Στο προηγούμενο φύλλο του “Λαϊκού Δρόμου” γράφαμε, με αφορμή τα στοιχεία μιας έκθεσης του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, πως όσο κι αν επιχειρείται να εμφανιστούν στοιχεία που ψευδεπίγραφα παρουσιάζουν μείωση της ανεργίας, όταν μάλιστα είναι γνωστό μέσα από τι είδους «μαγειρέματα» αυτά προκύπτουν, ωστόσο, έρχονται στο φως ορισμένες φορές και στοιχεία από τα οποία βγαίνουν διαφορετικές διαπιστώσεις.
Έτσι, από τα στοιχεία της έκθεσης του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ προέκυπτε ότι ανέρχονταν σε 25% το ποσοστό ανεργίας που τα επίσημα κυβερνητικά στοιχεία εμφάνιζαν μειωμένο το 2018 σε 19,3%,. Κι αν συμπεριλάβουμε και το δυναμικό των 400.000 ανθρώπων που αναγκάστηκε να μεταναστεύσει λόγω της λαίλαπας των μνημονίων ανεβαίνει στο 33%!
Η μεγάλη αναξιοπιστία των επίσημων στοιχείων που δίνει η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία (ΕΛΣΤΑΤ) για το ποσοστό ανεργίας διαπιστώνεται και από την διασταύρωση των στοιχείων αυτών με εκείνα που δίνει ο Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) που καταγράφει όσους χάνουν την εργασία τους και αναζητούν δουλειά.
Για παράδειγμα τα στοιχεία που έδωσαν στη δημοσιότητα ΟΑΕΔ και ΕΛΣΤΑΤ για την περίοδο Ιανουάριος-Ιούλιος 2019 παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές στον αριθμό και το ποσοστό των ανέργων (βλ. πίνακα)
Όπως διαπιστώνεται από τον πινάκα που έχει φτιαχτεί από τα επίσημα Δελτία που εκδίδουν οι δύο Οργανισμοί, η ΕΛΣΤΑΤ καταγράφει πάντοτε μειωμένα νούμερα συγκριτικά με τον ΟΑΕΔ.
Είναι εκπληκτικό ότι αυτές οι διαφορές όλες είναι από 113.000 ανθρώπους και άνω και φτάνουν μέχρι και τους 254.411 ανθρώπους! Αν τα ανάγουμε αυτά τα νούμερα σε ποσοστό ανεργίας σημαίνουν αλλοίωση του ποσοστού ανεργίας μέχρι και 5,41%!! Μια διαφορά που πλησιάζει σε αυτό που διαπίστωσε και η έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ. Και όλα αυτά χωρίς να λογαριάζουμε τον αριθμό των Ελλήνων μεταναστών
Γίνεται φανερό πως η παραποίηση του αριθμού και του ποσοστού ανεργίας από τις κυβερνήσεις γίνεται σε μεγάλη έκταση. Συντηρείται σκόπιμα μια μεγάλη συσκότιση γύρω από αυτό το ζήτημα που εξυπηρετεί τον εμπαιγμό και την εξαπάτηση τόσο της κοινής γνώμης όσο και των ίδιων των ανέργων, καθώς πίσω από τις μετρήσεις και τα στατιστικά δεδομένα «κρύβονται» άνθρωποι.
Ανάλογες διαφορές παρουσιάζονται και τα προηγούμενα έτη. Ας σημειώσουμε πως Ιανουάριος – Ιούλιος του 2019 ήταν μια περίοδος κατά την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ διατυμπάνισε το δικό του «success story», με το «τέλος των μνημονίων», την εισροή «επενδύσεων», ενώ λάμβανε τα εύσημα από πολλούς βιομήχανους και εφοπλιστές. Ήταν όμως και προεκλογική περίοδος με την τριπλή αναμέτρηση της κάλπης να λαμβάνει χώρα με διαφορά μόλις ενός μήνα, με ό,τι σκοπιμότητες μπορεί να κρύβει ένα «μαγείρεμα» της παρουσίασης της ανεργίας μέσα σε τέτοιες συνθήκες.
Το ίδιο ακριβώς διάστημα «άνθιζε» η περιβόητη μερική απασχόληση, ή η υποαπασχόληση με την περίφημη «τουριστική σεζόν» να ξεκινά. Αποτελεί κοινή παραδοχή πλέον ότι χιλιάδες εργαζόμενοι, κυρίως νέοι, αλλά και μεγαλύτεροι, εργάζονται σε άθλιες συνθήκες, με μισθούς πείνας που δεν φτάνουν ούτε για την κάλυψη των βασικών αναγκών, βρισκόμενοι σε μια συνεχή εργασιακή επισφάλεια, με απλήρωτες υπερωρίες, χωρίς στοιχειώδη προστασία και υπό το διαρκή φόβο της απόλυσης.
Οι αριθμοί όμως των ΕΛΣΤΑΤ και ΟΑΕΔ «κρύβουν» πίσω τους ανθρώπους. Καμία στατιστική δεν μπορεί να αποτυπώσει το ψυχολογικό τέλμα και το άγχος ενός ανθρώπου που βρίσκεται σε μακροχρόνια ανεργία. Κανένας πίνακας δεν μπορεί να αποκαλύψει την πίεση, τον εκφοβισμό, ακόμη και την κακοποίηση (όπως έχουμε δει αρκετές φορές τον τελευταίο χρόνο) που μπορεί να βιώσει ένας εργαζόμενος στη δουλειά του. Ούτε μπορεί να αποκαλυφθεί το μέγεθος της ανασφάλειας που φέρνουν οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου, με το «τέρας» της ανεργίας να βρίσκεται συνεχώς στο προσκήνιο.
Το παραδέχεται άλλωστε και η ίδια η ΕΛΣΤΑΤ σε ανακοίνωσή της, αναφορικά με τη διαφορά στα στοιχεία που παρουσιάζει συγκριτικά με εκείνα του ΟΑΕΔ και για να “δικαιολογηθεί”, μεταξύ άλλων, γράφει: «Στον ΟΑΕΔ μπορεί να εγγραφεί οποιοσδήποτε πολίτης ηλικίας 15-74, πλην μαθητών και φοιτητών. Κατά την εγγραφή τους, τα άτομα που επιθυμούν να συμμετέχουν στις ενέργειες ενίσχυσης του ΟΑΕΔ καταγράφονται ως “αναζητούντες εργασία” ενώ δεν καταγράφεται η διαθεσιμότητά τους για να αναλάβουν εργασία. Σημειώνεται ότι τα παραπάνω άτομα εξακολουθούν να χαρακτηρίζονται ως “αναζητούντες” καθ’ όλη τη διάρκεια εγγραφής τους στον ΟΑΕΔ».
Λες και η συμμετοχή «στις ενέργειες ενίσχυσης του ΟΑΕΔ» δεν γίνεται από άνεργους που έχουν ανάγκη να εργαστούν για να λάβουν ένα στοιχειώδες επίδομα και να ζήσουν. Λες και τα διάφορα προγράμματα επιμόρφωσης, τα σεμινάρια, η μαθητεία ή όποια άλλη δραστηριότητα δεν αποτελούν ένα αέναο κυνήγι αναζήτησης και απόκτησης «προσόντων» από τους ανέργους για να βγουν στην περίφημη αγορά εργασίας, στο πλαίσιο της περίφημης «δια βίου μάθησης» που διατυμπανίζουν κυβερνήσεις, εργοδότες και φορείς τόσα χρόνια τώρα (έχοντας «στηθεί» ταυτόχρονα μία ολόκληρη «βιομηχανία» γύρω από αυτό).
Οι «αλχημείες» και τα «μαγειρέματα» που επιχειρούν συχνά πυκνά διάφοροι κρατικοί οργανισμοί γύρω από την παρουσίαση της απασχόλησης και της ανεργίας δεν έγκεινται μόνο σε διαφορετικές “επιστημονικές μεθόδους ανάλυσης”, όπως εξηγούσε η ΕΛΣΤΑΤ για τις διαφορές της με τον ΟΑΕΔ. Σχετίζονται πρώτα και κύρια με τις επιταγές της εκάστοτε κυβέρνησης και του λεγόμενου «επιχειρηματικού κόσμου», τους σκοπούς και τις επιδιώξεις τους.
Κραυγαλέο παράδειγμα αποτελεί η αντιμετώπιση της υποαπασχόλησης, των ελαστικών μορφών εργασίας και των διαφόρων επιδομάτων πείνας που δίνονται, διαστρεβλώνοντας επί της ουσίας την έννοια του ανέργου, του «αναζητούντα εργασία» κλπ. Κατάσταση, η οποία έχει δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια από τη συνολικότερη επίθεση που δέχεται η εργατική τάξη, με την επιβολή των μνημονίων, των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων.