‘Ολοι στον αγώνα για την ανάτροπή τους
Με την επιλογή της να προωθήσει, αμέσως, ως ένα από τα πρώτα μέτρα της δεύτερης θητείας της, το νομοσχέδιο Γεωργιάδη, η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι ολοφάνερο ότι θέλησε, εξαρχής, να διαμηνύσει πως η ικανοποίηση των πιο σκληρών αντεργατικών απαιτήσεων της κεφαλαιοκρατικής εργοδοσίας αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα της πολιτικής της. Άλλωστε το μήνυμα αυτό το έστειλε από νωρίς με την τοποθέτηση ενός «κατάλληλου» ακροδεξιού στελέχους της στη θέση του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, του Αδ. Γεωργιάδη, που -ως συνήθως- «φουριόζος», μόλις ανέλαβε καθήκοντα άρχισε, από τον Αύγουστο, να ξεσπαθώνει με αντεργατικές κραυγές για «16ωρο» εργασίας(!), στρώνοντας το έδαφος για το νέο πακέτο αντεργατικών μέτρων, που, υπό τον παραπλανητικό τίτλο «Για την ενίσχυση της εργασίας – ενσωμάτωση της οδηγίας (ΕΕ) 2019/1152…», έρχεται να νομιμοποιήσει άγριες εκμεταλλευτικές εργασιακές σχέσεις που επιθυμούν οι εργοδότες, για να έχουν στη διάθεσή τους εργατικό δυναμικό όσο το δυνατόν πιο φτηνό και για όποια χρονική στιγμή και χρονική διάρκεια το θέλουν.
Το νέο νομοσχέδιο κινείται πάνω στους άξονες που χάραξε ο προηγούμενος κακόφημος νόμος Χατζηδάκη (ν.4808/2021). Είναι μια προέκτασή του με πρόσθετες αντεργατικές διατάξεις, που κατά κανόνα αποτελούν ικανοποίηση κι άλλων «αιτημάτων» εργοδοτικών οργανώσεων, όπως ο ΣΕΒ κ.ά. Οι άξονες πάνω στους οποίους καταστρώνει τους νόμους του υπουργείου Εργασίας η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποτελούν τον καθρέφτη των επιδιώξεών της για τα εργατικά δικαιώματα (τα όσα έχουν απομείνει μετά τη μνημονική λαίλαπα των προηγούμενων χρόνων) και αντανακλούν τους στόχους της κοινωνικής και οικονομικής πολιτική της για την εργατική τάξη. Οι στόχοι αυτοί είναι:
-Η αύξηση των ωρών εργασίας του εργαζόμενου. Ο νόμος Χατζηδάκη μεγάλωσε τον επιτρεπόμενο ανώτατο ετήσιο αριθμό υπερωριών και διεύρυνε την κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας. Τώρα το νομοσχέδιο Γεωργιάδη, με προκάλυμμα την παράλληλη απασχόληση, νομιμοποιεί ημερήσια εργασία μέχρι και 13 ώρες(!) και τη δυνατότητα σε επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις που εφαρμόζεται η 5νθήμερη εβδομαδιαία εργασία να εφαρμόσουν 6ήμερη εβδομάδα εργασίας, έτσι ώστε με πιο φθηνό «εργατικό κόστος» να κάνουν τη δουλειά τους οι εργοδότες: Να κερδίζουν περισσότερα, να μην κάνουν προσλήψεις ή και να απολύουν εργαζόμενους.
–Η μεγαλύτερη ελαστικοποίηση του χρόνου εργασίας του εργαζόμενου. Ο νόμος Χατζηδάκη παρέκαμψε προγενέστερη διάταξη που πρόβλεπε συμφωνία συνδικαλιστικής οργάνωσης και εργοδότη για εφαρμογή του συστήματος «διευθέτησης του χρόνου εργασίας» και άνοιξε το δρόμο ώστε αυτή η διευθέτηση να γίνεται με ατομική συμφωνία εργοδότη-εργαζόμενου. Ο νόμος Γεωργιάδη προχωρεί ένα βήμα παραπάνω επιτρέποντας, στην ουσία, στον εργοδότη μονομερώς να επιβάλει στον εργαζόμενο «διευθέτηση του χρόνου εργασίας» του.
–Η νομιμοποίηση των πιο εκμεταλλευτικών σχέσεων εργασίας. Ο νόμος Χατζηδάκη νομιμοποίησε τέτοιες σχέσεις (τηλεργασία, συμβατική σχέση με ψηφιακές πλατφόρμες) με το μανδύα των «ρυθμίσεων για σύγχρονες μορφές εργασίας». Τώρα το νομοσχέδιο Γεωργιάδη επεκτείνει αυτή τη νομιμοποίηση και στο άθλιο σύστημα των, κατ’ ευφημισμόν, λεγόμενων «εργασιών με ελάχιστη προβλεψιμότητα», θεσπίζοντας τις ονομαζόμενες «λευκές συμβάσεις» («συμβάσεις μηδενικών ωρών εργασίας» ή «συμβάσεις κατά παραγγελία εργασίας»).
-Η διευκόλυνση των εργοδοτών να κάνουν απολύσεις. Ο νόμος Χατζηδάκη θεσμοθέτησε τη δυνατότητα να μην επαναπροσλαμβάνει ο εργοδότης τον εργαζόμενο ακόμα και στην περίπτωση που κριθεί δικαστικά ως παράνομη και άκυρη η απόλυσή του. Τώρα ο νόμος Γεωργιάδη, με περίβλημα τη μείωση της δοκιμαστικής περιόδου του εργαζόμενου από 12 σε 6 μήνες, προσθέτει την ευχέρεια στους εργοδότες να απολύουν τον εργαζόμενο μετά την 6μηνη δοκιμαστική περίοδο «αυτοδικαίως», ενώ σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου εργαζόμενου τους πρώτους 12 μήνες μπορεί να λυθεί από τον εργοδότη χωρίς προειδοποίηση και χωρίς αποζημίωση απόλυσης.
– Η εξουδετέρωση της άσκησης του δικαιώματος της απεργίας. Με το νόμο Χατζηδάκη εισήχθηκαν μια σειρά διατάξεις που εμποδίζουν τη λήψη αποφάσεων για απεργία, για την άσκηση του δικαιώματος της απεργίας και για την περιφρούρησή της. Το νομοσχέδιο Γεωργιάδη έρχεται να ενισχύσει ακόμα περισσότερο το κρατικό και εργοδοτικό οπλοστάσιο παρεμπόδισης της άσκησης του δικαιώματος της απεργίας, καθώς τις αστικές ευθύνες που «χρεώνει» ο νόμος Χατζηδάκη στη συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζόμενων, όταν αυτή περιφρουρήσει την απεργία, τις φορτώνει με βαριές ποινές φυλάκισης και πρόστιμα.
-Η υπονόμευση της λειτουργίας των συνδικάτων. Ο νόμος Χατζηδάκη με σωρεία άρθρων (φακέλωμα των σωματείων με το ΓΕ.ΜΗ.Σ.Ο.Ε, υποχρεωτικές εξ αποστάσεως ψηφοφορίες) έχει διαμορφώσει ήδη ένα πλαίσιο ασφυκτικότερου κρατικού και εργοδοτικού έλεγχου των συνδικάτων, αποδυνάμωσης της ζωντανής λειτουργίας και της δυνατότητας λήψης συλλογικών αποφάσεων.
*
Όλα αυτά τα μέτρα, που δεν θα σταματήσει την κλιμάκωσή τους, ενσαρκώνουν μια κυβερνητική πολιτική που αποβλέπει στο ευρύτερο δυνατό ξήλωμα πολύχρονων δικαιωμάτων της εργατικής τάξης. Δικαιώματα όπως: οι ΣΣΕ που έχουν γίνει πλέον σπάνιο είδος, με την κεντρικότερη από αυτές, την ΕΓΣΣΕ, να έχει μπει στον «πάγο» και ο κατώτατος μισθός και το μεροκάματο να καθορίζονται με απόφαση της κυβέρνησης πάνω από μια δεκαετία. Μάλιστα, όπως είπε ο Κυρ. Μητσοτάκης στη ΔΕΘ, αυτό θα συνεχισθεί για «χρόνια ακόμα»! Η ημερήσια 8ωρη εργασία και η πενθήμερη εβδομάδα που σαρώνονται σε όλους τους κλάδους και η κυβέρνηση Μητσοτάκη έρχεται να εκτραχύνει την κατάργησή τους, δίνοντας στους εργοδότες νομοθετήματα για εκτεταμένη και φτηνή υπερωριακή απασχόληση, ακόμα και ξεχείλωμα του ημερήσιου εργατικού ωραρίου ως το ακρότατο ανθρώπινο όριο της 13ωρης συνεχούς εργασίας. Η σταθερή και πλήρης εργασία που αντικαθίσταται σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό με ποικίλες μορφές ελαστικής απασχόλησης άλλα και με τη νομιμοποίηση των πιο άθλιων εκμεταλλευτικών σχέσεων, όπως οι «συμβάσεις μηδενικών ωρών».
Ταυτόχρονα ενσαρκώνουν μια πολιτική που θέλει να αδρανοποιήσει τη συνδικαλιστική δράση των εργαζομένων, να τους τρομοκρατήσει και να επιβάλει «σιγή νεκροταφείου» στους χώρους εργασίας, μια «νέκρα» απεργιών και εργατικών κινητοποιήσεων για να αλωνίζουν οι εργοδότες.
Πόσο πίσω θέλει να πάει πίσω τα εργατικά δικαιώματα το δείχνει το άρθρο του νόμου Γεωργιάδη που επαναφέρει, σε χειρότερη μορφή, την καταργημένη εδώ και 41 χρόνια διάταξη του μαύρου αντεργατικού νομου 330/1976, για τη φυλάκιση και την επιβολή χρηματικής ποινής σε όσους περιφρουρούν την απεργία. Και με ακόμη πιο χτυπητό τρόπο το δείχνει το άρθρο για την θέσπιση 13ωρης ημερήσιας εργασίας που καταργεί το νομοθέτημα του 1932(!), που δεν επέτρεπε η ημερήσια εργασία σε περισσότερους από έναν εργοδότες να είναι πάνω του νομίμου ανώτατου ημερήσιου ωραρίου εργασίας.
Ενώ τα νομοθετήματα της κυβέρνησης Μητσοτάκη για τους εργαζόμενους έχουν ένα τέτοιο χαρακτήρα, φέρνουν, δηλαδή, δεκαετίες έως και αιώνα πίσω τα δικαιώματά τους, με απέραντο θράσος αυτή προσπαθεί να τα πλασάρει, όπως ωρύεται ο Αδ. Γεωργιάδης, ως «προστασία της εργασίας», ως «σύγχρονα», «ωφέλιμα» και «καλύτερα για τους εργαζόμενους». Όμως αυτά, όσο και αν να προσπαθεί να τα «λουστράρει» η κυβερνητική προπαγάνδα, δεν είναι παρά καπιταλιστικές μορφές της πιο άγριας εργατικής εκμετάλλευσης που έχει εφεύρει η εργοδοσία. Και είναι γνωστό ότι ο ΣΕΒ τις έχει ταξινομήσει στις μελέτες του ως «σύγχρονες μορφές εργασίας»! Μορφές σκληρότερης εκμετάλλευσης που θα πρέπει να καταργηθούν και να μην υπάρχουν, αλλά αντί γι’ αυτό η κυβέρνηση έχει αναλάβει αποστολή για το αντίθετο: να τις νομιμοποιήσει (ώστε να μην φαίνονται ως «παράτυπες» ή «παράνομες» με βάση την προγενέστερη νομοθεσία) και να τις καθιερώσει, χρησιμοποιώντας μάλιστα προκλητικά, ως άλλοθι, το ότι οι εργαζόμενοι «συμπληρώνουν» με αυτές (13ωρο, 6ημερο, δεκάδες υπερωρίες κλπ) το πολύ χαμηλό επίπεδο μισθών που η ίδια και η εργοδοσία τούς έχουν επιβάλει και τους εξαναγκάζουν να ψάχνουν για δεύτερη δουλειά και να κάνουν εξοντωτικά εργασιακά ωράρια!
Εκείνο που, αναμφισβήτητα, διακρίνει όλη την κυβερνητική επιχειρηματολογία για τα αντεργατικά νομοθετήματά της είναι η απέραντη απάθεια και η κτηνώδης αδιαφορία για το ότι αυτά σημαίνουν μια οικονομική υπερεκμετάλλευση των εργαζόμενων με σοβαρές καταστρεπτικές επιπτώσεις στην υγεία τους, στην οικογενειακή και προσωπική ζωή τους. Κι ας έχουν πυκνώσει και πολλαπλασιασθεί σε τραγικό βαθμό τα εργατικά ατυχήματα, εξαιτίας της χειροτέρευσης των όρων και των συνθηκών εργασίας και του οικονομικού εξαναγκασμού των εργαζομένων να δουλεύουν εξαντλητικά σε τέτοιες συνθήκες και με τέτοιους όρους.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη περιβάλλει τα απανωτά αντεργατικά μέτρα της με μια ασύστολη προπαγάνδα εξαπάτησης. Η οποία δεν περιλαμβάνει μόνο τα απύθμενα ψεύδη του Αδ. Γεωργιάδη που εμφανίζουν ως «προστασία της εργασίας» το σύστημα των κυβερνητικών μέτρων, που ενισχύει ένα εργασιακό καθεστώς όπου δεν υπάρχει κανονικό και ανθρώπινο εργατικό ωράριο, εξαλείφεται όλο και περισσότερο η σταθερή και πλήρης εργασία και τα χέρια των εργοδοτών «απελευθερώνονται» όλο και περισσότερο ώστε να κάνουν εύκολα απολύσεις. Περιλαμβάνει και μεγάλες απάτες για «καλύτερους μισθούς» σαν κι αυτή που «μοίρασε» στη ΔΕΘ ο Κυρ. Μητσοτάκης για το «ξεπάγωμα των τριετιών» στους μισθούς του ιδιωτικού τομέα από το 2024. Ένα «ξεπάγωμα» άδειο περιεχόμενου που κατακλέβει τις τριετίες 12 χρόνων(!) και για τους περισσότερους εργαζόμενους θα είναι μια πενιχρότατη αύξηση… μετά το 2025 ή μετά το 2026(!), η οποία -ακόμα και αυτή- είναι αμφίβολο αν θα δοθεί, γιατί τελεί …υπό την αίρεση ότι στα επόμενα χρόνια η ανεργία δεν περάσει το 10% (όπως προβλέπει ο διατηρούμενος μνημονιακός νόμος)!
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρίσκει έδαφος και προχωρεί με επιθετικότητα μια όλο και σκληρότερη αντεργατική νομοθεσία, πατώντας και πάνω στην πολιτική των δυνάμεων που ελέγχουν τα εργατικά συνδικάτα, οι οποίες με μια γραμμή υποταγής στα κυβερνητικά μέτρα και παράλυσης της συνδικαλιστικής αγωνιστικής δράσης (ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ) είτε με μια γραμμή διάσπασης και αποσυσπείρωσης των εργατικών κινητοποιήσεων (ΠΑΜΕ) παγιδεύουν και καθηλώνουν τις διαθέσεις αγώνα και αντίστασης στην κυβερνητική πολιτική που ενυπάρχουν μέσα στην εργατική τάξη.
Μπροστά στο αντεργατικό έκτρωμα του Γεωργιάδη αναδεικνύεται, ξανά, η κρισιμότητα του ζητήματος της ταξικής αγωνιστικής ανασυγκρότησης του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος για να μπορέσει να ξεφύγει από τη σημερινή άσχημη κατάσταση και να μπορέσει αποτελεσματικά να υπερασπίσει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης.