Με συγκρατημένες θριαμβολογίες που αν δεν συνέπιπταν με τις τραγικές συνέπειες της πανδημίας,, των δυστοπικών εξελίξεων για τα εμβόλια, τον ανασχηματισμό, η κυβέρνηση και τα φίλια προς αυτή μέσα ενημέρωσης, θα είχαν εξελιχθεί σε διθυράμβους για τις «αυξήσεις» που θα λάβουν οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα από την μείωση κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες των ασφαλιστικών εισφορών.
Ποιά όμως είναι η πραγματικότητα ειδικά για τους χαμηλόμισθους που είναι και το βασικό κριτήριο για την κρίση μας, δηλαδή όσους αμείβονται με τον βασικό μισθό των 650 ευρώ, που είναι το ύψος του καθορισμένου από τις κυβερνήσεις μισθού.
Έτσι λοιπόν, από 15,33% που είναι σήμερα οι κρατήσεις για τους εργαζόμενους π.χ. στην βασική ασφάλιση (όχι στα βαρέα κλπ) θα διαμορφωθούν από 1/1/2021 σε 14,12% και ανάλογα στις εργοδοτικές εισφορές το τμήμα που αφορά τους εργοδότες έως το 3% της μείωσης συνολικά των εισφορών.
Αυτό σημαίνει πως οι αυξήσεις θα είναι 7,87 ευρώ τον μήνα και σε ετήσια βάση περίπου 110 ευρώ, δηλαδή ένα ή δύο πακέτα τσιγάρα τον μήνα.
Εννοείται πως οι αυξήσεις αυτές αφορούν εκείνους του εργαζόμενους που δουλεύουν σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης, και όχι την μεγάλη μάζα των κατά Σημίτη “απασχολήσιμων”, δηλαδή τις στρατιές της εκ περιτροπής ή μερικής απασχόλησης και φυσικά της ανασφάλιστης εργασίας.
Φυσικά σε υψηλότερες αποδοχές, αν υπάρχουν, οι καθαρές αποδοχές θα διαμορφωθούν σε ανάλογα επίπεδα και για όσους έχουν πάνω από 12.000 ευρώ ετήσιες αποδοχές με την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης ακόμα περισσότερο.
Οι ασφαλιστικές εισφορές σε ό,τι αφορά την μισθωτή εργασία είναι βέβαιο πως είναι υψηλές, ειδικά αν συνδυαστούν με χαμηλές παροχές που δικαιούνται οι ασφαλισμένοι και όσοι κάνουν χρήση αυτών των υπηρεσιών.
Όμως δεν πρέπει να μας διαφεύγει της προσοχής πως ήδη τα έσοδα της κοινωνικής ασφάλισης με την διαχρονική λεηλασία είναι συρρικνωμένα και φυσικά και με την μείωση θα συρρικνωθούν περισσότερο, με άμεσο ή απώτερο αποτέλεσμα να στραφούν οι έχοντες στην ιδιωτική ασφάλιση, όπως περίπου προδιαθέτει το μοντέλο του ασφαλιστικού Πινοσέτ , και όσοι δεν μπορούν να αρκεστούν σε ένα απαξιωμένο σύστημα υγείας.