(απόσπασμα από τον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου, κεφ. όγδοο, «Η εργάσιμη ημέρα»,
που αναφέρεται στην διεκδίκηση των εργατών για το 8ωρο.)

Στις Ενωμένες Πολιτείες της Βόρειας Αμερικής παρέλυε κάθε αυτοτελές εργατικό κίνημα, όσο καιρό η δουλεία παραμόρφωνε ένα μέρος της δημοκρατίας. Η εργασία των ανθρώπων με λευκή επιδερμίδα δεν μπορεί να χειραφετηθεί εκεί όπου στιγματίζεται η εργασία των ανθρώπων με μαύρη επιδερμίδα. Από τον θάνατο της δουλείας όμως ξεπήδησε αμέσως μια καινούργια ξανανιωμένη ζωή. Ο πρώτος καρπός του εμφυλίου πολέμου ήταν η ζύμωση για το οχτάωρο που με ταχύτητα ατμομηχανής προχωρεί από τον Ατλαντικό ως τον Ειρηνικό Ωκεανό, από τη Νέα Αγγλία ως την Καλιφόρνια.

Το πανεργατικό συνέδριο της Βαλτιμόρης (16 του Αυγούστου 1866) διακηρύχνει: «Η πρώτη και μεγάλη απαίτηση της σημερινής εποχής για ν’ απελευθερωθεί η εργασία αυτής της χώρας από την καπιταλιστική σκλαβιά είναι η έκδοση ενός νόμου που θα καθορίζει ότι το 8ωρο θα αποτελεί την κανονική εργάσιμη ημέρα σ’ όλες τις Πολιτείες της αμερικανικής Ένωσης. Είμαστε αποφασισμένοι να καταβάλλουμε όλες μας τις δυνάμεις ώσπου να πετύχουμε αυτό το ένδοξο αποτέλεσμα». (Βλέπε Σημείωση) Ταυτόχρονα (αρχές Σεπτέμβρη 1866) το «Διεθνές Εργατικό Συνέδριο» της Γενεύης [το Συνέδριο της Διεθνούς Ένωσης των Εργατών] ύστερα από πρόταση του Γενικού Συμβουλίου του Λονδίνου ψήφισε την παρακάτω απόφαση: «Δηλώνουμε πως ο περιορισμός της εργάσιμης ημέρας αποτελεί προκαταρχτικό όρο χωρίς τον οποίο θα ναυαγήσουν όλες οι άλλες προσπάθειες για χειραφέτηση των εργατών… Προτείνουμε τις 8 ώρες εργασίας σαν νόμιμο όριο της εργάσιμης ημέρας».

Έτσι το εργατικό κίνημα που και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού Ωκεανού γεννήθηκε ενστικτώδικα από τις ίδιες τις σχέσεις παραγωγής επισφραγίζει τα λόγια του Άγγλου επόπτη εργασίας Ρ. Τζ. Σώντερς: «Ποτέ οι παραπέρα ενέργειες για τη μεταρρύθμιση της κοινωνίας δε θα έχουν κάποιες πιθανότητες επιτυχίας, αν δεν περιοριστεί προηγούμενα η εργάσιμη ημέρα και αν δεν επιβληθούν αυστηρά τα όρια που θα της καθοριστούν».

Πρέπει να ομολογήσουμε πως από το προτσές παραγωγής ο εργάτης μας βγαίνει διαφορετικός, από ό,τι ήταν όταν μπήκε σ’ αυτό. Στην αγορά, σαν ιδιοχτήτης του εμπορεύματος «εργατική δύναμη» αντίκρισε τους ιδιοχτήτες ενός άλλου εμπορεύματος, αντικρίστηκαν ιδιοχτήτης εμπορεύματος με ιδιοχτήτη εμπορεύματος. Το συμβόλαιο με το οποίο πούλησε στον κεφαλαιοκράτη την εργατική του δύναμη απέδειξε, σαν να λέμε όπως ένα και ένα κάνουν δύο, ότι διαθέτει τον εαυτό του σαν ελεύθερος άνθρωπος. Όταν κλείσει η συναλλαγή ανακαλύπτει ότι «δεν ήταν ελεύθερος άνθρωπος», ότι ο χρόνος για τον οποίο είναι ελεύθερος να πουλάει την εργατική του δύναμη, είναι ο χρόνος για τον οποίο είναι αναγκασμένος να την πουλάει, ότι στην πραγματικότητα ο απομυζητής του δεν τον παρατάει «όσο υπάρχουν για εκμετάλλευση ακόμα έστω και ένας μυς, ένα νεύρο, μία σταγόνα αίματος». Για «να προστατευθούν» από die Schlange ihrer Qualen [το φίδι των βασάνων τους], οι εργάτες είναι υποχρεωμένοι να συνενωθούν και σαν τάξη να πετύχουν με τον αγώνα τους ένα νόμο του κράτους, ένα ανυπέρβλητο κοινωνικό πρόσκομμα που να τους εμποδίζει τους ίδιους να πουλάνε με εθελοντικό συμβόλαιο με το κεφάλαιο τον εαυτό τους και το γένος τους στον θάνατο και στη σκλαβιά. Στη θέση του περίλαμπρου καταλόγου των «αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων του ανθρώπου» μπαίνει η μετριόφρονη Magna Charta [Μεγάλος Χάρτης] μιας εργάσιμης ημέρας που την περιορίζει ο νόμος και που «επιτέλους ξεκαθαρίζει πότε τελειώνει ο χρόνος που πουλάει ο εργάτης και πότε αρχίζει ο χρόνος που ανήκει σε αυτόν τον ίδιο». Quantum mutatus ab illo! [Τι μεγάλη αλλαγή!].

Σημείωση
«Εμείς οι εργάτες του Ντάνκερκ, δηλώνουμε ότι η διάρκεια του χρόνου εργασίας που απαιτείται στο σημερινό καθεστώς είναι πολύ μεγάλη και δεν αφήνει στον εργάτη χρόνο για να αναπαυθεί και να αναπτυχθεί, απεναντίας τον ρίχνει σε μια κατάσταση δουλείας που δεν είναι πολύ καλύτερη από τη σκλαβιά («a condition of servitude but little better than slavery»). Γι’ αυτό αποφασίσαμε ότι 8 ώρες είναι αρκετές για μια εργάσιμη ημέρα και πρέπει να αναγνωριστεί με νόμο ότι είναι αρκετές, αποφασίσαμε να ζητήσουμε τη βοήθεια του τύπου, αυτού του τεράστιου μοχλού… και θα θεωρούμε εχθρούς της μεταρρύθμισης της εργασίας και των δικαιωμάτων των εργατών όσους αρνούνται να μας προσφέρουν αυτή τη βοήθεια» (Αποφάσεις των εργατών του Ντάνκερκ της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, 1866).