Εν μέσω διαβουλεύσεων για τον καθορισμό του νέου κατώτατου μισθού και ενόψει της ανακοίνωσής του από την Υπουργό Εργασίας, την 1η Απριλίου, βλέπουν το φως της δημοσιότητας απόψεις και προτάσεις σχετικά με το ύψος που πρέπει να έχει ο κατώτατος μισθός των εργαζομένων.
Λίαν προσφάτως τον λόγο πήραν και οι εργοδότες: στις σχετικές εκθέσεις τους για τον κατώτατο μισθό δήλωσαν ότι δεν μπορούν να δώσουν αυξήσεις πάνω από 3-3,5%. Συγκεκριμένα, ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Ελλάδας προτείνει η αύξηση στα κατώτατα όρια «να κινηθεί σε εύρος από 3,6%-3,8%, ούτως ώστε να αναπληρωθούν οι απώλειες των εισοδημάτων για το 2023 κατά τη διάρκεια του 2024. Αυτό πρακτικά σημαίνει κατώτατος μισθός περί τα 810 ευρώ». Η θέση αυτή είναι τουλάχιστον προκλητική, αν αναλογιστεί κανείς ότι οι επιχειρήσεις-μέλη των εργοδοτικών οργανώσεων διανύουν μία από τις καλύτερες περιόδους των τελευταίων χρόνων: οι 500 πιο κερδοφόρες ελληνικές εταιρίες κατέγραψαν το 2022 αύξηση 75,5% στα κέρδη τους, φτάνοντας τα 25,1 δισ. ευρώ, οι ενεργειακοί όμιλοι είχαν πάνω από 1,6 δισ. κέρδη τον ίδιο χρόνο, ενώ το 2023 οι όμιλοι των σούπερ-μάρκετ ξεπέρασαν τα 11 δισ. ευρώ τζίρου!
Την ίδια στιγμή, τα ελληνικά νοικοκυριά βλέπουν το εισόδημά τους να εξανεμίζεται πολύ πριν το τέλος του μήνα εξαιτίας της εκτοξευμένης εδώ και πολλούς μήνες ακρίβειας, αλλά και του πληθωρισμού. Σε σύγκριση με το 2020, τα τρόφιμα το 2023 είχαν αυξηθεί κατά 31,2%, η στέγαση κατά 20,3%, τα είδη νοικοκυριού κατά 16,1% και τα έξοδα για φάρμακα και περίθαλψη κατά 8,4%. Άλλωστε, είναι χαρακτηριστικό ότι ο μέσος μισθός το 2023 διαμορφώνεται στα 1.251 ευρώ μεικτά, όσο ήταν περίπου και το 2011 (1.241 ευρώ)!
Ωστόσο, η κυβέρνηση επιμένει στη γνωστή τακτική της εξαπάτησης των εργαζομένων, μιλώντας για «καλές δουλειές» και «αξιοπρεπείς μισθούς» αλλά και για «συνεχείς αυξήσεις» στον κατώτατο μισθό και την επαναφορά των τριετιών.
Δεν αναφέρουν ότι τουλάχιστον 3 στους 10 εργαζόμενους στα τέλη του 2023 είχαν μεικτό μισθό κάτω από 800 ευρώ, δηλαδή λιγότερο ή γύρω από τον κατώτατο μισθό (780 ευρώ μεικτά), δεν κάνουν λόγο για την ανυπαρξία των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (το ποσοστό κάλυψης των εργαζομένων από ΣΣΕ το 2023 ήταν 31%) και, ως απότοκο αυτού, την εδραίωση των ευέλικτων μορφών εργασίας: σύμφωνα με το πληροφοριακό σύστημα Εργάνη, μόλις το 74,8% των εργαζομένων είχε πλήρες ωράριο (πάνω από 35 ώρες τη βδομάδα) την περασμένη χρονιά. Όσο για τις τριετίες, αυτές αφορούν μόνο σε όσους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, δεν θα περιλαμβάνουν τα 12 χρόνια της εφαρμογής των μνημονίων, που θεωρούνται επισήμως χαμένα, και η καταβολή των αντίστοιχων αυξήσεων από εδώ και στο εξής θα εξαρτάται από τα ποσοστά της ανεργίας – αν η ανεργία ξεπεράσει το 10%, οι τριετίες θα παγώσουν ξανά!
Ούτε λόγος για τα πραγματικά ποσοστά του πληθωρισμού, τις τεράστιες απώλειες της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων (το 2022 το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ τις προσδιόριζε σε 19%, ενώ το ποσοστό των νοικοκυριών που αντιμετώπιζαν συνθήκες σοβαρής και υλικής στέρησης ήταν 44,5%!), στους πολλαπλούς φόρους, την ανεξέλεγκτη κερδοφορία για βασικά είδη κατανάλωσης και υπηρεσιών, φαινόμενα που σωρευτικά συρρικνώνουν τους μισθούς και λεηλατούν το εργατικό εισόδημα!
Είναι φανερό ο ΣΕΒ και η εργοδοσία ασκούν τώρα την πίεσή τους για να παραμείνουν καθηλωμένοι οι μισθοί και, στην ουσία, να μειωθεί ακόμα περισσότερο η αγοραστική δύναμη τους (γιατί αυτό σημαίνει η αύξηση 3-3,5% στον κατώτατο μισθό) και, ταυτόχρονα, η κυβέρνηση δίνοντας κάτι ελάχιστο παραπανω (5% κατα τα προλεγόμενα) να φανεί δήθεν “φιλεργατική” που δίνει αύξηση πάνω από την εργοδοσία. Με αυτό το κακότεχνο παιχνίδι σε κοινό μέτωπο κυβέρνηση και εργοδοσία θα επιχειρήσουν να εμφανίσουν τη νέα μείωση της αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού που δρομολογούν ως δήθεν “αύξηση του κατώτατου μισθού”!…