Οι επανεκλεγέντες Ερντογάν και Μητσοτάκης επιβεβαίωσαν την πρώτη συνάντησή τους στις 11-12 Ιούλη, 15 μήνες μετά την επίσκεψη Μητσοτάκη στον Βόσπορο και το «Μητσοτάκης γιοκ». Το ραντεβού, που θα πραγματοποιηθεί στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, συμφωνήθηκε στη διάρκεια τηλεφωνήματος του Τούρκου προέδρου για να συγχαρεί τον επανεκλεγέντα Έλληνα πρωθυπουργό. Από μόνο του το ΝΑΤΟϊκό πλαίσιο της συνάντησης στη Βίλνιους της Λιθουανίας σηματοδοτεί ένα ακόμα βήμα για ευρωατλαντικές διευθετήσεις σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, με επίδικα αποκλειστικά τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα.
Αυτήν την κατεύθυνση προμήνυαν άλλωστε και οι προεκλογικές διατυπώσεις του Μητσοτάκη για «ΝΑΤΟϊκά νησιά» και «θαλάσσιες ζώνες», που θόλωναν τη διάκριση μεταξύ οικονομικών ζωνών (ΑΟΖ) και χωρικών υδάτων (12 ν.μ.). Ταυτόχρονα ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ πρόβαλαν και προεκλογικά (ακροθιγώς για να μην επωμισθούν το προδιαγραφόμενο κόστος) την πάγια θέση τους στην προοπτική της προκρούστειας κλίνης της Χάγης. Από την άλλη, παρά τη σιωπή μέχρι τώρα του νέου Υπουργού Εξωτερικών, Φιντάν, για τα ελληνοτουρκικά, παραμένουν σε ισχύ οι τουρκικές διεκδικήσεις για τις «γκρίζες ζώνες» και η απειλή του casus belli, στο ενδεχόμενο επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 μίλια.
Ένα επιπλέον επικίνδυνο στοιχείο, που ανάδειξε η προεκλογική καμπάνια Μητσοτάκη, είναι το ζήτημα της Θράκης και τα περί ανάμειξης του τουρκικού Προξενείου στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις. Έτσι πέρα από το διχαστικό κλίμα, που καλλιεργήθηκε προεκλογικά, δίνεται η αφορμή το μειονοτικό να τεθεί ψηλά στην τουρκική θεματολογία. Προς το παρόν ο Ερντογάν περιορίζεται στην κριτική για τα μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα της προηγούμενης κυβέρνησης Μητσοτάκη, όχι γιατί κόπτεται για τα βάρη που φορτώνεται η χώρα και ο λαός, αλλά για να διεκδικήσει ανάλογη μεταχείριση για απρόσκοπτη προμήθεια όπλων από τη Δύση.
Ο Τούρκος πρόεδρος περιέγραψε κιόλας το πλαίσιο «ειρηνικής» επιβολής των φιλοδοξιών της τουρκικής μεγαλοαστικής τάξης: «Ο οδικός μας χάρτης είναι ήδη σαφής. Αυτός ο οδικός χάρτης έχει τύχει επεξεργασίας για την ειρήνη για το πιο μακρό χρονικό διάστημα. Διότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος σε αυτές τις θάλασσες εκτός από την ειρήνη. Και αν υπάρχουν εκείνοι που θέλουν να αποτρέψουν την ειρήνη, τότε θα πρέπει να στραφούμε σε διαφορετικά σχέδια. Θέλουμε να αποφύγουμε τέτοια εμπόδια και να αφήσουμε το Αιγαίο να δώσει το μήνυμά του στον κόσμο ως θάλασσα ειρήνης». Και συμπέρανε: «Όσοι επιδίδονται σε ανούσιες εξοπλιστικές δραστηριότητες θα πρέπει να υπολογίζουν προσεκτικά τους κινδύνους που θα επιφέρουν αυτές οι δραστηριότητες».
Η τοποθέτηση του Γεραπετρίτη στο Υπουργείο Εξωτερικών, στη θέση του Δένδια, ο οποίος με τη σειρά του «αναβαθμίστηκε» με «τιμητική αποστρατεία» στο ΥΠΕΘΑ, αποτελούν δυσοίωνο προπομπό των εξελίξεων. Τον νέο ΥΠΕΞ καταδιώκει η θέση που διατύπωσε το φθινόπωρο του 2020, όταν το Ορούτς Ρέις με τη συνοδεία τουρκικών πολεμικών σκαφών προσέγγιζε το Καστελλόριζο. Δήλωνε τότε καθησυχαστικά, προκειμένου να θολώσει την ανεκτική-υποχωρητική στάση της κυβέρνησης Μητσοτάκη απέναντι στην καταπάτηση των 12 μιλίων: «Σήμερα τα χωρικά μας ύδατα είναι στα 6 ν.μ.».
Η μεθόδευση της ελληνοτουρκικής διατεταγμένης «προσέγγισης» ξεκίνησε κιόλας από τον Δεκέμβρη, όταν με την εποπτεία του Σόλτς συναντήθηκαν στις Βρυξέλλες εκπρόσωποι των δύο χωρών και επιταχύνθηκε τον Φλεβάρη με τη «διπλωματία των σεισμών» και του εγκλήματος των συρμών στα Τέμπη. Έκτοτε κορυφαίοι πολιτικοί και στις δύο όχθες του Αιγαίου δηλώνουν ότι το καλό κλίμα είναι προϋπόθεση για την εκκίνηση μιας νέας διαδικασίας διευθετήσεων.
«Θα δούμε μια πολύ σοβαρή προσπάθεια επίλυσης των προβλημάτων μετά τις εκλογές» πρόβλεψε με σαφήνεια στους Δελφούς ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα, Τσούνης. Στη συνέχεια διατύπωσε την πάγια αμερικανική θέση των ίσων αποστάσεων ανάμεσα σε θύτη και θύμα απαιτώντας ουσιαστικά την εκχώρηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας ειρηνικά και αδιαμαρτύρητα: «Καμία από τις δύο πλευρές, (δηλαδή ούτε οι Έλληνες ούτε και οι Τούρκοι) δεν έχουν το μονοπώλιο του τι είναι σωστό και τι λάθος». Με άλλα λόγια η κυριαρχία και τα χωρικά ύδατα στα νησιά του Αιγαίου και η διχοτόμηση της Κύπρου είναι διαπραγματεύσιμα.
Ωστόσο την ελληνοτουρκική συνάντηση στη Βίλνιους επισκιάζουν τα παρατεινόμενα, μέχρι στιγμής, παζάρια για την άρση του τουρκικού βέτο για την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Η τουρκική επιμονή στην άρνηση της ΝΑΤΟϊκής διεύρυνσης, δεν περιορίζεται μόνο στους «αντιτρομοκρατικούς» όρους προς τη Σουηδία, αλλά επεκτείνεται μέχρι την έγκριση της αναβάθμισης/προμήθειας των F-16 και προφανώς του ρόλου της στο Αιγαίο και Μεσόγειο. Στο σημείο αυτό εμπλέκονται τα κυριαρχικά δικαιώματα Ελλάδας και Κύπρου, τα οποία ΗΠΑ και ΕΕ χρησιμοποιούν κατά βούληση για παρεμβάσεις στα ελληνοτουρκικά και κριτήριο τη διασφάλιση της Νατοϊκής συνοχής. Εξάλλου δεν είναι τυχαίο ότι οι αρχές καταπολέμησης της διαφθοράς σε ΗΠΑ και Σουηδία εξετάζουν εκβιαστικά το ενδεχόμενο εμπλοκής σε σκάνδαλο δεκάδων εκατομμυρίων δολαρίων του γιου του Τούρκου Προέδρου. Ταυτόχρονα η τουρκική λίρα συνεχίζει κατακρημνιζόμενη, παρά τις προσπάθειες προσαρμογής της νέας τουρκικής κυβέρνησης στις οικονομικές «νόρμες» της Δύσης με τον διορισμό στο Υπουργείο Οικονομικών και στην Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας αμερικανοθρεμμένων στελεχών που προχώρησαν στη θεαματική αύξηση των τραπεζικών επιτοκίων.
Στο μεταξύ στην Κύπρο, 49 χρόνια μετά την τουρκική εισβολή, νομιμοποιούνται σταδιακά τα τετελεσμένα της κατοχικής δύναμης. Η λεγόμενη διεθνής κοινότητα, και πρώτιστα οι «σύμμαχοι» σε ΕΕ και ΗΠΑ, που δείχνουν την ευαισθησία τους στην ακεραιότητα της Ουκρανίας, αδιαφορούν επιδειχτικά για το Κυπριακό. Αντιμετωπίζουν την Κύπρο σαν Ιφιγένεια για να συγκρατήσουν την Άγκυρα στο δυτικό στρατόπεδο, φουσκώνοντας έτσι τα πανιά της τουρκικής αδιαλλαξίας, που επιμένει αλαζονικά ότι όπου ανεβαίνει η τουρκική σημαία δεν κατεβαίνει.
Στα πλαίσια αυτά πρώτο ταξίδι του Ερντογάν μετά την επανεκλογή του ήταν στα κατεχόμενα της Κύπρου, όπου εμφανίστηκε σαν να πρόκειται για τουρκική επαρχία, εξαγγέλλοντας νέα έργα υποδομών και ελέγχοντας όσα βρίσκονται σε εξέλιξη. Επανέλαβε την τουρκική θέση για λύση δυο κρατών, που περνάει από την αναγνώριση της κυριαρχικής ισότητας και το ίσο διεθνές καθεστώς των Τουρκοκυπρίων, υποστηρίζοντας ότι «Αν πρόκειται να επιστρέψουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ο δρόμος περνά από αναγνώριση της ‘Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου”». Νέα επίσκεψη θα πραγματοποιήσει στις 20 Ιουλίου, επέτειο της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, το 1974.