Στις 24/3 δημοσιεύτηκε στο διαδίκτυο ένα κείμενο με τίτλο «Μετά Θα λογαριαστούμε», το οποίο υπογράφουν γιατροί, νοσηλευτές και γενικότερα εργαζόμενοι στον κλάδο της υγείας. Η εν λόγω πρωτοβουλία πάρθηκε βασικά από δυνάμεις που συγκροτούν τον «Συντονισμό των κομμουνιστικών δυνάμεων» (ΑΡΑΝ, ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ, Σύλλογος «Κορδάτος», Εργατικός Αγώνας), δηλαδή δυνάμεις βασικά που αποχώρησαν από τη ΛΑΕ και το ΚΚΕ. Ανεξάρτητα από διάφορες «αριστερές» αναφορές, το κείμενο στην πραγματικότητα καταλήγει στο ότι «τώρα είναι η ώρα της μάχης και θα κάνουμε το χρέος μας», αλλά… «μετά θα λογαριαστούμε».
Χαρακτηριστικά, στο κείμενο αναφέρεται ρητά ότι «…Μετά θα λογαριαστούμε, λέμε γιατροί και νοσηλευτές προς όλους όσους από θέσεις υπουργών Υγείας δούλεψαν για τον ιδιωτικό τομέα. Γιατί σήμερα, θα πρέπει να δεσμευτούμε στη μάχη ενάντια στην πανδημία, και αύριο να δεσμευτούμε στον αγώνα μαζί με τον λαό, γιατί μόνο ο λαός θα σώσει τη Δημόσια Υγεία…» Ενώ στη συνέχεια τονίζεται πως «…Ο χρόνος που κερδίζουμε μπορεί να σώσει ζωές, αν το κράτος κάνει αυτό που πρέπει. Και αν η κυβέρνηση δεν τον σπαταλά, χρεώνοντας τις ευθύνες στην ατομική συμπεριφορά. Γιατί η ατομική ευθύνη παίζει ρόλο στον περιορισμό της εξάπλωσης…», για να επισημανθεί παρακάτω πως «…Οι ουσιαστικοί απολογισμοί θα γίνουν μετά…».
Τα παραπάνω αποσπάσματα συγκροτούν στην πραγματικότητα μία αντίληψη η οποία λίγο-πολύ καταλήγει στο ότι ο λαός «τώρα πρέπει να κάνει υπομονή, να μείνει σπίτι και να πειθαρχήσει στα μέτρα, να δώσει τη μάχη ενάντια στον «φονικό ιό» και ΜΕΤΑ θα λογαριαστεί με τους υπαίτιους αυτής της κατάστασης». Αστειευόμενοι, θα μπορούσαμε να πούμε πως το συγκεκριμένο σύνθημα μας θυμίζει τον αξέχαστο Ζήκο του Χατζηχρήστου που φώναζε «κρατάτε με ρε, κρατάτε με», ακριβώς επειδή είναι ένα σύνθημα αντιφατικό. Από τη μία προβάλλει ηχηρά και φαντεζί τους «ανοιχτούς λογαρισμούς» που έχει ο λαός με την κυβέρνηση και μετά, καθησυχαστικά, προβάλλει το γενικό και αόριστο μέλλον («μετά»). Τα κυβερνητικά επιτελεία και τα παπαγαλάκια των ΜΜΕ φροντίζουν από την αρχή της πανδημίας να διαδώσουν αυτή την αντίληψη. Γι’ αυτό καθημερινά τονίζουν σε όλους τους τόνους πως «πρέπει όλοι να βάλουμε πλάτη», γι’ αυτό υποκριτικά επαινούν τους γιατρούς και τους νοσηλευτές που βρίσκονται «στην πρώτη γραμμή της μάχης», γι’ αυτό ο Μητσοτάκης σκόπιμα ανέφερε πως η κοινωνία χτίζει «μία νέα σχέση εμπιστοσύνης στο κράτος, που στα δύσκολα δείχνει ότι στέκεται στο ύψος των περιστάσεων».
Οι εργαζόμενοι και ο λαός δεν είναι αντιμέτωποι μόνο με τις τραγικές ελλείψεις του συστήματος υγείας, με τα ελάχιστα έως και ανύπαρκτα μέτρα προστασίας που έχουν παρθεί, αλλά εκτός των άλλων, είναι αντιμέτωποι και με μία ιδεολογική εκστρατεία φόβου και τρομοκρατίας, που βασικό σκοπό έχει να κάμψει τις αντιστάσεις τους, να τους υποτάξει στην κυβερνητική πολιτική και να τους κρατήσει σκυφτούς και υποταγμένους. Από την άποψη αυτή, το αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα πρέπει να πρωταγωνιστήσει όχι μόνο στον αγώνα για την προβολή των παλλαϊκών αιτημάτων για την ενίσχυση της δημόσιας δωρεάν υγείας, αλλά και να προβάλλει την αντιπαράθεση απέναντι στην προσπάθεια των κυρίαρχων να φιμώσουν τον λαό και να τον κρατήσουν φοβισμένο και έρμαιο της πολιτικής τους.
Η απεύθυνση στο λαϊκό κίνημα με κεντρικό σύνθημα «θα λογαριαστούμε μετά», ανεξάρτητα από τα «αριστερά» της στολίδια, καταλήγει να ρίχνει νερό στον μύλο της κυρίρχης προπαγάνδας, καλλιεργεί τον συμφιλιωτισμό με τα αντιδραστικά ιδεολογήματα της «ατομικής ευθύνης» και του κοινωνικού κανιβαλισμού και εν τέλει αποδέχεται το δόγμα της «εθνικής συσπείρωσης μπροστά στη μάχη κατά του κορονοϊού». Δεν είναι καθόλου τυχαίο και όχι χωρίς σημασία το γεγονός ότι και ο ΣΥΡΙΖΑ, που ως κυβέρνηση έβαλε και αυτός το λιθαράκι του στο ξεχαρβάλωμα της δημόσιας υγείας, αξιοποιώντας τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, προβάλλει αντίστοιχα συνθήματα, αλλά και αυτούσιο το σύνθημα «θα λογαριαστούμε μετά». Και το κάνει αυτό με «αίσθημα κοινωνικής ευθύνης», καθώς -όπως μονότονα επαναλαμβάνουν τα στελέχη του- «τώρα πρέπει να είμαστε ενωμένοι κατά της πανδημίας και μετά βλέπουμε».
Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή και όσους τη συμμερίζονται, αλήθεια, κακώς οι εργαζόμενοι στον κλάδο της υγείας πραγματοποίησαν κινητοποίηση διεκδικώντας τα αυτονόητα; Οι χιλιάδες εργαζόμενοι που απολύθηκαν με αφορμή την επιδημία, εκείνοι που θα πάρουν τα λιγοστά ψίχουλα της κυβέρνησης, αυτοί που δε θα πάρουν ούτε καν αυτά, οι εργαζόμενοι που δουλεύουν με πλήρως ελαστικοποιημένα ωράρια εργασίας χωρίς στοιχειώδη μέτρα προστασίας, πρέπει να «λογαριαστούν» με την κυβέρνηση τώρα ή μετά; Τα αιτήματα και οι διεκδικήσεις ενάντια στις απολύσεις και τις μειώσεις των μισθών και των μεροκάματων πρέπει να περιμένουν ή πρέπει να προβάλλονται από τώρα, στην προσπάθεια αγωνιστικής συσπείρωσης των εργαζόμενων; Η νεολαία πρέπει τώρα να αγωνιστεί για να μην πεταχτούν οι φοιτητές έξω απ’ τις εστίες, για να μειωθεί η ύλη των μαθημάτων σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και να υπάρξουν ανθρώπινοι ρυθμοί σπουδών ή πρέπει να περιμένει να περάσει η πανδημία; Ο λαός μας που βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα καθεστώς αστυνομικής αυθαιρεσίας και προστίμων μετά την απαγόρευση της κυκλοφορίας, πρέπει να καταδικάσει την καταστολή και το κλίμα φόβου και τρομοκρατίας ή πρέπει να περιμένει να το κάνει «μετά»;
Αναμφίβολα, στις συνθήκες αυτές, έχει ιδιαίτερη σημασία πώς τοποθετείται ο καθένας μπροστά στη νέα αυτή κατάσταση και πολύ περισσότερο οργανώσεις με αναφορά στην αριστερά. Θεωρούμε πως μία τοποθέτηση σαν και την παραπάνω, καλλιεργεί τον συμφιλιωτισμό με το κλίμα «εθνικής συναίνεσης και ομοψυχίας» που θέλει να καλλιεργήσει η κυβέρνηση. Η ΝΔ, ακριβώς για να βάλει «κάτω από το χαλί» τις δικές της (και όσων κυβέρνησαν τα προηγούμενα χρόνια) εγκληματικές ευθύνες για το γεγονός ότι η δημόσια υγεία είναι αντιμέτωπη με κλειστά νοσοκομεία, ελάχιστες ΜΕΘ, μικρό αριθμητικά προσωπικό και σχεδόν ανύπαρκτα μέτρα προστασίας, πετάει το μπαλάκι στην «ατομική ευθύνη», προβάλλοντας την αντίληψη πως για την εξάπλωση της νόσου φταίμε όλοι. Με τον τρόπο αυτό, η κυβέρνηση εξασφαλίζει πως αν η πανδημία αντιμετωπιστεί σχετικά αποτελεσματικά θα είναι επειδή είναι υπεύθυνη και πήρε έγκαιρα «σκληρά αλλά αναγκαία μέτρα». Αν πάλι τα κρούσματα και οι νεκροί αυξηθούν τις επόμενες μέρες, θα φταίνε οι «λιγοστοί ανεύθυνοι» συμπολίτες μας, όχι τα κλεισμένα νοσοκομεία, τα χιλιάδες κενά γιατρών και νοσηλευτών, ο μικρός αριθμός ΜΕΘ που κανονικά θα έπρεπε να είναι 3.000.
Μπροστά στην κυβερνητική προπαγανδιστική εκστρατεία, νομίζουμε πως κάθε δύναμη που αναφέρεται στην αριστερά και ιδιαίτερα στο κομμουνιστικό κίνημα, οφείλει να καταγγείλει το σάπιο ιδεολόγημα της «ατομικής ευθύνης», προβάλλοντας τώρα τα δίκαια αιτήματα για την ενίσχυση της δημόσιας δωρεάν υγείας. Να σταθεί στο πλευρό του λαού ουσιαστικά, δίνοντάς του θάρρος και αισιοδοξία, κόντρα στο αίσθημα του εγκλεισμού και του ατομικού δρόμου, κόντρα στο κλίμα φόβου και τρόμου, ενάντια στο δόγμα «νόμος και τάξη». Να προβάλλει τώρα αγωνιστικά αιτήματα και διεκδικήσεις για να μην περάσουν οι απολύσεις και οι μειώσεις μισθών, για να δοθούν όλα τα δώρα και τα επιδόματα, για να «μη βάλουν πλάτη οι εργαζόμενοι» μπροστά στο ξέσπασμα της επερχόμενης οικονομικής κρίσης.
Τέλος, θεωρούμε πως καθήκον της κάθε πολιτικής δύναμης που (θέλει να) λέγεται προοδευτική, αριστερή και δη κομμουνιστική, είναι ούτε μία στιγμή να μη συντάσσεται με την κυρίαρχη ιδεολογία και προπαγάνδα, αλλά σταθερά και αταλάντευτα να προβάλλει στον λαό πως μοναδικός δρόμος για να λυθούν τα προβλήματά του, από τα πιο μικρά μέχρι τα πιο μεγάλα, είναι εκείνος της ανειρήνευτης πάλης και αντίστασης ενάντια στην πολιτική που τσακίζει το παρόν και υποθηκεύει το μέλλον του.
Απ’ το σύνθημα «θα λογαριαστούμε μετά» αυτό που μένει στον κόσμο είναι το «μετά», είναι η μετάθεση των λαϊκών αναγκών και των διεκδικήσεων σε ένα αόριστο και αφηρημένο μέλλον και για τον λόγο αυτό πρέπει να βρει απέναντι κάθε πραγματικά προοδευτική και αριστερή φωνή.