Ο νόμος-έκτρωμα Χατζηδάκη (ν.4808/2021), που στρέφεται ευθέως ενάντια στο δικαίωμα της απεργίας, είναι γεγονός ότι έχει ενισχύσει το οπλοστάσιο της κυβέρνησης προκειμένου να καταστείλει το κορυφαίο αυτό δικαίωμα των εργαζομένων που αποτελεί ταυτόχρονα και το δυνατότερο δικό τους όπλο, να διεκδικούν και να αντιστέκονται στην όποια κυβερνητική αντεργατική πολιτική ή εργοδοτική αυθαιρεσία.

Θυμίζουμε ότι ο νόμος ανάμεσα στα άλλα προβλέπει: 4ήμερη προειδοποίηση για τις επιχειρήσεις δημοσίου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας – εισάγεται η υποχρέωση διάθεσης προσωπικού ελάχιστης εγγυημένης λειτουργίας, επιπλέον του προσωπικού ασφαλείας, τουλάχιστον στο 1/3 (!) – « Η παρεμπόδιση εργαζομένων που επιθυμούν να εργασθούν κατά τη διάρκεια της απεργίας, θα διώκεται ποινικά.» – Παρεμπόδιση και άσκηση ψυχολογικής βίας θεωρείται και η συζήτηση για την απεργία. – Εισάγεται ο διάτρητος και απολύτως ελεγχόμενος μηχανισμός των ηλεκτρονικών ψηφοφοριών για την κήρυξη της απεργίας και όχι μόνο.

Οι απεργίες πριν καλά-καλά προκηρυχθούν έχουν ήδη παραπεμφθεί στα δικαστήρια προκειμένου να κηρυχθούν-είναι ακόμη πιο εύκολο πια- παράνομες ή και καταχρηστικές. Αλλά και αυτό, όπως αποδεικνύεται, δεν είναι αρκετό για τη λυσσαλέα προσπάθεια της κυβέρνησης να καταστείλει τους αγώνες των εργαζομένων. Δεν είναι μόνο η αχαλίνωτη χρήση αστυνομικής βίας στις διαδηλώσεις, όπως και στις πρόσφατες με αφορμή το έγκλημα στα Τέμπη, αλλά τελευταία και οι όλο και τακτικότερες παρεμβάσεις του υπουργού Εσωτερικών, με φανερό σκοπό να σπάσουν απεργίες και να εκφοβίσουν και να τρομοκρατήσουν τους εργαζόμενους που απεργούν.

Ο γνωστός ακροδεξιός υπουργός Μ. Βορίδης επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο να συλλέξει τα ονόματα των απεργών, στην πρόσφατη 24ωρη απεργία της ΑΔΕΔΥ στις 8 Μάρτη. Έγγραφο που στάλθηκε από το υπουργείο Εσωτερικών προς τις δημόσιες υπηρεσίες ζητούσε άμεσα, εντός 3 εργάσιμων ημερών, να ενημερώσουν για τους υπαλλήλους που συμμετείχαν στην απεργία και μάλιστα όχι ως αριθμό, αλλά και με ονοματεπώνυμα, ενώ για να εντείνει τον εκφοβισμό δεν παρέλειπε να συνδέσει την απεργία με την αξιολόγηση των υπαλλήλων.

Ο ίδιος πρωταγωνίστησε και σε ένα ύπουλο σκηνικό που στήθηκε προκειμένου επίσης να τρομοκρατήσει εργαζόμενους – απεργούς, όταν την προηγούμενη ημέρα της άλλης μεγάλης 24ωρης απεργίας στις 16 Μάρτη έβγαλε, καθόλου τυχαία, από το υπουργείο του, ανακοίνωση σύμφωνα με την οποία η απεργία κρίθηκε παράνομη. Το γεγονός ότι δεν αναφερόταν στη συγκεκριμένη κινητοποίηση – δεν διευκρινίστηκε εσκεμμένα, καθώς είναι προφανές ότι απώτερος στόχος ήταν να χτυπήσει αυτή τη συγκεκριμένη απεργία. Ακολούθησε, αργά το βράδυ της ίδιας ημέρας, και ανασκευαστική ανακοίνωση στην οποία διευκρινιζόταν ότι η δικαστική απόφαση για παράνομη και όχι καταχρηστική αφορούσε την απεργία-αποχή από την αξιολόγηση, την οποία είχε προκηρύξει η ΑΔΕΔΥ. Με τον ίδιο τον Μ. Βορίδη όπως και διάφορα κυβερνητικά δεκανίκια, να φτάνουν στο σημείο να δίνουν και μαθήματα “ανθρωπιάς” εγκαλώντας τους δημόσιους υπαλλήλους ότι δρουν “συντεχνιακά” μέσα σε αυτή τη συγκυρία και απεργούν για να μην αξιολογηθούν. Ενώ το προχώρησαν και παραπέρα συνδέοντας την ευθύνη για το δυστύχημα στον μη αξιολογημένο, ακατάλληλο σταθμάρχη -που οι ίδιοι βεβαίως τοποθέτησαν- και χωρίς αμφιβολία ακόμη και αν είχε αξιολογηθεί με βάση την αξιολόγησή τους, κατάλληλο θα τον έκριναν. Επιπλέον να σημειωθεί πως η απεργία-αποχή κατά της αξιολόγησης κρίθηκε παράνομη για τυπικούς λόγους, δηλαδή ως προς το σκέλος της απουσίας διαπραγμάτευσης με τον ΟΜΕΔ, ενώ η ΑΔΕΔΥ ανακοίνωσε πως θα προχωρήσει σε νέα απόφαση από τα αρμόδια όργανα.

Επίσης, ο ίδιος υπουργός προχώρησε και σε άλλες κινήσεις τρομοκράτησης απεργών, με αφορμή προηγούμενη απεργία, στις αρχές Φλεβάρη, την οποία πραγματοποίησαν μια σειρά ομοσπονδίες του δημοσίου, με κεντρικό άξονα τους μηχανικούς του δημοσίου, απαιτώντας, μέσα σε άλλα, και την καλυτέρευση των συνθηκών στις πολεοδομίες. Αμέσως μετά την κήρυξη της απεργίας ο υπουργός Εσωτερικών, Μ. Βορίδης, όχι μία, αλλά δύο φορές προσέφυγε στα δικαστήρια για να κριθεί η απεργία «παράνομη και καταχρηστική». Και τις δύο το δικαστήριο έκρινε ότι ο Υπουργός δεν έχει «έννομο συμφέρον» να ταχθεί εναντίον των εργαζομένων. Το αιτιολογικό της απόφασης ωστόσο δεν απέρριπτε το σκεπτικό του Βορίδη, αλλά το «έννομο συμφέρον» του, γιατί και το υπουργείο Εσωτερικών δεν είναι ο άμεσος εργοδότης των απεργών για να απαιτεί την άρση της απεργίας. Και επειδή καθώς φαίνεται ο νόμος Χατζηδάκη εδώ ήταν «ανεπαρκής» για τον Βορίδη, προχώρησε στο απαραίτητο συμπλήρωμά του. Η σχετική διάταξη εκχωρεί νομοθετικά στον εκάστοτε υπουργό το «έννομο συμφέρον», να καταθέτει αγωγές σε βάρος κινητοποιήσεων εργαζομένων σε ΟΤΑ και Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), με στόχο να απαγορευτεί η κήρυξη των απεργιών τους… Και αφού μετά και την ψήφιση του απεργοσπαστικού νόμου Χατζηδάκη, η εργοδοσία έχει καταφέρει να κηρύσσουν τα δικαστήρια το 98% των απεργιών «παράνομες και καταχρηστικές», τώρα θα έχουν τη δυνατότητα να μεγαλώσει ακόμη περισσότερο αυτό το ποσοστό.

Τέλος, ένα ακόμη-το πιο τελευταίο- δείγμα ωμής αντεργατικής παρέμβασης από την αποκεντρωμένη Διοίκηση Αττικής- τμήμα του ίδιου υπουργείου Εσωτερικών – είναι το κάλεσμα σε απολογία 27 δημοτικών συμβούλων του Δήμου Αγ. Δημητρίου γιατί αποφάσισαν ομόφωνα να μην ασκήσουν έφεση σε ευνοϊκές για 34 εργαζόμενους πρωτόδικες αποφάσεις. Πρόκειται, το δίχως άλλο, για μια άκρως προκλητική ενέργεια, καθώς οι δημοτικοί σύμβουλοι καλούνται σε απολογία λόγω της ομόφωνης απόφασης που είχαν λάβει τον περασμένο Σεπτέμβριο, να μην ασκήσουν έφεση κατά πρωτόδικων αποφάσεων που μετέτρεπαν τις εδώ και τρία χρόνια, συμβάσεις 34 εργαζομένων από ορισμένου σε αορίστου χρόνου, καθώς όπως και έκριναν, οι εργαζόμενοι αυτοί είναι απαραίτητοι για τις υπηρεσίες του δήμου τους. Η κατηγορία που αποδίδεται στους δημοτικούς συμβούλους είναι αυτή της «παράβασης καθήκοντος με δόλο», καθώς σύμφωνα με νομοθετική ρύθμιση οι δήμοι έχουν την «υποχρέωση εξάντλησης κάθε ένδικου μέσου που αφορά σε διεκδικήσεις εργαζομένων», που σημαίνει ότι ο νόμος τους υποχρεώνει να σέρνουν αδιαλείπτως στα δικαστήρια εργαζόμενους συμβασιούχους ακόμη και όταν υπάρχουν δικαστικές αποφάσεις που τους δικαιώνουν, μέχρι άλλα δικαστήρια να τις ακυρώσουν.

Βλέπουμε λοιπόν πως η κυβέρνηση, στην εκπνοή πλέον της θητείας της, χρησιμοποιεί το ακροδεξιό της χέρι, τον Βορίδη, για να επιδοθεί σε ένα όργιο παρεμβάσεων με στόχο να τονώσει την απεργοσπασία, τρομοκρατώντας τους απεργούς, να ελέγξει και να καθορίσει ακόμη περισσότερο δικαστικές αποφάσεις, μέσω νομοθετικών ρυθμίσεων, ακόμη και να ασκήσει τρομοκρατία σε αιρετούς, όπως στην περίπτωση των δημοτικών συμβούλων του δήμου Αγ. Δημητρίου, «διότι δεν συνεμορφώθησαν προς τας υποδείξεις» και δεν αποφάσισαν να προσβάλουν τη δικαστική απόφαση που δικαίωνε τους εργαζόμενους του δήμου. Επιδιώκουν ένα άκρως ασφυκτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κανείς δεν θα κουνιέται ενάντια σε αυτό που «αποφασίζουν και διατάσσουν.»