5 Μαΐου 2010, μία μέρα πριν την ψήφιση του πρώτου μνημονίου, οι δρόμοι της Αθήνας τραντάζονται από τον κοινό βηματισμό δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων σε μία από τις πιο μαζικές απεργιακές διαδηλώσεις των τελευταίων δεκαετιών. Η κυβερνητική προπαγάνδα που παρουσιάζει την επιβολή των μέτρων ως αναγκαία, δεν πιάνει τόπο. Η πλειοψηφία του ελληνικού λαού αντιλαμβάνεται ότι ΕΕ, ΔΝΤ και η ντόπια άρχουσα τάξη επιχειρούν να φορτώσουν στη πλάτη των εργαζομένων και του λαού τα σπασμένα της οικονομικής κρίσης και δηλώνει αγωνιστική πρόθεση για μαζική πάλη ενάντια στην επιβολή των μνημονίων και τον ραγιαδισμό της κυβέρνησης, πλημμυρίζοντας τους δρόμους της Αθήνας. Στη διάρκεια αυτής της διαδήλωσης το τραπεζικό κατάστημα της marfin επί της οδού Σταδίου στο οποίο βρίσκονται 25 εργαζόμενοι δέχεται εμπρηστική, δολοφονική επίθεση που είχε ως αποτέλεσμα τον τραγικό θάνατο τριών εργαζομένων.
10 χρόνια μετά το τραγικό αυτό συμβάν, σε κλίμα εθνικής ομοψυχίας με πρόσχημα την «κοινή μάχη» ενάντια στην εξάπλωση του ιού η κυβέρνηση ΝΔ επιχειρεί να ανασύρει την υπόθεση, προκειμένου να ενισχύσει την σύμπλευση της κοινής γνώμης με την πολιτική της. 10 χρόνια μετά πραγματοποίησε, τιμητική εκδήλωση στην μνήμη των θυμάτων, θέλοντας να σφραγίσει το τέλος της εποχής του «διχασμού» όπως δήλωσε ο Κ. Μητσοτάκης, λέγοντας συγκεκριμένα «Ο συμβολισμός της σημερινής κίνησης είναι σαφής και ξεκάθαρος. Ποτέ ξανά να μην πέσει η χώρα θύμα του τυφλού διχασμού…». Πράγματι ο «συμβολισμός» που επιχείρησε να κάνει η κυβέρνηση είναι σαφής, η φιέστα που διοργάνωσαν δεν αφορά καθόλου τη μνήμη των θυμάτων και την συμπόνια των κυβερνώντων αλλά τον καταλογισμό του τραγικού αυτού γεγονότος στο λαϊκό εργατικό κίνημα και την αριστερά και την αμαύρωση των μαζικών διαδηλώσεων στη συνείδηση του κόσμου. 10 χρόνια μετά ο ελληνικός λαός βρίσκεται πάλι αντιμέτωπος με μία νέα οικονομική κρίση, με τα πακέτα στήριξης που μελετάνε οι μεγάλες δυνάμεις και θα συνοδεύονται από νέες δεσμεύσεις, δηλαδή από νέα μνημόνια… Η άρχουσα τάξη απαιτεί για άλλη μία φορά την θυσία του ελληνικού λαού προκειμένου να διασωθεί από την κρίση και σε αυτό ακριβώς το σημείο ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζητάει τη συναίνεση της ελληνικής κοινωνίας αξιοποιώντας επικοινωνιακά την υπόθεση της marfin, για να διατυμπανίσει το τέλος της εποχής του διχασμού. «Έρχονται δύσκολες μέρες και πρέπει να είμαστε ενωμένοι, να αφήσουμε πίσω μας τον διχασμό, να συμφωνήσουμε με τα νέα μνημόνια, να αποδεχτούμε τη νέα λεηλασία της τσέπης μας και του πλούτου της χώρας μας, χωρίς φωνές, χωρίς απεργίες, χωρίς αντιδράσεις». Αυτή την εποχή θέλει να εγκαινιάσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Αποδίδοντας τα θύματα της marfin στην «ακραία πόλωση και τον τυφλό διχασμό» υπονοούν έμμεσα ότι η λαϊκή οργή απέναντι στο άδικο των μέτρων που εκφράστηκε μέσα από μαζικές διαδηλώσεις οδήγησε στον εμπρησμό και τελικά τον θάνατο των τριών εργαζομένων. Στην πραγματικότητα η δολοφονική αυτή ενέργεια δεν έχει καμία σχέση με το εργατικό και λαϊκό κίνημα, το οποίο την καταδίκασε απερίφραστα. Οι πρακτικές της μολότοφ και της κουκούλας είναι πρακτικές εχθρικές προς το κίνημα συνολικά, στρέφονται εναντίον του και ως τέτοιες αξιοποιούνται, είτε ακόμα χρησιμοποιούνται από το ίδιο το κράτος. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει ποιος βρισκόταν κάτω από την κουκούλα του δολοφονικού αυτού χτυπήματος· μπορούμε όμως σίγουρα να ξέρουμε ποιον βόλεψε και τελικά ποιον υπηρέτησε αυτό, όπως και κάθε άλλο αντίστοιχο χτύπημα. Ο εμπρησμός της marfin, ανεξάρτητα από το αν ήταν στημένη προβοκάτσια ή όχι, σίγουρα λειτούργησε ως τέτοια, υπηρετώντας απόλυτα την μνημονιακή πολιτική, την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και τους τότε συνοδοιπόρους της ΝΔ που έψαχναν απεγνωσμένα να βρουν τρόπο να καταστείλουν και να φιμώσουν το μαζικό λαϊκό κίνημα που είχε αρχίσει να ξεσπά ως αποτέλεσμα μιας βάρβαρης αντιλαϊκής πολιτικής.
10 χρόνια μετά οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι επιμένουν να αξιοποιούν το τραγικό αυτό συμβάν γιατί γνωρίζουν ότι η πολιτική που με το ένα χέρι χαρίζει πακέτα εκατομμυρίων για τη διάσωση του ιδιωτικού κεφαλαίου, των μεγάλων επιχειρήσεων, των τραπεζιτών και εφοπλιστών και με το άλλο αδειάζει την τσέπη του εργαζόμενου λαού κυοφορεί νέους μαζικούς αγώνες και συλλογικές αντιδράσεις. 10 χρόνια μετά η τιμητική πλακέτα που γράφει ότι οι τρεις νεκροί εργαζόμενοι είναι «θύματα του τυφλού μίσους που γεννά ο διχασμός» προσπαθεί να αποκρύψει αυτή την αλήθεια.
Οι νεκροί της marfin ήταν εργαζόμενοι, εργαζόμενοι που δούλευαν χωρίς μέτρα ασφάλειας, εργαζόμενοι που εγκλωβίστηκαν σε ένα κτήριο χωρίς πιστοποιητικό πυρασφάλειας, και στην πραγματικότητα χωρίς καμία έξοδο κινδύνου! Οι νεκροί της marfin ήταν εργαζόμενοι που ζήτησαν από τους τραπεζίτες να μην λειτουργήσει το κατάστημα εκείνη την ημέρα αλλά οι τραπεζίτες το αρνήθηκαν. Ζήτησαν να μην βρίσκονται στον εργασιακό χώρο την ώρα των διαδηλώσεων, αλλά οι τραπεζίτες το αρνήθηκαν. Την ίδια μέρα ζήτησαν να φύγουν από το κατάστημα αλλά οι τραπεζίτες το αρνήθηκαν. Οι τραπεζίτες που λειτουργούσαν ένα κατάστημα χωρίς έξοδο κινδύνου και χωρίς μέτρα πυρασφάλειας παραβιάζοντας μια σειρά από νόμους και κανονισμούς και θέτοντας τη ζωή 25 ανθρώπων σε κίνδυνο αρνήθηκαν το αίτημα των εργαζομένων, οι οποίοι διαισθάνονταν ότι υπάρχει απειλή αφού το κατάστημα είχε ξαναδεχτεί επίθεση το 2008. Αυτό δεν λέγεται εγκληματική αμέλεια απλώς..! Μάλιστα οι τραπεζίτες συνέχισαν να ακολουθούν την ίδια πρακτική σε διάφορες τράπεζες και τραπεζικά καταστήματα στα οποία ακόμα και στην μετά marfin εποχή έδιναν εσωτερικές οδηγίες προκειμένου να κατεβαίνουν τα ρολά στις εξόδους κινδύνου, ώστε να διασφαλίζονται τα χρηματοκιβώτιά τους. Οι έλεγχοι στις τράπεζες για τα μέτρα ασφαλείας στην μετά marfin εποχή δεν εντατικοποιήθηκαν από καμία κυβέρνηση, τα πρόστιμα -που θα έπρεπε να πέφτουν βροχή για σωρεία παραβιάσεων- δεν έπεσαν από καμία κυβέρνηση. Για ποιον «τυφλό διχασμό» λοιπόν μας μιλάνε; Διχασμός υπαρκτός και όχι τυφλός, με άλλα λόγια αντικρουόμενα συμφέροντα και διαπάλη υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει, Από τη μία οι εργαζόμενοι που εξαναγκάστηκαν ή και εκβιάστηκαν για να δουλέψουν σε εργασιακούς χώρους χωρίς μέτρα προστασίας και από την άλλη οι τραπεζίτες που τους εξανάγκασαν. Από τη μία ο εργαζόμενος λαός που διαδήλωνε για να διασφαλίσει τα κεκτημένα του και από την άλλη οι τραπεζίτες, οι εφοπλιστές, το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο που προσπαθούσαν να επιβάλουν περικοπές, φορολεηλασία, διάλυση συμβάσεων, περισσότερη δουλειά με λιγότερα λεφτά, απλήρωτες υπερωρίες, απολύσεις, δηλαδή μέτρα που θα χειροτέρευαν δραματικά το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων που βρίσκονταν εντός και εκτός marfin. Σε αυτή τη διαπάλη αυτοί που υποκριτικά έβγαλαν δακρύβρεχτους λόγους υπηρετούν πιστά τους δεύτερους, δηλαδή τους τραπεζίτες και το κεφάλαιο, ενώ αυτοί που διαδήλωναν στην μεγαλειώδη αυτή πορεία ήταν οι πρώτοι, δηλαδή οι εργαζόμενοι.
Οι δακρύβρεχτοι λόγοι τους λοιπόν είναι υποκριτικοί και γελοίοι! Είναι υποκριτικοί και γελοίοι γιατί αξιοποιούν το δολοφονικό χτύπημα της marfin για να χτυπήσουν το εργατικό κίνημα, τη συλλογική δράση και την απεργία, δηλαδή τα μοναδικά εργαλεία με τα οποία οι εργαζόμενοι μπορούν να αντισταθούν στις ασύδοτες απαιτήσεις των εργοδοτών, τα μοναδικά εργαλεία με τα οποία μπορούν να αντισταθούν σε εκβιασμούς και απειλές σαν αυτές που εξαπέλυαν τότε οι τραπεζίτες. Είναι υποκριτικοί και γελοίοι γιατί βάζουν εκ νέου στο στόχαστρο το ήδη διαλυμένο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων, αφαιρώντας εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα. Είναι υποκριτικοί και γελοίοι οι δακρύβρεχτοι λόγοι τους γιατί συντάσσονται με τους τραπεζίτες που διεκδικούν να πάρουν πίσω τις αποζημιώσεις των θυμάτων. Γιατί εκτός των άλλων οι ίδιοι σκόπευαν να διεκδικήσουν αναίρεση της δικαστικής απόφασης που δικαίωνε τα θύματα και τους εργαζόμενους με αποζημιώσεις του δημοσίου. Μόλις όμως το ζήτημα έσκασε στη δημοσιότητα και πήρε διαστάσεις, ανακοίνωσαν ότι παραιτούνται από αυτή τη διεκδίκηση προκειμένου να αποφύγουν το διασυρμό.
10 χρόνια μετά ο ελληνικός λαός βγήκε τσακισμένος από αυτή τη διαπάλη, μετρώντας δεκάδες χιλιάδες άνεργους, άστεγους και εξαθλιωμένους ανθρώπους, μετρώντας τη διάλυση της δημόσιας παιδείας και της δημόσιας υγείας, κλειστά νοσοκομεία χιλιάδες κενά σε προσωπικό, νοσοκομεία χωρίς βασικά υλικά, μετρώντας ιδιωτικοποιήσεις και ξεπούλημα κρατικού πλούτου και δημόσιας περιουσίας, μετρώντας χιλιάδες νέους που βγήκαν στο δρόμο της μετανάστευσης. Αυτά όλα τα υπερασπίστηκαν ως αναγκαία οι σημερινοί θιασώτες του τέλους της «εποχής του διχασμού».
Τώρα, όπως και τότε, βρισκόμαστε μπροστά σε μία νέα οικονομική κρίση, όμως τα κυβερνητικά αφηγήματα του «όλοι μαζί τα φάγαμε», του «τεμπέλη ελληνικού λαού» και των «κακών δημοσίων υπαλλήλων» δεν έχουν καμία ελπίδα πια. Σήμερα το κυβερνητικό αφήγημα που θέλουν να ενισχύσουν είναι αυτό της «εθνικής ομοψυχίας» και η φιέστα που διοργάνωσαν οι κυβερνώντες επιχειρεί να στείλει ακριβώς αυτό το μήνυμα, βάζοντας στο στόχαστρο τους μαζικούς λαϊκούς και συνδικαλιστικούς αγώνες, για να προστατέψουν για άλλη μία φορά τους ολιγάρχες.
Τους νεκρούς εργαζόμενους της marfin δεν μπορεί να τους τιμήσει κανένας κυβερνητικός εκπρόσωπος από αυτούς που σφιχταγκαλιάζονται με τους Βγενόπουλους. Τα θύματα της εμπρηστικής δολοφονικής επίθεσης, τους εργαζόμενους Επαμεινώνδα Τσάκαλη (36 ετών), Παρασκευή Ζούλια (35 ετών) και την 4ων μηνών έγκυο, Αγγελική Παπαθανασοπούλου (32 ετών), μόνο ο λαός και οι εργαζόμενοι μπορούν να τους τιμήσουν, γιατί ήταν δικό τους αίμα, γιατί είχαν κοινές αγωνίες, κοινούς φόβους και κοινούς εχθρούς. Μόνο οι εργαζόμενοι μπορούν να τους τιμήσουν και να τους δικαιώσουν με μαζικούς συλλογικούς περιφρουρημένους αγώνες, για να μην δουλεύει κανείς χωρίς μέτρα ασφαλείας, για να σπάσει το κλίμα φόβου και τρομοκρατίας μέσα στους χώρους δουλειάς και να μην εκβιάζεται κανένας υπό την απειλή της απόλυσης, για να αποκτήσουν ξανά οι εργαζόμενοι τη δύναμή τους και τη φωνή τους και να μπορούν να επιβάλλουν αυτό που οι ίδιοι κρίνουν δίκαιο και αναγκαίο για τις ζωές τους!