Στις 20 Νοέμβρη πραγματοποιήθηκε η γενική πανεργατική απεργία που εξαγγέλθηκε από κοινού, μετά από πολύ καιρό, από ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ. Η συμμετοχή στην απεργία σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα ήταν μαζική όπως φάνηκε και από τη συμμετοχή στις διαδηλώσεις. Η παρουσία του κόσμου της εργασίας στον δρόμο του αγώνα ήταν σημαντική, παρά τη διασπαστική τακτική των δυνάμεων που καλούσαν σε ξεχωριστές συγκεντρώσεις και πορείες την ημέρα της απεργίας, οι οποίες μάλιστα ούτε καν συναντήθηκαν ταυτόχρονα στο ίδιο σημείο.
Πέρα ωστόσο από τον προβληματισμό και τις πολύπλευρες συνέπειες των ξεχωριστών συγκεντρώσεων που ταλανίζουν χρόνια τώρα το συνδικαλιστικό κίνημα, ένα εξίσου μεγάλο ζήτημα είναι η συνέχεια και αυτού του αγώνα. Καθώς τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους οι εργαζόμενοι και συνολικά τα λαϊκά στρώματα, παραμένουν αλλά και εντείνονται από την κυβερνητική πολιτική. Και βέβαια μια 24ωρη απεργία όσο πετυχημένη και αν είναι δεν αρκεί για να ικανοποιηθούν τα αιτήματα των εργαζομένων, αλλά χρειάζεται συνέχεια και κλιμάκωση ώστε να αυξηθεί η πίεση που θα οδηγήσει σε μια θετική έκβαση.
Οι εργαζόμενοι και ο ελληνικός λαός εξακολουθούν να βρίσκονται αντιμέτωποι με την πολιτική της ακρίβειας που σαρώνει το λαϊκό εισόδημα, ο πληθωρισμός δεν υποχωρεί, οι τιμές στην ενέργεια και τα καύσιμα παραμένουν σε πολύ υψηλά επίπεδα, ενώ το supermarket και τα βασικά είδη λαϊκής κατανάλωσης αποδεικνύονται είδος πολυτελείας. Επιπλέον, βρίσκονται μπροστά στον νέο αντιλαϊκό προϋπολογισμό του 2025, που θα φέρει σε λίγες μέρες για ψήφιση στη Βουλή η κυβέρνηση της ΝΔ και ο οποίος, ήδη, από το προσχέδιό του προεξοφλεί για το νέο έτος παραπέρα επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης των εργαζομένων. Η ληστρική φορολογική πολιτική εντείνεται, όπως και η υπο-χρηματοδότηση των δημόσιων κοινωνικών υπηρεσιών – υγεία, παιδεία, κοινωνική ασφάλιση, προκειμένου να οδηγηθούν σε κατάρρευση ώστε να συνεχίσει να στρώνεται ο δρόμος της παράδοσής τους στο ιδιωτικό κεφάλαιο.
Ταυτόχρονα, το Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης κατέθεσε στη Βουλή το νομοσχέδιο με τίτλο «Ενσωμάτωση της οδηγίας (ΕΕ) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 2022 για επαρκείς κατώτατους μισθούς…», το οποίο καταργεί δια παντός τις συλλογικές διαπραγματεύσεις για την Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, καθιστώντας μόνιμη τη γνωστή μνημονιακή διάταξη που έχει επιβάλει τον καθορισμό του κατώτατου μισθού με κυβερνητική απόφαση.
Μπροστά σε όλα αυτά, οι συνδικαλιστικές δυνάμεις δεν δείχνουν την παραμικρή πρόθεση για συνέχιση της κινητοποίησης των εργαζομένων. Ούτε καν εν όψει της ψήφισης του προϋπολογισμού, που ενώ σε προηγούμενα χρόνια αποτελούσε αφορμή προκήρυξης απεργίας, έχει τα τελευταία χρόνια επικρατήσει απουσία κάποιας αξιοσημείωτης αντίδρασης. Σε ανάλογο μήκος κινείται προς το παρόν και το δήθεν αγωνιστικό ΠΑΜΕ, του οποίου οι δυνάμεις δεν έχουν ανακοινώσει μέχρι στιγμής τι θα κάνουν και δεν αποκλείεται να επαναλάβουν και φέτος ένα ανώδυνο απογευματινό συλλαλητήριο, έτσι ώστε να βγουν στα λόγια από την υποχρέωση.
Η ΕΡΓ.Α.Σ., εν όψει του προϋπολογισμού και της ψήφισης του νόμου για τον κατώτατο μισθό, καλεί όλους τους εργαζόμενους σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, πιάνοντας το νήμα από την απεργία της 20ής Νοέμβρη να ασκήσουν τη μέγιστη δυνατή πίεση για την κήρυξη νέου πανεργατικού απεργιακού αγώνα ώστε η απεργία της 20ής Νοέμβρη να μην καταστεί άλλη μια αποσπασματική και αποκομμένη κινητοποίηση, ως μια ακόμη «τουφεκιά στον αέρα». Οι εργαζόμενοι πρέπει να συνεχίσουν σε αγωνιστική κατεύθυνση τη διεκδίκηση των δίκαιων αιτημάτων τους. Η ίδια εμπειρία της ζωής καθημερινά επιβεβαιώνει πως η καταιγιστική επίθεση της κυβέρνησης της ΝΔ στα εργατικά, κοινωνικά και δημοκρατικά δικαιώματα δεν θα σταματήσει αν δεν ορθωθεί απέναντί της ένα τείχος μαζικών εργατοϋπαλληλικών και λαϊκών αγώνων. Θα συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό, όπως δείχνει και όλη η αλυσίδα των αντιλαϊκών μέτρων που ψηφίζονται ή προωθούνται για ψήφιση στη Βουλή. Απέναντι στην κυβερνητική πολιτική οι εργαζόμενοι πρέπει να αντιτάξουν τον δικό τους δρόμο. Όσο και αν σήμερα οι συσχετισμοί φαίνονται δύσκολοι, η ελπίδα εξακολουθεί να βρίσκεται στους αγώνες. Αυτοί είναι που στο τέλος θα κρίνουν το μέλλον. Άλλωστε, κάτω από το βάρος της αντιλαϊκής πολιτικής πολλοί κλάδοι βγήκαν το προηγούμενο διάστημα και θα βγουν ξανά και ξανά στον δρόμο του αγώνα. Οι αγώνες αυτοί είναι που μπορούν να βάλουν φραγμό στην κυβερνητική πολιτική. Και είναι οι αγώνες αυτοί που έχουν γίνει μέχρι τώρα, που έχουν κουρελιάσει την κυβερνητική αλαζονεία με αποτέλεσμα τα σύννεφα πάνω από την κυβέρνηση της ΝΔ να πυκνώνουν και μεγάλα κομμάτια του λαού και της νεολαίας να αποδεσμεύονται από την επιρροή της, όπως άλλωστε κατέδειξαν και επιβεβαίωσαν και τα αποτελέσματα των περσινών ευρωεκλογών.