Το Eurogroup της προπερασμένης Πέμπτης (7/11) έφερε στο προσκήνιο όχι μόνο τον εμπορικό πόλεμο και την παρατεταμένη οικονομική ύφεση μέσα στην οποία στροβιλίζεται το ευρωπαϊκό ιμπεριαλιστικό σχήμα της Ε.Ε., αλλά και τις αξεπέραστες εθνικές αντιθέσεις μέσα στις οποίες βουλιάζει η προσδοκία της λεγόμενης ευρωπαϊκής ενοποίησης. Πέρα απ’ αυτά, είναι πρόδηλη η προσπάθεια του γερμανογαλλικού άξονα να παρέμβει αποφασιστικά στις ραγδαίες εξελίξεις και στο μοίρασμα των πλουτοπαραγωγικών πηγών και σφαιρών επιρροής, στη Μέση Ανατολή, στα Βαλκάνια, στην Ουκρανία, στον Καύκασο, στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, κλπ., μεταξύ των ισχυρότερων ιμπεριαλιστικών πόλων ΗΠΑ, Ρωσίας και Κίνας. Επιπλέον, η αποχώρηση της Βρετανίας ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο και δημιουργεί ένα αρνητικό προηγούμενο σε ενδεχόμενες νέες αποχωρήσεις. Τέλος στο προσφυγικό-μεταναστευτικό, που παρά τις δήθεν ανθρωπιστικές προσπάθειες «επίλυσής» του, η «ήπια» πολιτική των Γερμανίας-Γαλλίας παίρνει άγρια κατασταλτικά χαρακτηριστικά προσαρμοζόμενη ασφαλώς στις επικίνδυνες ρατσιστικές θέσεις των χωρών του Βίζεργκραντ, με άμεση συνέπεια την άρνηση να δεχθεί και να κατανείμει έστω και ένα 0,5% (2,5 εκατ. ανθρώπους) του συνολικού πληθυσμού της (513,5 εκατ. στα 28 κράτη-μέλη, στις 1/1/2019 -Eurostat), παρά το γεγονός
★★★
Οι ετήσιες «φθινοπωρινές προβλέψεις» της Ε.Ε. έδειξαν ότι «…η ευρωπαϊκή οικονομία φαίνεται να βαδίζει προς μια παρατεταμένη περίοδο πιο υποτονικής ανάπτυξης και ήπιου πληθωρισμού…». Και προφανώς η ανάλυση αυτή, που συμβαδίζει με τη συνεχιζόμενη ύφεση στην οποία βουλιάζει η παγκόσμια οικονομία, παίρνει υπόψη και τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς και τις επικίνδυνες διεθνείς εντάσεις και τον εμπορικό πόλεμο, και τον κίνδυνο για «άτακτο Brexit» κ.ά. Κάτω από αυτές τις δυσοίωνες προβλέψεις για το οικονομικό -τουλάχιστον- μέλλον του δυτικοευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, η Κομισιόν υποχρεώθηκε σε νέα υποβάθμιση των προβλέψεων σχετικά με τους ρυθμούς μεγέθυνσης του ΑΕΠ στη διετία 2020-2021. Μόλις στο 1,4% εκτιμάται η αύξηση του ΑΕΠ μέσα στο 2019 για ολόκληρη την Ε.Ε, ενώ οι μεγάλες οικονομίες της τελευταίας βουλιάζουν και ακροβατούν με την ύφεση (Γερμανία 0,4%, Βέλγιο 1,1%, Σουηδία 1,1%, Βρετανία 1,3%, Γαλλία 1,4%, Φιλανδία 1,4%, Αυστρία 1,5%).
Ειδικότερα για την Ελλάδα, οι «φθινοπωρινές προβλέψεις» τοποθέτησαν το ρυθμό ανάκαμψης του ΑΕΠ για το 2019 στο 1,8%, για το 2020 στο 2,3% (αντί του 2,8% που προβλέπεται στο προσχέδιο Προϋπολογισμού της κυβέρνησης), με επιβράδυνση το 2021 στο 2%. Επιπλέον, επιβεβαίωσαν το στόχο των ματωμένων «πρωτογενών πλεονασμάτων» στο 3,8% του ΑΕΠ (έναντι 3,5%) για το 2019 και το 2020, καθώς και όλα τα αντιλαϊκά μέτρα που απορρέουν από τα τρία Μνημόνια. Παράλληλα, οι υπουργοί Οικονομικών πίεσαν για «ένταση των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών», εφαρμογή ισοδύναμων μέτρων για το λαό και τέλος επικρότησαν τις φορολογικές ελαφρύνσεις και τα παντοειδή κίνητρα και παροχές προς το ξένο κεφάλαιο και τη ντόπια ολιγαρχία.
Μέσα στις «προβλέψεις» επισημαίνεται ο κίνδυνος εκτροχιασμού τόσο από τις δικαστικές αποφάσεις των αναδρομικών των συνταξιούχων και την προαναγγελθείσα διανομή του «κοινωνικού μερίσματος», όσο και από τη συνεχιζόμενη μείωση της εφαρμογής του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Τέλος, αστάθμητο παράγοντα αποτελεί η συνεχιζόμενη ύφεση της παγκόσμιας οικονομίας.
Σε ό,τι αφορά στις «επενδύσεις», προβλέπουν άνοδο κατά 12,5% το 2020 και 8,1% το 2021, ως αποτέλεσμα προφανώς των καταστροφικών «μεταρρυθμίσεων», του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας και του στραγγίσματος των λαϊκών εισοδημάτων.
Εκτιμούν μείωση της ανεργίας στο 15,4% το 2020 και 14% το 2021, η οποία όμως είναι απότοκο της πλήρους ελαστικοποίησης της εργασίας. Τέλος προσδιορίζουν το κρατικό χρέος στο 169,3% του ΑΕΠ το 2020 και 163,1% το 2021.
★★★
Για άλλη μία φορά στην 60χρονη ύπαρξη του, το μόρφωμα του ευρωπαϊκού μονοπωλιακού κεφαλαίου, η Ε.Ε., με ηγετικό πυρήνα το γερμανογαλλικό άξονα, επιχειρεί να πιέσει τα κράτη-μέλη προς την κατεύθυνση μιας κοινής πορείας, για το ξεπέρασμα της κρίσης. Την ίδια στιγμή, αυτά τα ίδια ισχυρά κράτη καταπατούν κάθε θεσμοθετημένη Συνθήκη (Μάαστριχτ, Λισσαβόνας, Νίκαιας, Άμστερνταμ) προκειμένου να αυξήσουν ακόμα περισσότερο την οικονομική και πολιτική τους ισχύ, να επεκτείνουν την επικυριαρχία τους στο εσωτερικό της Ε.Ε. και να προστατέψουν τα εθνικά τους συμφέροντα. Το «δόγμα Μέρκελ», της αυτόνομης δηλαδή αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης εκ μέρους των ισχυρών κρατών-μελών σε εθνικό επίπεδο, έτσι όπως εξελίσσεται η κατάσταση, φαίνεται να γίνεται ο κανόνας που υποκαθιστά την «κοινή δράση». Ο γερμανογαλλικός άξονας προτρέπει το πολιτικό του προσωπικό, δηλ. την Κομισιόν, τηρώντας με θρησκευτική προσήλωση την τεχνοκρατική λογική των ενιαίων θεσμών, του μονεταρισμού, του Συμφώνου Σταθερότητας, να ξορκίσει την ήδη εξαπλωνόμενη ύφεση. Λες και είναι ποτέ δυνατόν, επισείοντας πρόστιμα και ποινές να επηρεάσει τις επιμέρους αστικές τάξεις, από τις εθνικές τους προκαταλήψεις και τις αρπακτικές τους βλέψεις, στο όνομα του «κοινού» συμφέροντος!
Είναι γεγονός ότι υποβόσκει μία βαθιά αντίφαση.
Από τη μία πλευρά, η Κομισιόν πιέζει ασφυκτικά για απαρέγκλιτη τήρηση των μονεταριστικών κανόνων και οικονομικών δεικτών (επιτόκια, δημοσιονομικά ελλείμματα, δημόσιο χρέος, πληθωρισμός, κ.ά.), σε όλο το φάσμα των κρατών-μελών, οι δε Γερμανία, Γαλλία και εν μέρει η Ισπανία προχωρούν σε ανεξάρτητη τόνωση της οικονομίας τους (βιομηχανία, εμπόριο, επενδύσεις, κ.ά.) διαμέσου του κρατικού παρεμβατισμού. Αλλά και στις χώρες του Βίζενγκραντ έχουν εμφανιστεί έντονα συμπτώματα αθέτησης βασικών Συνθηκών (λ.χ. της Σένγκεν, Δουβλίνο ΙΙ) για το ζήτημα του προσφυγικού-μεταναστευτικού, παίρνοντας ακραίες ρατσιστικές θέσεις, έναντι της «επίσημης» Ε.Ε.
★★★
Σοβαρότατες αντιθέσεις εκφράζονται και μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας για τους όρους λειτουργίας της Ε.Ε. Ο Γάλλος πρόεδρος θεωρεί ότι η βασική Συμφωνία της Ε.Ε. (κριτήρια του Μάαστριχτ, για δημόσιο έλλειμμα, χρέος, κλπ.) «…θα πρέπει να αναθεωρηθεί, γιατί αφορά έναν άλλο αιώνα. Αν δεν γίνει αυτό, η Ευρώπη θα κινδυνεύσει να εκτοπιστεί από τις ΗΠΑ και την Κίνα, σε κρίσιμα πεδία της τεχνολογίας και της άμυνας, όπου Ουάσιγκτον και Πεκίνο κατευθύνουν μεγάλες δαπάνες (…) Η Ευρώπη είναι μία από τις ηπείρους με τα υψηλότερα επίπεδα αποταμιεύσεων. Ένα μεγάλο μέρος τους χρησιμοποιείται για την αγορά αμερικανικών κρατικών ομολόγων. Δηλαδή, με τις δικές μας αποταμιεύσεις, πληρώνουμε για το μέλλον της Αμερικής και αυτό που είναι το πιο σημαντικό είναι ότι γινόμαστε ακόμα πιο ευάλωτοι. Είναι παράλογο…».
Στο μεταξύ, την περασμένη Τρίτη 12/11, στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της Ε.Ε. στις Βρυξέλλες, πάρθηκαν αποφάσεις μεγαλύτερης ενίσχυσης των δυνατοτήτων της για πόλεμο και παραπέρα προώθηση δυνάμεών της, μαζί με τη συνέχιση και ενίσχυση της διμερούς συνεργασίας με το ΝΑΤΟ. Μεταξύ των διαφόρων σχεδίων «αμυντικής εκπαίδευσης», συγκαταλέγονται αποφάσεις για τον κυβερνοχώρο, την άμυνα απέναντι σε επιθέσεις με χρήση χημικών, βιολογικών, ραδιολογικών και πυρηνικών ουσιών αποφάσεων, η εγκατάσταση κέντρου ιατρικής υποστήριξης, η δημιουργία κέντρου ελικοπτέρων, η ανάπτυξη ικανοτήτων για θαλάσσιες, εναέριες και διαστημικές επιχειρήσεις, κ.ά. Τέλος, οι υπουργοί Άμυνας συζήτησαν και για τις αποστολές και επιχειρήσεις Κοινής Πολιτικής Άμυνας και Ασφάλειας της Ε.Ε., σε ζώνες «ενδιαφέροντος», δηλ. αρπαγής πλουτοπαραγωγικών πηγών.
Ένα άλλο ευαίσθητο θέμα στο οποίο διαφωνούν Μέρκελ και Μακρόν είναι η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις βαλκανικές χώρες, της Β. Μακεδονίας και της Αλβανίας. Το βέτο της Γαλλίας στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής, που εξηγείται από τη μειονεκτική θέση που έχει στα Βαλκάνια αυτή τη στιγμή έναντι των βασικών ανταγωνιστών της, προκαλεί αντιδράσεις και αποτυπώνει την όξυνση των ανταγωνισμών όχι μόνο στο εσωτερικό της Ε.Ε. αλλά και απέναντι σε ΗΠΑ, Κίνα και Ρωσία. Κι επειδή η Ε.Ε. -κυρίως η Γερμανία- παραμένει ο μεγαλύτερος εταίρος των Δυτικών Βαλκανίων στο εξωτερικό εμπόριο, με μερίδιο γύρω στο 75%, είναι βέβαιο ότι ένας κακός χειρισμός των Ευρωπαίων θα επιταχύνει τη διείσδυση άλλων δυνάμεων, όπως λ.χ. του κινέζικου «δρόμου του μεταξιού», ή του ρωσικού ενεργειακού τομέα ή ακόμα και του τούρκικου κεφαλαίου, με δεδομένη την πρόσβαση της Τουρκίας στις μουσουλμανικές μειονότητες.
Η αντιπαράθεση με τη Γερμανία εκδηλώνεται επίσης και στον Προϋπολογισμό της Ε.Ε. αλλά και στο νέο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2020-2027, όπου η Γαλλία αρνείται την πρόταση της Γερμανίας για μειωμένο Προϋπολογισμό ίσο με το 1% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ.
Τέλος μικρότερες αντιθέσεις εμφανίζονται και στην κατανομή των κονδυλίων της νέας ΚΑΠ στα κράτη-μέλη, τις προδιαγραφές των «πράσινων στόχων» στο όνομα της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, όπως και για την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης.
★★★
Τις συνέπειες των αντιθέσεων, οι επιμέρους ολιγαρχίες τις μετακυλίουν βέβαια προς τον κόσμο της εργασίας. Στην Ε.Ε., οι διαρθρωτικές αλλαγές γίνονται πάντα σε βάρος της εργατικής τάξης και των λαϊκών συμφερόντων, αλέθοντας ωράρια εργασίας, μεροκάματα, μισθούς, συντάξεις, παραβιάζοντας συνδικαλιστικά δικαιώματα και ελευθερίες.
Η διαρκής αναφορά των κυρίαρχων τάξεων στην «ανταγωνιστικότητα» και την «αύξηση της παραγωγικότητας» έχει άμεσο στόχο την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων τη συρρίκνωση και κατεδάφιση των κατακτήσεων και των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Παρά την έντονη προπαγάνδα των Βρυξελλών, οι ακολουθούμενες πολιτικές διεύρυναν τις ταξικές και κοινωνικές ανισότητες και στράγγιξαν τα εργατολαϊκά νοικοκυριά.
Η νέα πραγματικότητα που αναδύεται από τις «φθινοπωρινές προβλέψεις» επιβάλλει στο ευρωπαϊκό μονοπωλιακό κεφάλαιο τη σκλήρυνση σε όλους τους τομείς απέναντι στις δυνάμεις της εργασίας, όπως την αυστηρή παρακολούθηση των Προγραμμάτων Σύγκλισης, τη σκληρή εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας, την απαρέγκλιτη τήρηση των «Εθνικών Προγραμμάτων Μεταρρυθμίσεων», την απροκάλυπτη καταστολή, την αντικομμουνιστική προπαγάνδα, την ισχυροποίηση του ευρωστρατού και του ΝΑΤΟ, τους ευρωτρομονόμους, τις περικοπές κονδυλίων Παιδείας, Υγείας, Πρόνοιας, την επιβολή νέων φόρων, τις νέες αναδιαρθρώσεις, την ελαστικοποίηση του ωραρίου, την αναπροσαρμογή προς το χειρότερο του ασφαλιστικού συστήματος, την εντατικοποίηση της εργασίας, τη μείωση των μισθών, συντάξεων και ημερομισθίων, την αύξηση του εφεδρικού στρατού ανέργων, κλπ, κλπ.
Θα πρέπει να γίνει απολύτως κατανοητό ότι η ύφεση επηρεάζει άμεσα και πλήττει με ιδιαίτερη σφοδρότητα τους εργαζόμενους και τα λαϊκά νοικοκυριά. Και στην κατεύθυνση αυτή το μονοπωλιακό κεφάλαιο είναι ιδιαίτερα ευρηματικό, επινοώντας νέες μεθόδους (ελαστικοποίηση της εργασίας, πριμ, φασόν, κλπ.) και νέες λέξεις («απασχολήσιμος», «ευελιξία με ασφάλεια»-flexicurity, κλπ,) προκειμένου να αποσπάσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη υπεραξία από τον εργάτη και κατ’ επέκταση από τους εργαζόμενους.
Αλλά και πέρα από τις ληστρικές απαιτήσεις του κεφαλαίου, σε επίπεδο βάσης, έρχεται και η «δικαιοσύνη» του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για να κρίνει πως οι απεργίες δεν είναι θεμελιώδες δικαίωμα των εργαζόμενων, είναι ασυμβίβαστο με τους κανόνες της Ε.Ε., σύμφωνα με τους οποίους «η ομαλή λειτουργία της αγοράς υπερισχύει κάθε άλλου δικαιώματος»!
Απέναντι σ’ αυτή την ιμπεριαλιστική και εκμεταλλευτική Ε.Ε. χρειάζεται ένα βαθύ ταξικό και αριστερό κίνημα που θα μπορεί να αντιπαρατεθεί με τους αγώνες του ενάντια στο αντιδραστικό οικοδόμημα της Ε.Ε. με στόχο την ανατροπή των συσχετισμών και την αποτίναξη της ιμπεριαλιστικής και αστικής κυριαρχίας.