Ο πόλεμος στην Ουκρανία πλέον καταγράφεται ως σημείο καμπής στις διεθνείς εξελίξεις και διαμορφώνει ένα νέο τοπίο, ειδικά όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που ανταγωνίζονται στο πλανήτη. Ο Γερμανός Καγκελάριος, Ο. Σόλτς, φρόντισε να το επισημάνει αυτό στη Σύνοδο του G7 που συνήλθε στη χώρα του στις 26-28 Ιούνη, τονίζοντας ότι «οι σχέσεις της Δύσης με τη Ρωσία δεν μπορούν να επιστρέψουν στην εποχή πριν από τη ρωσική επίθεση εναντίον της Ουκρανίας» και υπογραμμίζοντας «πως αυτός ο πόλεμος είναι μια πολύ βαθιά τομή στις διεθνείς σχέσεις. Έχω μιλήσει πολύ συνειδητά για μια ιστορική καμπή».
Ο πόλεμος στην Ουκρανία εισήγαγε την πορεία των παγκόσμιων πραγμάτων στη φάση μιας απότομης σκλήρυνσης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών που χαρακτηρίζεται από την εκτράχυνση του πολιτικού και οικονομικού πολέμου αλλά και από την κλιμάκωση της στρατιωτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στο ιμπεριαλιστικό δυτικό στρατόπεδο και στον ρώσικο ιμπεριαλισμό και σε όσους συντάσσονται δίπλα του στην Ουκρανική σύγκρουση. Αυτή εκδηλώνεται τόσο με την παράταση του πολέμου στην Ουκρανία, τη συνέχιση των οικονομικών κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας αλλά και τα ρώσικα ενεργειακά αντίποινα, όσο και με την εκτεταμένη κινητικότητα στρατών, την πυρετώδη ενεργοποίηση των στρατιωτικών μηχανισμών και Οργανισμών και τη μεγάλη αύξηση των μιλιταριστικών κρατικών δαπανών.
Η έξαρση των παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού σχηματοποιείται σε αυτή τη φάση με μια διχοτόμηση σε «δυτικό στρατόπεδο» και σε «ανατολικό στρατόπεδο», σε καθένα από τα οποία έχουν προκύψει κρατικές συγκλίσεις, γίνονται «προσχωρήσεις» (Σουηδία, Φινλανδία στο ΝΑΤΟ, Ιράν, Αργεντινή υπόβαλαν αίτημα ένταξης στους BRICS) αλλά ταυτόχρονα δεν παύουν να εκδηλώνονται και αντιθέσεις. Οι εξελίξεις που σημειώνονται και στις δύο αυτές πλευρές, στη χώρα μας παρουσιάζονται μέσα από τα φίλτρα της δυτικής επίσημης ενημέρωσης και τις σκοπιμότητες της δυτικής προπαγάνδας, η οποία πέραν των άλλων έχει βάλει φραγή και στην πληροφόρηση από ρώσικες πηγές. Η εικόνα που διοχετεύεται είναι εντελώς παραμορφωμένη, όχι μόνο ως προς τα γεγονότα αλλά και όσον αφορά τις κινήσεις και ενέργειες που γίνονται σε οικονομικό, πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο.
Ιδιαίτερα, το τι κινήσεις γίνονται στο ανατολικό στρατόπεδο, τι συμβαίνει με τις σχέσεις μεταξύ των κρατών που έχουν πάρει ευνοϊκή στάση απέναντι στη Ρωσία σε σχέση με την εισβολή της στην Ουκρανία, υπάρχει μια συσκότιση και περιορισμένη πληροφόρηση, παρόλο που μεταξύ αυτών των κρατών γίνονται συναντήσεις και συνεργασίες, φτιάχνονται συμφωνίες και συζητούνται και προωθούνται σχέδια που έχουν και θα έχουν μεγάλη επίδραση στην παγκόσμια σκηνή αν προχωρήσουν περισσότερο. Σχέδια και συμφωνίες, όπως αυτά που αποτύπωσε η τελευταία σύνοδος Κίνας, Ρωσίας, Βραζιλίας, Ινδίας, Νότιας Αφρικής (BRICS), οι ενεργειακές συμφωνίες για τη διοχέτευση πετρελαίου και φυσικού αερίου της Ρωσίας στην Ασία, τα σχέδια για συστήματα διεθνών τραπεζικών συναλλαγών και οικονομικών διακανονισμών στις εμπορικές συναλλαγές που θα «αποδολλαριοποιούν» τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις τους, τα οποία στρέφονται ενάντια στη δυτική κυριαρχία και ηγεμονία στο σύστημα των παγκόσμιων σχέσεων.
Όσον αφορά το τι γίνεται ανάμεσα στα κράτη της Δύσης, η επίσημη πληροφόρηση που δίνουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και οι κυβερνήσεις είναι εστιασμένη στο να δείχνει τη «δυτική συσπείρωση» στον πόλεμο στην Ουκρανία και να προβάλλει την «ενότητα της Δύσης».
Ωστόσο, η συνέχιση του πολέμου με τις βαριές συνέπειες που έχει φέρει και συσσωρεύει, ιδιαίτερα στην ΕΕ, έχει προκαλέσει ρηγματώσεις σε αυτήν την «ενότητα», και αυτό, στην ουσία, θέλησε να καλύψει η δήλωση του προέδρου των ΗΠΑ κατά τις πρόσφατες συνόδους του ΝΑΤΟ και του G7 πως η «διαίρεση» που θέλει ο Πούτιν για τη Δύση «δεν θα γίνει».
Στην πραγματικότητα, όμως, ήδη είναι ορατές δύο διαφορετικές τάσεις που αναπτύσσονται μέσα στο δυτικό στρατόπεδο, όσον αφορά την αντιμετώπιση μιας παράτασης του πόλεμου στην Ουκρανία.
Ο πυρήνας της ΕΕ, οι πρόεδροι της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας πήγαν στο Κίεβο για να ζητήσουν από κοινού «επανέναρξη ειρηνευτικών συνομιλιών» με τη Ρωσία, πιέζοντας για μια συμβιβαστική λύση που υποκρύπτει αντίτιμο εδαφικής παραχώρησης από την πλευρά της Ουκρανίας. Η πρόσφατη σύνοδος Κορυφής της ΕΕ δεν κατέληξε, επίσης, σε έβδομο πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας.
Σε αντιδιαστολή, ο Βρετανός πρωθυπουργός ανακοίνωσε στον Γάλλο πρόεδρο να μην επιδιωχθεί εξεύρεση λύσης «τώρα» μέσω διαπραγματεύσεων, πιέζοντας για μια παραπέρα ένταση της αντιπαράθεσης με τη Ρωσία, όπως το θέλουν οι ΗΠΑ.
Οι διαφορές στο δυτικό στρατόπεδο εκτός από το ζήτημα της παράτασης του πολέμου στην Ουκρανία εκφράστηκαν στο G7 και στο ζήτημα με το πώς να «χαρακτηρίσουν» και να «περιγράψουν» την Κίνα, με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία να ζητούν πιο επιθετικές διατυπώσεις και τη Γερμανία, τη Γαλλία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες πιο «ήπιες».
Στην πραγματικότητα, πίσω από αυτές τις αντιθέσεις που έχουν εκδηλωθεί στη Δύση με αφορμή τη συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία βρίσκεται και ο ενδοδυτικός ανταγωνισμός, που συνδέεται με τις ιδιαίτερες επιδιώξεις κάθε ιμπεριαλιστικού μέρους της Δύσης.
Η Γερμανία και η Γαλλία επιδιώκουν την ισχυροποίηση των παρεμβάσεων του ιμπεριαλιστικού πόλου της ΕΕ στις διεθνείς εξελίξεις και γι’ αυτό ο Γερμανός Καγκελάριος ζήτησε για την ΕΕ «λιγότερη ομοφωνία και περισσότερες αποφάσεις με ειδική πλειοψηφία, πχ στην εξωτερική πολιτική», ενώ ο ο Γάλλος πρόεδρος ζήτησε να γίνει «πολύ πιο ισχυρή» η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, σημειώνοντας ότι «το να δαπανάμε μεγάλα ποσά για να αγοράζουμε από αλλού δεν είναι καλή ιδέα» και δημιουργεί νέες εξαρτήσεις της ΕΕ (προφανώς από τις ΗΠΑ).
Στις ιδιαίτερες επιδιώξεις της ΕΕ βρίσκεται και το πώς θα κερδίσει οικονομικά από την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας μετά τον τερματισμό του πολέμου, διεκδικώντας να είναι ο κύριος μέτοχος σε αυτήν, με την «επένδυση» ενός μεγάλου ποσού κεφαλαίων που ήδη βαφτίστηκε «σχέδιο Μάρσαλ» για την Ουκρανία. Στρώνοντας αυτό το δρόμο, η σύνοδος Κορυφής της ΕΕ απένειμε στην Ουκρανία τον τίτλο της υποψήφιας προς ένταξη χώρας…
Παράλληλα, η Βρετανία και οι ΗΠΑ -πάνω στον καμβά του πολέμου στην Ουκρανία- υφαίνουν και σχέδια που πλαγιοκοπούν για τα δικά τους συμφέροντα και την ΕΕ και θυμίζουν μια αναζωογόνηση της λεγόμενης «νέας Ευρώπης», της ζώνης των κρατών της ΕΕ στα οποία οι ΗΠΑ ασκούν πιο στενή επιρροή για την προώθηση των σχεδίων τους.
Τα σχέδια αυτά αποκαλύπτουν μια σειρά κινήσεις που δεν είδαν και πολύ τη δημοσιότητα. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται:
-Η ανακοίνωση του Βρετανού πρωθυπουργού Μπ. Τζόνσον και του Πολωνού Προέδρου, Α. Ντούντα, πριν δυο μήνες, για τη συγκρότηση Κοινής Επιτροπής Βρετανίας – Πολωνίας, για στρατηγική συνεργασία σε θέματα Άμυνας και Ασφάλειας, στις Ένοπλες Δυνάμεις, στις υπηρεσίες πληροφοριών και μέσω ενός νέου προγράμματος συνεργασίας στην αμυντική βιομηχανία. Να υπενθυμίσουμε πως η Βρετανία ηγείται στην «Κοινή Εκστρατευτική Δύναμη», ένα σχήμα που περιλαμβάνει 10 χώρες της Βόρειας Ευρώπης (Νορβηγία, Σουηδία, Φινλανδία, Δανία, Ισλανδία, Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Ολλανδία), που δημιουργήθηκε το 2012 και έχει έντονη δραστηριότητα μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
-Η πρόταση που έκανε ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπ. Τζόνσον στον Ουκρανό πρόεδρο, όταν πήγε στο Κίεβο, για τη δημιουργία μιας λεγόμενης «Ευρωπαϊκής Κοινοπολιτείας» μεταξύ Βρετανίας, Πολωνίας, χωρών της Βαλτικής και Ουκρανίας, ως «ένα νέο σύστημα πολιτικών, οικονομικών και στρατιωτικών συμμαχιών – εναλλακτικό στην ΕΕ», δεδομένης της «δυσπιστίας των κρατών προς τις Βρυξέλλες». Αυτό το αποκάλυψε η ιταλική εφημερίδα «Corriere della Sera».
Το αξιοσημείωτο είναι ότι η μόνιμη Αντιπρόσωπος των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, Τζ. Σμιθ, δήλωσε πρόσφατα πως η Ουάσιγκτον «θα υποστήριζε» την ιδέα μιας νέας «συμμαχίας για την ασφάλεια», που θα μπορούσε να περιλαμβάνει την Ουκρανία, τη Βρετανία, την Πολωνία, τις χώρες της Βαλτικής και πιθανά την Τουρκία.
Είναι φανερό ότι, πάνω στο έδαφος του πολέμου στην Ουκρανία, το κουβάρι των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών ξετυλίγεται με μεγαλύτερη ένταση, δίνοντας επικίνδυνες διαστάσεις στην παγκόσμια γεωπολιτική, γεωοικονομική και γεωστρατηγική ιμπεριαλιστική αντιπαράθεση.