνα κανάλια για το σύστημα και αναπαράγουν την κρίση και τα αδιέξοδα δεκαετιών μέσα στο αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα, μπορούν και πρέπει οι δυνάμεις του μ-λ κινήματος, όσο μικρές κι αν είναι, να αντιπαραθέσουν τη δική τους ανεξάρτητη πολιτική δράση. Μόνον έτσι μπορεί να ανοίξει μια ελπιδοφόρα προοπτική και να εκφράσει τις βαθύτερες ανάγκες και προσδοκίες χιλιάδων αγωνιστών, σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο για τον αγώνα του λαού μας, για την πορεία του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος.