Πήρε -ως φαίνεται- ο ιός την ιστορική του εκδίκηση. Δυο-τρία ψωροαεροπλάνα πέταξαν πάνω από τον αττικό ουρανό για να τιμήσουν την εθνική επέτειο και η νέα Πρόεδρος της Δημοκρατίας κατέθετε μόνη της το αναγκαίο στεφάνι. Πού τα μεγαλεία και οι αλλοτινές παράτες. Όμως το ιστορικό γεγονός στέκει ολόρθο σαν βράχος και ζητάει την επιστημονική του προσέγγιση, αλλιώτικα οι νεκροί θα σέρνουν από το ποδάρι τους ζωντανούς και η άρχουσα τάξη θα σερβίρει του κόσμου τις ανοησίες.
Λέγαμε -στο προηγούμενο τεύχος του Λαϊκού Δρόμου- ότι η τσαρική Ρωσία επέβαλε το 1774, με τη συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή ελευθεροπλοΐα στο Αιγαίο, τον Εύξεινο Πόντο και την ανατολική Μεσόγειο. Αυτό συνέτεινε στο να αυξηθεί ο ελληνικός ναυτικός στόλος, κυρίως σε Σπέτσες, Ύδρα, Ψαρά, σε βάρος του τούρκικου. Δημιουργείται ένα δυναμικό τμήμα της αστικής τάξης που γυρεύει νέους νόμους, νέο κράτος, απαλλαγή από τον τουρκικό ζυγό. Αυτό το κομμάτι συνδέεται με τη Φιλική Εταιρεία των παροικιών, το φιλελληνισμό και τα ένοπλα τμήματα των κλεφταρματολών. Γνωρίζουμε βέβαια ότι η τσαρική Ρωσία προσχώρησε το 1815 στην Ιερή Συμμαχία των Αγγλο-Πρώσων -κάτι σαν το ΝΑΤΟ της εποχής- και όλες οι μοναρχίες της εποχής στράφηκαν με μανία κατά του αστοδημοκρατικού κινήματος των αρχών του 19ου αιώνα. Δεν υπήρξε κίνημα δημοκρατικό, όπως οι λεγόμενοι Δεκεμβριστές στη Ρωσία, εθνικοαπελευθερωτικό όπως αυτό της Ιταλίας ή του πρώιμου εργατικού κινήματος όπως οι Λουδήτες που έσπαζαν τις μηχανές ή ο ουτοπικός σοσιαλισμός του Σεν Σιμόν στη Γαλλία, οι ίσοι του Μπαμπέφ, που να μην το κυνήγησαν ανελέητα. Την ίδια τύχη είχε ο Ρήγας Φεραίος και ο εμπνευσμένος Αλέξανδρος Υψηλάντης που πήγαιναν οριακά πέρα από τα σύνορα της αστικής τάξης. Γιατί; Γιατί κάτω από το υπόβαθρο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα έβραζε το μίσος κατά των κοτζαμπάσηδων-προεστών ενάντια στους φόρους και τα δοσίματα. Είχαμε λοιπόν αγώνα ενάντια στη διπλή καταπίεση, την εθνική, που περιλάμβανε τους Τούρκους και την εσωτερική, κοινωνική, που είχε στο «κάδρο» τους προσκυνημένους κοτζαμπάσηδες.
Έτσι δεν είναι διόλου τυχαίο, ίσα-ίσα μάλιστα, ότι στην πορεία της επανάστασης, από το 1821 ως το 1829 που υπογράφεται το πρωτόκολλο της ανεξαρτησίας, έχουμε ισχυρούς εσωτερικούς εμφύλιους που λίγο έλειψε να τινάξουν στον αέρα την έκβαση της επανάστασης. Έτσι από το φθινόπωρο του 1823 ως τον Ιούνιο του 1824 διεξάγεται ο Α΄ εμφύλιος πόλεμος με επίκεντρο την Πελοπόννησο. Στη λεγόμενη Β΄ Εθνοσυνέλευση που διεξάγεται στο Άστρος Κυνουρίας, την πλειοψηφία διαθέτουν οι πρόκριτοι και τσιφλικάδες που εκλέγονταν «δημοκρατικά» από τις αγροτικές μάζες που χειραγωγούν. Ο «ριγμένος» Κολοκοτρώνης συνασπίζεται με τους μικροκαπεταναίους και στρέφεται ενάντια στον Κωλέττη, ενώ τότε έχουμε και την απαρχή δημιουργίας των κομμάτων. Καθαρά εθελόδουλα στους ξένους. Ο Κωλέττης στη Γαλλία, ο Κολοκοτρώνης στη Ρωσία και ο ραδιούργος Μαυροκορδάτος στην Αγγλία, ο οποίος χρησιμοποιεί τα αγγλικά δάνεια για να δέσει χειροπόδαρα τη χώρα μας. Στη γωνία παραμένουν λαοπρόβλητοι και φωτισμένοι ηγέτες, όπως ο Οικονόμου στην Ύδρα. Στην αντίπερα όχθη και για να μην υπάρχει καμία αμφιβολία «…ζώντες ανενόχλητοι με τας γυναίκας των και τα τέκνα των, με τας περιουσίας των… και κατ’ εξοχήν με τα προνόμια της θρησκείας… αντί λοιπόν «φιλελευθέρων» εφάνησαν μισελεύθεροι… διοργανίζοντες, φευ, οι ασυνείδητοι, με τα απονενοημένα κινήματά των την αγανάκτησιν της ευμενούς κραταιάς βασιλείας… συμβουλεύομεν, παραινούμεν και εντελλόμεθα και παραγγέλλομεν… να διακηρύξητε την απάτην των ειρημένων κακοποιών και κακοβούλων ανθρώπων… εν μηνί Μαρτίω 1821… Ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ αποφαίνεται» και αφορίζει επίσης «…να τους μισήτε και να τους αποστρέφεσθε, καθότι και η εκκλησία και το γένος τους έχει μεμισημένους, και επισωρεύει κατ’ αυτών τας παλαμναιοτάτας αράς, ως μέλη σεσηπότα τους έχει αποκεκομμένους της καθαράς και υγιαινούσης χριστιανικής ολομελείας…ως ενάντιοι των ηθικών και πολιτικών όρων… αφωρισμένοι υπάρχουσι και κατηραμένοι και ασυγχώρητοι και άλυτοι…» και «…επειδή δε προς τοις άλλοις εγνώσθη ότι το σατανικόν της δημεγερσίας φρόνημα νοήσαντες και Εταιρίαν τοιαύτην συστησάμενοι προς αλλήλους συνδέθησαν και με τον δεσμόν του όρκου, γινωσκέτωσαν ότι ο όρκος αυτός είναι όρκος απάτης, είναι αδιάκριτος και ασεβής, όμοιος με τον όρκον του Ηρώδου… υπεγράφη συνοδικώς επί της Αγίας Τραπέζης».
Σημειώνουμε για ιστορικούς λόγους ότι ο Γ. Κορδάτος, πολυγραφότατος κομμουνιστής ιστορικός, παραγνωρίζει εντελώς, για λόγους που δεν ξέρουμε, τους εμφυλίους πολέμους. Βλέπε το σημαντικό, αν και ελεγχόμενο, επιστημονικό βιβλίο του «Η κοινωνική σημασία της ελληνικής επαναστάσεως του 1821».
Όταν ξέσπασε η επανάσταση, κυρίως στο Μοριά, γιατί στην υπόλοιπη Ελλάδα κυριάρχησαν οι κοτζαμπάσηδες και οι μπράβοι τους, ένα τεράστιο φιλελληνικό κίνημα ξέσπασε. Οι ποιητές Σέλλεϋ και Πούσκιν, ο Β. Ουγκώ έγραψαν θερμά για την Ελλάδα, συνδέοντάς την βέβαια με την κλασική αρχαιότητα -πράγμα άγνωστο για τους αγράμματους κλεφταρματωλούς- οι Μπάιρον και Σανταρόζα έπεσαν πολεμώντας στο πλευρό του ελληνικού λαού.
Ωστόσο, η αστική τάξη δεν ήταν τόσο δυνατή ώστε να παραμερίσει τη δειλία και την προδοσία των κοτζαμπάσηδων που παρουσιάζονταν με δύο πρόσωπα. Η αναδυόμενη αστική τάξη εύκολα δέχονταν την επιρροή των ξένων κυβερνήσεων και κυρίως την αγγλική επίδραση, στο βαθμό μάλιστα που η Αγγλία είχε αναπτύξει τη δεύτερη εικοσαετία του 19ου αιώνα εκπληκτική οικονομική και πολιτική αποικιοκρατία. Στο εσωτερικό της χώρας επίσης δεν ήταν τόσο δυνατή ώστε να παίζει ένα αυτόνομο ρόλο, γι’ αυτό και υποχωρούσε συμμαχώντας με τους τσιφλικάδες και τους κοτζαμπάσηδες, όταν μάλιστα πολλοί από αυτούς βλέποντας το επαναστατικό κύμα, τρύπωναν σ’ αυτό για να το υποτάξουν και να το κατευθύνουν. Το «όλοι μαζί» που πλασάρει τώρα η κυρίαρχη προπαγάνδα είναι «παραμύθια της Χαλιμάς». Να τι έγραφε ο ραδιούργος εγγλεζόφιλος και δανειολήπτης Μαυροκορδάτος προς την αγγλική κυβέρνηση: «Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι δεν έχουμε εργατικό κίνημα -αυτό θα προκύψει πολύ αργότερα- και τα μηνύματα από την Ευρώπη είναι ασθενικά». Με κόπο αλλά όχι ανύπαρκτα διαβάζουμε σε προκήρυξη της Άνδρου: «Ήλθεν η ώρα να καταργήσωμεν την αθλιότητα, να απαλλάξωμεν την κατάντια μας και να δώσωμεν το παράδειγμα και εις τους λοιπούς νησιώτας και τους άλλους Γραικούς όπου στενάζουν από την αγροτικήν σκλαβιάν. Η γη ανήκει εις ημάς τους δουλευτάς της και όχι εις τους ολίγους τουρκάρχοντας που την νέμονται με το δικαίωμα του ισχυρότερου το οποίον απέκτησαν από τους Φράγκους και τους Οθωμανούς κατακτητάς. Ο εθνικός αγών μας δια να πάρει ουσιαστικήν σημασίαν πρέπει να ολοκληρωθεί με την κατάργησιν κάθε προνομίου και κάθε δικαιώματος τα οποία υποβιβάζουν την πλειονότητα των γεωργών εις την κατάστασιν του δούλου. Η ένωσις φέρει την δύναμιν και θα μας δώσει την εξουσίαν να εκτελέσωμεν την απόφασίν μας. Η κοινοκτημοσύνη δεν είναι ζορμπαλίκι, αλλά έργον δικαιοσύνης. Πρέπει να παύσωμεν να είμεθα κολλιγάδες, όπως επαύσαμεν να είμεθα ραγιάδες. Και αυτό είναι στο χέρι μας, αρκεί να μη δειλιάσωμεν. Θα δουλεύωμεν εις το εξής τα φέουδα όλοι μαζί και θα απολαμβάνει τον καρπόν των η κομμούνα μας και θα γίνεται δικαία μοιρασιά της σοδειάς εις όλους τους δουλευτάδες, ανάλογα με τον κόπον και την δούλευσίν τους. Δι’ όλα αυτά θα γίνει σύναξις εις την Μεσαριάν, δια να λάβωμεν από κοινού αποφάσεις. Το φέρσιμό μας αυτό θα μας κάνει πρωτολάτας εις τον δίκαιον αγώνα όλων των κολλίγων και θα γίνει άκουσμα εις όλα τα μέρη της πατρίδος και εις όλον τον κόσμον και παντού θα μας επαινέσουν και θα μας δώσουν δίκαιον».
Το τέλος του 1824 ξεκινάει η β΄ φάση του εμφυλίου πολέμου, αφού ο σουλτάνος είχε ζητήσει τη βοήθεια του Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου και ενώ είχε προηγηθεί η καταστροφή της Κάσου και των Ψαρών από τους Τουρκοαιγυπτίους. Στις αρχές του 1825 η Αγγλία δίνει το δεύτερο δάνειο της ανεξαρτησίας και ο καλά εκπαιδευμένος στρατός του Ιμπραήμ αποβιβάζεται στη Μεθώνη. Μετά τη λήξη του εμφυλίου, ανάμεσα πάλι στους μικροκαπεταναίους και τον Κολοκοτρώνη από τη μία μεριά και τη «νόμιμη» κυβέρνηση από την άλλη, υπογράφεται (4 Απρίλη) το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης ανάμεσα στη Ρωσία και την Αγγλία και το 1928-29 (Λονδίνο-Αδριανούπολη) αποφασίζεται η ανεξαρτησία της Ελλάδας, που επικυρώνεται στις 3 Φλεβάρη 1830 (Λονδίνο). Μεσολάβησε η ναυμαχία του Ναυαρίνου (Οκτώβρης 1927), που έγειρε την πλάστιγγα υπέρ των ελληνικών δυνάμεων, παρ’ ότι στις τελευταίες, όλο και περισσότερο, στους κόλπους της επανάστασης κυριαρχούσαν συντηρητικές και ξενόδουλες δυνάμεις. Το προσωρινό πολίτευμα της Ελλάδας (1822) αποτελούσε περισσότερο μία φαντασιακή υπόσχεση παρά μια πραγματικότητα και η πλάστιγγα έγερνε προς το αγγλικό κόμμα του Μαυροκορδάτου και τις συνομωσίες του Κωλέττη. Το νεότευκτο κράτος, που περιορίζονταν στο Μοριά, τη Στερεά Ελλάδα και τις Κυκλάδες, είχε ελάχιστη σχέση με την ενδοχώρα των Βαλκανίων και κυρίως με την Σερβία του Καραγιώργη. Εκτός ελληνικού κράτους έμενε η Κρήτη, τα Δωδεκάνησα, τα Ιόνια νησιά, η Θεσσαλία, η Μακεδονία, η Ήπειρος και η Θράκη και η «μικρή Ελλάδα» ήταν ο αρραβώνας των επαναστατημένων με τις μεγάλες δυνάμεις. Ο Καποδίστριας, πατερναλιστής, συγκεντρωτικός και ξεκομμένος από το λαό μάλλον είχε στο μυαλό του ένα «άλλο έθνος» μοναρχικού τύπου, με απουσία συντάγματος. Έτσι ο Όθωνας ήταν μάλλον προδιαγεγραμμένη κοντυλιά.
Η καρτερία και αποφασιστικότητα του ελληνικού λαού που συνοψίστηκε στο σύνθημα «ελευθερία ή θάνατος» και στην κλεφτοπολεμική ρήση του Κολοκοτρώνη «φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους» δεν βρήκε την αναγκαία λύση τόσο στο εδαφικό, όσο και στο κοινωνικό ζήτημα. Η επανάσταση έμεινε μετέωρη, κολοβή και κουτσουρεμένη και τα ηνία της πήρε η άρχουσα τάξη (Φαναριώτες, κοτζαμπάσηδες, αστοί), οι οποίοι σε συμμαχία με τους ξένους καθόρισαν και την παραπέρα πορεία της χώρας. Οι βαθύτεροι πόθοι των επαναστατημένων φτωχών και ακτημόνων έμειναν ανεκπλήρωτοι. Οι μεγάλες αγροτικές εκτάσεις παρέμειναν στην ιδιοκτησία των τσιφλικάδων και των κοτζαμπάσηδων και τα χτήματα είτε υποθηκεύτηκαν για τα δάνεια, είτε συνέχιζε να τα εκμεταλλεύεται η εκκλησία. Οι πολιτικές ελευθερίες, ένα από τα βασικά αστοδημοκρατικά αιτήματα, έμεινε στα χαρτιά. Η «κουμπαριά» άρχουσας τάξης και ξένου κεφαλαίου εμπόδισαν τη χώρα μας να μπει στο δρόμο της ανάπτυξης και της προόδου.
Συνεχίζεται…