Ψηφίστηκαν από τη Βουλή την προηγούμενη Τετάρτη με ευρεία πλειοψηφία οι προτάσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για τις 120 δόσεις, την μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα και την ενέργεια, και για την 13η σύνταξη, όπως συνοπτικά αναφέρθηκαν οι αλλαγές που μεσούσης της προεκλογικής περιόδου εξήγγειλε ο Τσίπρας, με έκτακτη συνέντευξη τύπου πριν από περίπου 10 μέρες.
Στο σημείωμα αυτό θα σταθούμε σε δύο σημεία μόνο, που αποδεικνύουν κατά τη γνώμη μας το απατηλό των εξαγγελιών και της υλοποίησης αντίστοιχα των μέτρων.
Το ένα αφορά την εστίαση όπου αποφασίστηκε η μείωση του ΦΠΑ από το 24% στο 13%, με εξαίρεση τον καφέ και τα αναψυκτικά που καταναλώνονται στα καταστήματα αυτά, δηλαδή η μείωση θα αφορά μόνο τις αγορές στο ράφι των σούπερ μάρκετ και των παντοπωλείων γενικά.
Σύμφωνα με όσα ισχυρίζονται οι επαγγελματίες του κλάδου ο τζίρος σε καφέδες, χυμούς και αναψυκτικά αντιστοιχεί στο 55% του συνολικού τζίρου στον τομέα των καταστημάτων της εστίασης. Παρατηρούμε, λοιπόν, πως ένα απόλυτα λογικό μέτρο, όπως η εξισορρόπηση του ΦΠΑ της αγοράς με τον ΦΠΑ της πώλησης, όταν πρόκειται για ομοειδή προϊόντα περικόπτεται κατά το μισό. Άρα δεν υφίσταται ως τέτοιο στο σύνολό του.
Μάλιστα ο Τσακαλώτος σε τηλεοπτική του συνέντευξη διευκρίνησε πως δεν υπάρχει το δημοσιονομικό περιθώριο για να γίνει καθολική η εφαρμογή της εξισορρόπησης των συντελεστών του ΦΠΑ.
Να σημειώσουμε εδώ, πως ο ΦΠΑ είναι φόρος επιρριπτόμενος και σαν τέτοιος επιβαρύνει τον τελικό καταναλωτή, όπως ισχύει και για την έμμεση φορολογία, όπου με συντελεστές στο 24% στην ουσία πρόκειται για μια επιβάρυνση κατά το ¼ πάνω στην αξία ενός προϊόντος, εμπορεύματος ή μιας υπηρεσίας.
Το δεύτερο αφορά τη μείωση της Ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης που επιβλήθηκε στα «πέτρινα» χρόνια των μνημονίων που…συνεχίζονται.
Και εδώ υπάρχει το φαινόμενο της απάτης από τον πρωθυπουργό. Ήδη με τον νόμο του 2017 είχε οριστεί πως από 1.1.2020 για τα εισοδήματα έως 30.000 ευρώ θα υπήρχε μηδενικός συντελεστής. Εξάγγειλε, λοιπόν, ένα ψηφισμένο ήδη μέτρο από την κυβέρνησή του, μόνο που το ψαλίδισε προς το χειρότερο, τοποθετώντας την απαλλαγή στα έως 20.000 ευρώ.