Με γοργούς ρυθμούς προχωρά η κυβέρνηση της ΝΔ στην υλοποίηση του αντιλαϊκού της προγράμματος. Η ΝΔ δεν έκρυψε ούτε προεκλογικά, ούτε πολύ περισσότερο την επομένη της ανάληψης της κυβερνητικής εξουσίας τις πραγματικές της επιδιώξεις και ποιους θα βάλει στο στόχαστρο του αντιλαϊκού της προγράμματος.
Ο Βρούτσης λοιπόν, υπουργός Εργασίας, προχώρησε μέσα στον Αύγουστο, στην εξαγγελία δέσμης αντεργατικών και αντιδημοκρατικών μέτρων, που αφορούν στη λειτουργία των συνδικάτων και των σωματείων. Μέτρα τα οποία αν τελικά εφαρμοστούν θα αποτελέσουν μια πρωτόγνωρη αντιδραστική τομή που γυρίζουν το χρόνο πολλές δεκαετίες πίσω σε σκληρές περιόδους για το εργατικό – συνδικαλιστικό κίνημα. Τα μέτρα αυτά δεν αποτελούν κεραυνό εν αιθρία, αφού είχαν εξαγγελθεί και προπαγανδιστεί από τη ΝΔ, ήδη από την προεκλογική περίοδο. Μάλιστα η ΝΔ διακήρυττε με στόμφο πως θα βάλει – τάχα – τάξη στο συνδικαλιστικό τοπίο, στη λειτουργία των συνδικάτων για να διασφαλίσει, όπως έλεγε, τη δημοκρατική, ελεύθερη και ανεμπόδιστη έκφραση των εργαζομένων στη λήψη των αποφάσεων. Μάλιστα όλη την περίοδο αυτή επιχειρεί να εξωραΐσει τα μέτρα προσδίδοντάς τους ένα δήθεν μοντέρνο και εκσυγχρονισμένο προφίλ.
Ο υπουργός Εργασίας εξήγγειλε λοιπόν ότι η κυβέρνηση θα προχωρήσει στη δημιουργία ενός ηλεκτρονικού μητρώου των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Παράλληλα, θεσπίζει τη λειτουργία της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για τη λήψη απόφασης για απεργία. Η κυβερνητική προπαγάνδα προβάλλει ως επιχείρημα πως πρέπει να μπει μια τάξη στα συνδικάτα και τη λειτουργία τους, ώστε να αποφεύγονται – όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο Βρούτσης – τα αντιδημοκρατικά φαινόμενα, σαν και αυτά του τελευταίου συνεδρίου της ΓΣΕΕ!
Ώστε λοιπόν η κυβέρνηση αποφάσισε να βάλει το λύκο να φυλάει τα πρόβατα, σύμφωνα με τη λαϊκή ρήση. Δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία για τις πραγματικές προθέσεις και επιδιώξεις της ΝΔ. Η κυβέρνηση δεν αγωνιά, όπως δημαγωγικά κομπάζει, να θεμελιώσει ένα δημοκρατικό κλίμα μέσα στα συνδικάτα, ούτε βέβαια να τα απαλλάξει από τα φαινόμενα εκφυλισμού, τα οποία μάλιστα εκδηλώνονται με πολύ έντονο τρόπο το τελευταίο διάστημα.
Το ακριβώς αντίθετο μάλιστα. Ο διακηρυγμένος στόχος και πόθος της νεοφιλελεύθερης κλίκας του Μητσοτάκη είναι η ακόμα μεγαλύτερη υποταγή του εργατικού – συνδικαλιστικού κινήματος. Στην πολιτική της καπιταλιστικής ανάπτυξης και τον περίφημων “επενδύσεων” δεν έχουν θέση τα δημοκρατικά δικαιώματα, δεν χωρούν οι εργατικές κατακτήσεις των εργαζομένων, ούτε και η συλλογική διεκδίκηση και υπεράσπιση τους μέσα από το δρόμο της οργανωμένης πάλης των συνδικάτων. Η ντόπια πλουτοκρατική ολιγαρχία, οι μεγαλοβιομήχανοι του ΣΕΒ, που τελευταία με απροκάλυπτο και κυνικό τρόπο ανέλαβαν και κυβερνητικά πόστα, καθώς και η εργοδοσία, θέλουν να μετατρέψουν σε έρημο, το εργασιακό τοπίο, γιατί μόνο έτσι μπορούν να εξαπολύσουν την πιο βάρβαρη καπιταλιστική εκμετάλλευση και καταπίεση των εργαζομένων για να υπηρετήσουν την ασύδοτη κερδοφορία τους.
Η πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ αυτόν ακριβώς το στόχο υπηρετεί. Πάνω στο έδαφος της υποχώρησης του εργατικού κινήματος και στα φαινόμενα εκφυλισμού του συνδικαλιστικού κινήματος, που γεννιούνται και αναπαράγονται από την κυριαρχία του κυβερνητικού και φιλοεργοδοτικού συνδικαλισμού και του ρεφορμισμού, η κυβέρνηση βρίσκει τώρα χρυσή ευκαιρία για να εξαπολύσει ένα νέο κύμα αντεργατικής επίθεσης για να καταπνίξει τα πιο θεμελιώδη δημοκρατικά δικαιώματα των εργαζομένων και της εργατικής τάξης.
Με τη δέσμη των μέτρων που εξήγγειλε η κυβέρνηση, δεν επιδιώκει να διορθώσει τα “κακώς κείμενα” στους κόλπους του συνδικαλιστικού κινήματος, ούτε πολύ περισσότερο δεν κόπτεται για την ελεύθερη έκφραση των εργαζομένων στη λήψη αποφάσεων και ιδιαίτερα στο πιο κρίσιμο ζήτημα, αυτό της απεργίας. Αντίθετα, στοχεύει στη δημιουργία ενός καθεστώτος απόλυτου ελέγχου και χειραγώγησης των συνδικάτων, που συνοδεύεται με την ένταση της τρομοκρατίας των εργαζομένων. Πίσω από την αθωότητα των λέξεων, του διαβόητου “μητρώου συνδικαλιστών” και της “ηλεκτρονικής ψηφοφορίας”, βρίσκεται το φακέλωμα των εργαζομένων, ο σκληρός επιθεωρητισμός και ο χαφιεδισμός, ο ασφυκτικός έλεγχος και παρακολούθηση της συνδικαλιστικής τους δράσης, η περιστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων στους χώρους δουλειάς.
Πατώντας στην προηγούμενη αντιδραστική τομή του ΣΥΡΙΖΑ στο συνδικαλιστικό νόμο, που άλλαξε προς το χειρότερο τον τρόπο λήψης των αποφάσεων για την κήρυξη της απεργίας, προχωρά σε ακόμα μεγαλύτερη και πιο βαθιά τομή επιβάλλοντας τη λεγόμενη ηλεκτρονική ψηφοφορία. Στόχος της είναι να χτυπήσει τις συλλογικές δημοκρατικές διαδικασίες των συνδικάτων και τις Γενικές Συνελεύσεις, να καταστήσει ακόμα πιο δύσκολη την κήρυξη της απεργίας, να αλυσοδέσει τους εργαζόμενους για να τους παραδώσει αφοπλισμένους στην εργοδοσία και το μεγάλο κεφάλαιο, ντόπιο και ξένο. Στέλνει επίσης μήνυμα πως ακόμα και η πρόθεση για αγωνιστική και απεργιακή διεκδίκηση εργατικών δικαιωμάτων παρακολουθείται, καταγράφεται ώστε να αξιοποιηθεί στον κατάλληλο χρόνο από την εργοδοσία ως φόβητρο και απειλή ή ακόμα και πράξη απόλυσης. Για να βγει η εργοδοσία από τη δύσκολη θέση να απολογηθεί για την όποια απόλυση, έσπευσε η κυβέρνηση να καταργήσει το βάσιμο λόγο απόλυσης.
Η κυβέρνηση, υπηρετώντας τα συμφέροντα της ντόπιας ολιγαρχίας και τις υπαγορεύσεις των ξένων αφεντικών της, στέλνει σαφές μήνυμα προς την εργατική τάξη. Με την πολιτική της επιφέρει καίριο χτύπημα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Εγκαινιάζει μια νέα περίοδο σκλήρυνσης της εσωτερικής ζωής, κρατικής καταστολής και τρομοκράτησης των εργαζομένων την ώρα που ανοίγει δρόμους και λεωφόρους στην εργοδοσία και στο μεγάλο κεφάλαιο να καταπατούν και να καταστρατηγούν κάθε εργασιακό δικαίωμα και κατάκτηση που μπαίνει εμπόδιο στην κερδοφορία τους. Το εργατικό – συνδικαλιστικό κίνημα χρειάστηκε να δώσει μακρόχρονους, σκληρούς και αιματηρούς αγώνες για να κατακτήσει το δικαίωμα στην ανεμπόδιστη και ελεύθερη δημοκρατική έκφραση των εργαζομένων, ενάντια στον κρατικό και εργοδοτικό ασφυκτικό έλεγχο. Το δικαίωμα στην απεργία, σαν το πιο ισχυρό όπλο για την αγωνιστική συλλογική διεκδίκηση, και οι δημοκρατικές διαδικασίες, όπως οι Γενικές Συνελεύσεις, είναι κατακτήσεις που κερδήθηκαν μέσα από σκληρούς και ανυποχώρητους αγώνες της εργατικής τάξης.
Οι εργαζόμενοι και η εργατική τάξη στο σύνολό της δεν πρέπει να αφήσουν αναπάντητη τη νέα πρόκληση της κυβέρνησης. Απέναντι στο νέο αντιδραστικό οδοστρωτήρα της κυβέρνησης, το εργατικό – συνδικαλιστικό κίνημα οφείλει να ορθώσει τείχος αντίστασης και υπεράσπισης των συνδικάτων. Ο αγώνας και η πάλη ενάντια στη πολιτική αυτή περνάει υποχρεωτικά μέσα από την αγωνιστική και ταξική ανασύνταξή του, την αδιάκοπη αντιπαράθεση με τον κυβερνητικό και φιλοεργοδοτικό συνδικαλισμό, με τους εκφραστές των φαινομένων εκφυλισμού και διαλυτισμού που απομαζικοποιούν τα συνδικάτα και τα σωματεία. Απέναντι στην κυβερνητική επίθεση στα συνδικαλιστικά δικαιώματα και ελευθερίες, το εργατικό κίνημα πρέπει να προτάξει αγωνιστικά το σύνθημα ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ!