Εννιά μήνες από την έναρξη της πανδημίας και ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη η δεύτερη σκληρή καραντίνα για το λαό, ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και σύσσωμη η αντιπολίτευση εξακολουθούν να σέρνονται στη γραμμή της λεγόμενης “εθνικής ομοψυχίας” που επέβαλε ο Μητσοτάκης και η κυβέρνηση της ΝΔ από τον περασμένο Μάρτη. Μιας γραμμής που έφερε το ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ, το ΚΙΝΑΛ και το ακροδεξιό μόρφωμα του Βελλόπουλου στα απόνερα της πολιτικής της ΝΔ, αφού επί της ουσίας αποδέχθηκαν όλα τα βάρβαρα αντιλαϊκά μέτρα, το καθεστώς των κυβερνητικών απαγορεύσεων, της αστυνομοκρατίας και της καταστολής.
Μπροστά στην όξυνση της δεξιάς πολιτικής ο ΣΥΡΙΖΑ κρύβει με λεκτικούς βεμπαλισμούς την προσαρμογή και ευθυγράμμισή του πίσω από την κυβέρνηση και τις επιλογές της. Στην πρόσφατη κοινοβουλευτική συζήτηση για την πορεία της πανδημίας ο ΣΥΡΙΖΑ σήκωσε πολύ κουρνιαχτό. Στην ομιλία του ο Τσίπρας ύψωσε τους τόνους της λεκτικής αντιπαράθεσης απέναντι στη ΝΔ για την εγκατάλειψη του Δημόσιου Συστήματος Υγείας, για την υποστελέχωση και τους μηδενικούς διορισμούς γιατρών – νοσηλευτών, για τις ΜΕΘ κλπ. Κατηγόρησε μάλιστα τον Κικίλια ότι ως υπουργός Υγείας, σε καιρό υγειονομικής κρίσης, παραμένει εδώ και μήνες άφαντος. Πώς όμως τοποθετείται ο ΣΥΡΙΖΑ απέναντι σε όσα καταγγέλλει; Η επίσημη θέση του, διά στόματος Τσίπρα, ήταν ότι πρέπει να ξηλωθεί ο Κικίλιας και να αντικατασταθεί από έναν υπουργό Υγείας κοινής αποδοχής. Βέβαια την ίδια τακτική, ως αντιπολιτευτική γραμμή, ακολούθησε το τελευταίο διάστημα και σε άλλους τομείς. Τα ίδια έλεγε για παράδειγμα και πριν από λίγες ημέρες ζητώντας την παραίτηση της Κεραμέως, για το φιάσκο της λεγόμενης τηλεκπαίδευσης.
Μνημείο υποκρισίας και συγκάλυψης του πραγματικού περιεχομένου της πολιτικής του αποτελούν και οι τελευταίες δηλώσεις των κεντρικών στελεχών – βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι με την ιδιότητα του γιατρού, έθεσαν τους εαυτούς τους στην υπηρεσία του -κατά τα άλλα άφαντου- υπουργού Υγείας, με πρώτο και καλύτερο τον Πολάκη. Μόνο στα λόγια υιοθετούν τα αιτήματα και τις διεκδικήσεις των υγειονομικών και του λαού για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Στην πραγματικότητα υποτάσσονται στην κυβερνητική διαχείριση, ρίχνοντας στάχτη στα μάτια του κόσμου. Άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ κουβαλά μεγάλο μερίδιο ευθύνης για το σημερινό κατάντημα του Δημόσιου Συστήματος Υγείας, αφού υπηρέτησε πιστά την πολιτική των μνημονίων που το κατερείπωσε φέρνοντάς το σήμερα στα τραγικά του αδιέξοδα.
Επιπλέον, αν πραγματικά ο ΣΥΡΙΖΑ τασσόταν στο πλευρό των υγειονομικών, των εργαζομένων και του λαού που απαιτούν την ενίσχυση του ΕΣΥ, δεν θα στεκόταν εχθρικά απέναντι και στην 24ωρη απεργία στις 26 Νοέμβρη που κήρυξαν ΑΔΕΔΥ, Εργατικά Κέντρα και Ομοσπονδίες. Μπορεί στα λόγια να συμφώνησαν οι συνδικαλιστές του στην κήρυξη της απεργίας, στην πράξη όμως την υπονόμευσαν με κάθε τρόπο, υπέσκαψαν κάθε δυνατότητα μαζικής συμμετοχής των εργαζομένων. Μαζί με τους κυβερνητικούς συνδικαλιστές της ΝΔ, του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΚ αλλά και του ΠΑΜΕ εν πολλοίς, μπλοκάρισαν κάθε προσπάθεια πραγματοποίησης απεργιακών συγκεντρώσεων και συλλαλητηρίων Και όλα αυτά με το πρόσχημα της πανδημίας.
Χρειάστηκε να περάσουν εννέα μήνες και να επιβληθούν τα πρωτοφανή φασιστικά μέτρα των κυβερνητικών απαγορεύσεων των συγκεντρώσεων για το Πολυτεχνείο ώστε να ανακαλύψει ο ΣΥΡΙΖΑ πως “υπάρχει θέμα Δημοκρατίας”. Εδώ και εννέα μήνες η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έβλεπε λογική στα μέτρα της πρωτόγνωρης καταστολής και αστυνομοκρατίας, ως τη μόνη οδό για την επιβολή της καραντίνας και των lockdown. Μπροστά μάλιστα στην 47η επέτειο του Πολυτεχνείου ο Τσίπρας πολλές φορές έσπευσε να επιβεβαιώσει την υπεύθυνη στάση του με δημόσιες δηλώσεις προς την κυβέρνηση ότι δεν πρόκειται να καλέσει ούτε να πραγματοποιήσει πορεία φέτος, παρά μόνο μια συμβολική κατάθεση στεφανιών στο ΕΑΤ – ΕΣΑ. Γι’ αυτό άλλωστε ο Τσίπρας είπε με νόημα στον Μητσοτάκη πως “το μέτρο της απαγόρευσης ήταν αχρείαστο”. Μπροστά στην κυβερνητική πολιτική της σιδηράς πυγμής και της άγριας τρομοκρατίας, αναγκάστηκε -για να περισώσει τα προσχήματα- να φορέσει ξανά το μανδύα της “αριστερής” δύναμης και να καταφύγει στο περίφημο κοινό ψήφισμα μαζί με το ΚΚΕ και το ΜΕΡΑ25. Ένα κείμενο που, πίσω από τη λεκτική καταδίκη των απαγορεύσεων και των αστυνομικών διαταγών, στην πραγματικότητα αποτελούσε κανονική δήλωση πειθάρχησης στις κυβερνητικές προσταγές.
Μπροστά στην κατάσταση αυτή και στη φθορά της ΝΔ, κάτω από το βάρος της αντιλαϊκής πολιτικής της, ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα παρουσιάζεται ανήμπορος να ορθώσει ένα πειστικό αντιπολιτευτικό λόγο. Σίγουρα είναι μεγάλα τα βαρίδια στα πόδια του από την μνημονιακή πολιτική και τα νεοφιλελεύθερα προστάγματα της εγκατάλειψης του Δημόσιου Συστήματος Υγείας που και ο ίδιος υπηρέτησε. Βαραίνουν όμως ακόμα επιπλέον το δόγμα της “εθνικής ενότητας” και η πολιτική τού “μετά θα λογαριαστούμε”, που τον έσυραν -μαζί με τα υπόλοιπα κοινοβουλευτικά κόμματα- στην ουρά του Μητσοτάκη και της κυβέρνησης της ΝΔ.