Παρά τις πομπώδεις δηλώσεις του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης, Μ. Βορίδη -μόλις ανέλαβε τα καθήκοντά του- προς τους εκκοκκιστές, πως «θα πρέπει να δοθεί μια δίκαιη τιμή στο βαμβάκι», στη συνέχεια η κυβέρνηση της ΝΔ και ο ίδιος ξεκαθάρισαν πως δεν μπορούν να υιοθετήσουν κατώτατες εγγυημένες τιμές, διότι κάτι τέτοιο -ως γνωστόν- αντίκειται στην κοινοτική νομοθεσία! Το υποκριτικό ενδιαφέρον του ΣΥΡΙΖΑ για τα «δίκαια αιτήματα των βαμβακοπαραγωγών» μόνο για ανέκδοτο εκλαμβάνεται αν αναλογιστεί κανείς πως την πενταετία της «για πρώτη φορά Αριστεράς», το ίδιο καθεστώς της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) αλλά και μνημονιακής πολιτικής επικρατούσε. Τόσο οι κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, όσο και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, κωφεύουν στα αιτήματα των βαμβακοπαραγωγών για κατώτατες εγγυημένες τιμές, για άμεσες αποζημιώσεις από τον ΕΛΓΑ, για αφορολόγητο πετρέλαιο, για μείωση της τιμής του αγροτικού ρεύματος κατά 50%, για κατάργηση του ΦΠΑ στα αγροτικά μέσα και εφόδια, για ακύρωση των περικοπών στις ενισχύσεις-επιδοτήσεις. Μόνιμη επωδός, το καθεστώς της ΚΑΠ η οποία, στο όνομα του «ελεύθερου ανταγωνισμού», απαγορεύει κάθε μέτρο στήριξης της χειμαζόμενης ελληνικής αγροτιάς.
★★★
Έτσι, οι βαμβακοπαραγωγοί της χώρας βρίσκονται σε απόγνωση καθώς βλέπουν το προϊόν του μόχθου τους να γίνεται αντικείμενο κερδοσκοπίας από μία χούφτα εκκοκκιστές-εμπόρους-βιομηχάνους, που θησαυρίζουν με την ανοχή -ή και συνενοχή- του κράτους. Οι αγρότες διαμαρτύρονται για τις τιμές στο βαμβάκι και ζητούν άμεση συνάντηση με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης. Όπως υποστηρίζουν οι τιμές δεν καλύπτουν καν το κόστος παραγωγής, είναι 20% χαμηλότερες σε σχέση με πέρυσι, ενώ ακόμη μεγαλύτερη θα είναι η απώλεια εισοδήματος, καθώς εμφανίζονται πολύ περισσότερα καλλιεργούμενα στρέμματα βαμβακιού με συνέπεια να μειωθεί ακόμη περισσότερο η συνδεδεμένη ενίσχυση. Όλ’ αυτά και σε συνδυασμό με τη συνεχή αναθεώρηση -προς τα κάτω- της ΚΑΠ, την ανελέητη φοροληστεία, τα ψίχουλα των αποζημιώσεων λόγω καταστροφών, οδηγούν το αγροτικό εισόδημα σε πλήρη σύνθλιψη.
Σημειώνουμε πως η πρόσφατη εγκύκλιος Αρ.Πρωτ. 66544/6.09.19 του Οργανισμού Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων, Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε), σύμφωνα με τις εντολές της ΚΑΠ, ορίζει ότι: «…1.Η συνδεδεμένη ενίσχυση στο βαμβάκι ανέρχεται σε 749,38 € ανά εκτάριο εφ όσον η επιλέξιμη προς ενίσχυση έκταση δεν ξεπεράσει τα 250.000 εκτάρια σύμφωνα με τον Καν. (ΕΕ) 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
2.Η ειδική ενίσχυση χορηγείται στους παραγωγούς που καλλιεργούν βαμβάκι σε επιλέξιμες εκτάσεις και έχει δηλωθεί, η καλλιέργεια, στην Ενιαία Αίτηση Ενίσχυσης.
3.Οι εκκοκκιστικές επιχειρήσεις, παραλαμβάνουν, επεξεργάζονται και αποστέλλουν τα στοιχεία των παραδόσεων βάμβακος στον ΟΠΕΚΕΠΕ.
4.Η μέση απόδοση του εκκοκκιστηρίου στο οποίο έχουν παραδώσει οι παραγωγοί πρέπει να είναι άνω του 32% η οποία παρακολουθείται και επιβεβαιώνεται με τελικό ισοζύγιο».
Ωστόσο, πουθενά μέσα στην κρατική εγκύκλιο που αναφέρεται και στις υποχρεώσεις των εκκοκκιστών δεν υπάρχει η υποχρέωση τους να πληρώνουν τους παραγωγούς σε τακτή ημερομηνία, καθώς και τις κυρώσεις σε περιπτώσεις αθέτησης της πληρωμής. Αυτό το αφήνουν στη συμφωνία-συμβόλαιο εκκοκκιστή-βαμβακοπαραγωγού, ενώ γνωρίζουν πολύ καλά την πλήρη αδυναμία του παραγωγού έναντι του εκκοκκιστή-εμπόρου-βιομήχανου. Κι αυτό έρχεται σε συνέχεια της σύστασης της διαβόητης «διεπαγγελματικής» οργάνωσης βαμβακιού, όπου το κουμάντο κάνουν οι εκκοκκιστές-έμποροι-βιομήχανοι (με τις γνωστές «δημοκρατικές διαδικασίες» των στημένων πλειοψηφιών) σε βάρος των συμφερόντων των παραγωγών. Αυτοί κανονίζουν -σύμφωνα με τα συμφέροντά τους- τις τιμές του βαμβακιού, εκμεταλλευόμενοι την πλήρη αδυναμία (οικονομική, συνεταιριστική, συνδικαλιστική) κυρίως της μεγάλης πλειοψηφίας της φτωχομεσαίας αγροτιάς.
★★★
Να σημειώσουμε πως η συνδεδεμένη ενίσχυση -αν δεν μειωθεί λόγω της αύξησης των καλλιεργηθέντων στρεμμάτων- δηλαδή τα 74,93 €/στρέμμα διαιρούμενη δια του μ.ο των 300 κιλών βαμβάκι/ στρ.=0,25 €/κιλό. Η συνδεδεμένη ενίσχυση, εξοφλείται 3-4 μήνες μετά την παράδοση του βαμβακιού στα εκκοκκιστήρια, μέσω των συμβεβλημένων τραπεζών. Εννοείται ότι οι τράπεζες πρώτα παρακρατούν τυχόν χρέη, τόκους, εισφορές, του παραγωγού και του αποδίδουν το υπόλοιπο. Με δυο λόγια από τη συνδεδεμένη ενίσχυση ο αγρότης δεν παίρνει σχεδόν τίποτα!
Όμως, πέρα από τη συνδεδεμένη ενίσχυση, δίνεται και η τιμή που συμφωνεί ο εκκοκκιστής με τον παραγωγό και που φέτος μόλις και ακούμπησε τα 0,40-0,45 €/κιλό, και μάλιστα χωρίς να παίρνει υπόψη της τα άριστα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ελληνικού βαμβακιού που ανεβάζουν την αξία του στα διεθνή χρηματιστήρια. Να σημειώσουμε πως η τιμή αυτή δεν δηλώνεται εξ αρχής -μένει «ανοιχτή»- με τον παραγωγό να παίρνει κάποια επιταγή έναντι και να μένει στο έλεος του εκκοκκιστή για το πότε και πόσο θα πληρώσει τελικά. Αν ληφθεί υπόψη ότι το κόστος παραγωγής -σε νοικιαζόμενο χωράφι- φθάνει τα 270-285 €/στρ.: μ.ο. 300 κιλά/στρ. = 0,90-0,95 €/κιλό (Όλα τα στοιχεία από την Έρευνα-Μελέτη του Πανεπιστημίου Πατρών για την «Κοστολόγηση της καλλιέργειας του βαμβακιού στο Νομό της Αιτωλοακαρνανίας») και ότι ο παραγωγός προκαταβάλλει τα χρήματα για αγορά σπόρου, λιπάσματος, φυτοφαρμάκων, εργατικών, κ.α., αντιλαμβάνεται κανείς τη δεινή θέση του αγρότη. Η επιβίωσή του στηρίζεται στο ιδιόκτητο χωράφι που δεν πληρώνει νοίκι (κ.μ.ο. μείον 68 €/στρ.) και στην απλήρωτη προσωπική του εργασία (κ.μ.ο. μείον 26 €/στρ.).
Αυτή είναι η αλήθεια.
★★★
Ας ρίξουμε όμως λίγο παραπάνω φως στη συνενοχή των εκάστοτε μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων, πέρα από τις γενικότητες.
1) Διέλυσαν την ΚΥΔΕΠ (Κεντρική Υπηρεσία Διαχείρισης Εγχωρίων Προϊόντων), η οποία μέσω του δικτύου της σποροπαραγωγής προμήθευε τους βαμβακοπαραγωγούς με φθηνό και ποιοτικό σπόρο. Το κλείσιμο της ΚΥΔΕΠ οδήγησε στην ανεξέλεγκτη είσοδο των πολυεθνικών εταιρειών και στις αστρονομικές τιμές του σπόρου.
2) Κατάργησε τον Οργανισμό Βάμβακος, ο οποίος παρείχε προστασία στον καθορισμό της τιμής βάση των οργανοληπτικών και ποιοτικών χαρακτηριστικών του βαμβακιού. Έτσι, ουσιαστικά καταργήθηκε και η εγγυημένη τιμή στον παραγωγό.
3) Μείωσαν την εκκοκκιστική περίοδο και κατάργησαν τις εγγυημένες επιταγές των εκκοκκιστών-εμπόρων-βιομηχάνων, με αποτέλεσμα η φτωχομεσαία αγροτιά να μένει απροστάτευτη από τις χιλιάδες ακάλυπτες επιταγές τους.
4) Άφησαν ανεξέλεγκτο το κύκλωμα των διπλο-τριπλοζυγισμάτων (και άρα τιμολογήσεων) και, με τη συνενοχή μιας μερίδας αγροτών, να θησαυρίζουν οι εκκοκκιστές-εμπόροι-βιομήχανοι από την είσπραξη των πλαστών επιδοτήσεων.
Ωστόσο, τα εκατοντάδες αιτήματα που προβάλλονται αυτή τη στιγμή από τις διάφορες ομάδες των αγροτών και που αφορούν το βαμβάκι, τα τεύτλα, τη βιομηχανική ντομάτα, τα δημητριακά, τα οπωροκηπευτικά, τα καπνά, τη σταφίδα, τα εσπεριδοειδή, την ελιά, τις δενδροκαλλιέργειες, την κτηνοτροφία, το γάλα, την μελισσοκομία, τα χρέη της ΑΤΕ, τις αποζημιώσεις κλπ, κλπ., καταλήγουν σε μία και μόνη κοινή διαπίστωση: Η Γεωργία της χώρας μας συνολικά υποβαθμίζεται, καταστρέφεται, αφανίζεται.
Και η αιτία αυτής της κακοδαιμονίας δεν είναι άλλη από την ένταξη της χώρας στην Ε.Ε. και την εφαρμογή της ΚΑΠ που με θρησκευτική ευλάβεια ακολούθησαν και συνυπόγραψαν όλα τα φιλοευρωπαϊκά κόμματα.
Μπροστά στον επερχόμενο αφανισμό που προωθούν οι φιλοΕ.Ε. κυβερνήσεις και του εμπορικού πολέμου που επιβάλλει ο παγκόσμιος ιμπεριαλισμός, η ελληνική αγροτιά δεν μπορεί να παραδέρνει στο έδαφος των ολέθριων πολιτικών που συγκροτούν οι ευρωλάγνοι θιασώτες της Δεξιάς, του ΚΙΝΑΛ και του ΣΥΡΙΖΑ, μαζί με τους τραγικούς, αμετανόητους αριστερούς θαυμαστές της συνδιανομής και της συνδιαχείρησης. Οι βαμβακοπαραγωγοί και η φτωχομεσαία αγροτιά συνολικότερα θα πρέπει να στρέψει τις πλάτες στους εχθρούς και στους ψεύτικους φίλους που όλ’ αυτά τα χρόνια ποδηγέτησαν τις αγροτικές κινητοποιήσεις, σπέρνοντας την σύγχυση και θερίζοντας την απογοήτευση, και να υπερασπίσει ενεργητικά τα συμφέροντά και τα δικαιώματα της, στο πλευρό της εργατικής τάξης και όλου του εργαζόμενου λαού.