«Αν, σύμφωνα με τον Ωζιέ, το χρήμα “γεννιέται με φυσικές κηλίδες αίματος στο ένα μάγουλο”, το κεφάλαιο γεννιέται βουτηγμένο από την κορυφή ως τα νύχια στο αίμα και στη βρομιά και στάζοντας αίμα απ’ όλους τους πόρους» και συνεχίζει «… Το κεφάλαιο το τρομάζει η έλλειψη κέρδους ή το πολύ μικρό κέρδος, όπως το κενό τρομάζει τη φύση. Όταν το κεφάλαιο έχει το ανάλογο κέρδος, γίνεται τολμηρό. Με 10% κέρδος αισθάνεται τον εαυτό του σίγουρο και μπορεί να το χρησιμοποιήσει κανείς παντού∙ με 20% γίνεται ζωηρό∙ με 50% γίνεται θετικά παράτολμο∙ με 100% τσαλαπατάει όλους τους ανθρώπινους νόμους∙ με 300% δεν υπάρχει έγκλημα που να μη ριψοκινδυνεύει να το διαπράξει, ακόμα και με κίνδυνο να πάει στην κρεμάλα» (Κ. Μαρξ, «Το Κεφάλαιο», τόμος 1, σελ. 784-785).

Εκατό εννιά εργαζόμενοι σκοτώθηκαν εν ώρα εργασίας το 2024 και 174 τραυματίστηκαν σοβαρά, σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ. Σύμφωνα με την ΟΣΕΤΕΕ την τελευταία διετία οι νεκροί έχουν φθάσει τους 277 και οι τραυματίες τους 439. Σύμφωνα με την Επιθεώρηση Εργασίας, το 2023 καταγράφηκαν 14.920 «εργατικά ατυχήματα», έναντι 14.388 το 2022 και 11.957 το 2021. Η ΓΣΕΕ ανέφερε επίσης ότι 2.500 χάνουν κάθε χρόνο τη ζωή τους από ασθένειες που άπτονται του επαγγελματικού περιβάλλοντος όταν οι εθνικές αρχές καταγράφουν μηδενικά θύματα από επαγγελματικές ασθένειες. Να συνυπολογίσουμε επίσης και τα θύματα των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, 28 άτομα για το 2024. Τα φιλοεργοδοτικά ΜΜΕ υποβαθμίζουν με κάθε τρόπο αυτά τα δεδομένα με τις δολοφονίες και τους τραυματισμούς των ανθρώπων της βιοπάλης να βρίσκονται(;) στα «ψιλά γράμματα» και πίσω από την «εικόνα».

Είναι βαρύς φόρος του αίματος τον οποίο οι εργαζόμενοι της χώρας μας αλλά και σε όλο τον πλανήτη, συνεισφέρουν επιπλέον της εργασίας τους για την αύξηση της υπεραξίας του κεφαλαίου που τα αφεντικά ονομάζουν κέρδη τους.

Η «βουλιμία» του κεφαλαίου για υπερεργασία επανέρχεται συνεχώς το ίδιο ωμή κάθε φορά που τα κέρδη τους πέφτουν, ο ανταγωνισμός τους αυξάνεται και ο ταξικός πόλεμος σε βάρος της εργατικής τάξης οξύνεται. Δεν υπάρχει χρονιά κατά την οποία οι κυβερνήσεις της ολιγαρχίας να μη προσθέτουν στο νομοθετικό καθεστώς αντιλαϊκές κατασταλτικές, εργασιακές και μισθολογικές ρυθμίσεις γιατί «το κεφάλαιο είναι νεκρή εργασία που ζωντανεύει μονάχα σαν τον βρικόλακα ρουφώντας ζωντανή εργασία και ζει τόσο περισσότερο, όσο πιο ζωντανή εργασία ρουφά» (Κ. Μαρξ, «Το Κεφά­λαιο», τ. 1).

Οι εργαζόμενοι πληρώνουν τα εργοδοτικά εγκλήματα. Τους αφήνουν ανυπεράσπιστους σε σχέση με το είδος και την επικινδυνότητα της εργασίας, με εξοντωτικά ωράρια και αυξημένο όγκο δουλειάς και ακόμη περισσότερο με την αφανή μαύρη εργασία. Ειδικά σε κάποια επαγγέλματα -όπως οι τεχνικοί, οι διανομείς και οι εργαζόμενοι σε βιομηχανίες και εργοτάξια- θυσιάζονται στο βωμό της αύξησης της απλήρωτης εργασίας, καθώς αναγκάζονται να δουλεύουν σε ακραίες συνθήκες.

Το 11,6% των εργαζομένων στην Ελλάδα δουλεύει με πάνω από 49 ώρες την εβδομάδα, ενώ συνολικά οι εργαζόμενοι δουλεύουν 41 ώρες εργασίας κατά μέσο όρο, τις περισσότερες ώρες σε σχέση με τους υπόλοιπους ευρωπαίους με μ.ό. 37,5 ώρες (Eurostat). Μόλις η εργάσιμη μέρα παύσει να ’χει ένα καθορισμένο ωράριο, τότε περνάμε στην υπερεκμετάλλευση. Ο Μαρξ σχετικά μ’ αυτό αναφέρει: «Καταργείται η σχέση ανάμεσα στην πληρωμένη και απλήρωτη εργασία. Ο κεφαλαιοκράτης μπορεί τώρα να βγάζει από τον εργάτη μίαν ορισμένη ποσότητα υπερεργασίας, χωρίς να του παραχωρεί τον αναγκαίο για την αυτοσυντήρησή του χρόνο εργασίας. Μπορεί να εκμηδενίζει κάθε κανονικότητα στην απασχόληση και, απόλυτα σύμφωνα με την ευκολία, την αυθαιρεσία και το συμφέρον της στιγμής, να εναλλάσσει την πιο τρομερή υπερβολική εργασία με τη σχετική ή ολοκληρωτική ανεργία. Με το πρόσχημα ότι πληρώνει την “κανονική τιμή της εργασίας”, μπορεί να παρατείνει αφύσικα την εργάσιμη μέρα, χωρίς καμιά αντίστοιχη ισοστάθμιση για τον εργάτη» («Το Κεφάλαιο», τ. 1, σελ. 563).

Οι εργοδότες «έχουν πάρει το ελεύθερο» από την κυβέρνηση να απομυζούν τους εργαζόμενους και δεν διστάζουν να παίζουν κορώνα-γράμματα με τη ζωή τους εκθέτοντάς τους σε επικίνδυνες συνθήκες εργασίας με ελλιπή μέτρα προστασίας τα οποία κοστίζουν. Πρόκειται για έναν εργασιακό μεσαίωνα που εξοντώνει τους εργαζομένους, οι οποίοι πλέον δεν έχουν προσωπικό χρόνο, δεν έχουν τη δυνατότητα ανάπαυσης. Και οι οποίοι θα επιδοθούν τελικά σε ένα κυνήγι ψίχουλων προκειμένου να μπορέσουν να επιβιώσουν μέσα στις συνθήκες ακραίας φτώχειας, ακρίβειας και ανεργίας, συνέπεια της βάρβαρης πολιτικής των κυβερνήσεων της ολιγαρχίας. Και παρά τις επίσημες διακηρύξεις περί ελέγχων κλπ, στην πράξη δεν υπάρχουν ούτε γιατροί εργασίας ούτε τεχνικοί ασφαλείας, ενώ Επιθεωρήσεις Εργασίας έχουν στην ουσία καταργηθεί, οπότε και οι έλεγχοι…

Με τα συμφέροντα των εργοδοτών και των μεγαλοεπιχειρηματιών να διασφαλίζονται, η εργατική τάξη στέκεται αφοπλισμένη. Η φιλοεργοδοτική συνδικαλιστική γραφειοκρατία και η αριστερή λογοκοπία αρκούνται στις διαπιστώσεις χωρίς να αποφασίζονται οργανωμένες αγωνιστικές διεκδικήσεις που απαιτούνται. Γιατί η κατάσταση της εργατικής τάξης δεν μπορεί να μας ενδιαφέρει μόνο από τη σκοπιά της διαπίστωσης, αλλά από τη σκοπιά της συγκρότησης της συνείδησής της και της μακρόπνοης πάλης για το πέρασμα στη νέα κοινωνία. Απ’ αυτή την άποψη, κριτήριο αλλά και περιεχόμενο για την ανάπτυξη του κοινωνικοπολιτικού αγώνα της εργατικής τάξης είναι το αίτημα για την κάλυψη των σύγχρονων αναγκών της.