Το “Τατάμι”, η ταινία του Ισραηλινού Γκάι Νατίβ και της γνωστής αντικαθεστωτικής Ιρανής Ζαρ
Αμίρ-Εμπραΐμι (παίζει επίσης στην ταινία), έγινε δεκτό από τους ντόπιους σινε-κριτικούς με
διθυράμβους.
Πρόκειται στην πραγματικότητα για μια επιτηδειότατη κατασκευή με ποικίλους στόχους:
- Να εμφανίσει το Ιράν ως ένα απόλυτα δικτατορικό καθεστώς – που καταστέλλει και τρομοκρατεί
τους υπηκόους του. - Να δαιμονοποιήσει το Ισλάμ και το σύνολο του ισλαμικού κόσμου, ως φανατικά θεοκρατικό,
σκοταδιστικό και απολίτιστο. - Να ξεπλύνει τον ισραηλινό αθλητισμό, σε μια περίοδο όπου οργανώσεις και κινήματα – όπως
χαρακτηριστικά το παγκόσμιο BDS κίνημα – ζητούν δικαίως τον αποκλεισμό του Ισραήλ από
διεθνείς διοργανώσεις, παίρνοντας πρόσθετα υπόψη τους ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι
Ισραηλινοί αθλητές υπηρέτησαν ή υπηρετούν στον ισραηλινό στρατό. - Και σε δεύτερο πλάνο, να καλλιεργήσει εύσχημα την (φιλελεύθερη) άποψη, ότι η ελευθερία όπως
και η ευτυχία του ανθρώπου είναι αυστηρά ατομική υπόθεση, ο καθένας μόνος του στρώνει το
δρόμο του και στο τέλος της ημέρας απολαμβάνει τους καρπούς του μοναδικού κόπου του. Και αν
τύχει να βρίσκεται στην Αμερική, τόσο το καλύτερο. - Η υπόθεση της ταινίας, σε αδρές γραμμές:
Η Λεϊλά Χοσεϊνί, χαρισματική Ιρανή αθλήτρια του τζούντο, αφοσιωμένη σύζυγος και μητέρα,
αγωνίζεται στο παγκόσμιο πρωτάθλημα που διεξάγεται στη Γεωργία για την κατάκτηση του χρυσού
μεταλλίου. Νικά τη μία αθλήτρια μετά την άλλη, κι όταν προκύπτει το ενδεχόμενο να αγωνιστεί
ενάντια στην Ισραηλινή αθλήτρια, παρεμβαίνουν κατασταλτικά οι ιρανικές αρχές και ο ίδιος ο
ανώτατος ηγέτης του Ιράν για ν’ αποτρέψουν το ενδεχόμενο.
Ασκούνται όλως διόλου αθέμιτες πιέσεις προκειμένου να αποσυρθεί η αθλήτρια από τους αγώνες, ο
σύζυγος διώκεται, οι γονείς της γυναίκας αιχμαλωτίζονται, η κοπέλα ωστόσο αποφασίζει παρά τη
“δίωξη” και την “καταστολή” να συνεχίσει ν’ αγωνίζεται, “ηρωικά αντιστεκόμενη” στο αυταρχικό
καθεστώς, με τη συμπαράσταση Αμερικανίδων-στελεχών της παγκόσμιας ομοσπονδίας τζούντο που
τη… σώζουν, παρέχοντάς της την απαιτούμενη προστασία για ν’ αυτομολήσει.
Κατασκευασμένη με υλικά “καλλιτεχνικών προδιαγραφών”, παρουσιάστηκε άλλωστε στην 80ή
ΜΟΣΤΡΑ της Βενετίας (εξαιρετική μαυρόασπρη φωτογραφία, βιρτουόζικα πλάνα, αποτελεσματικό
σασπένς και πειστικότατες ερμηνείες), η ταινία στοχεύει σ’ ένα πλατύ κοινό, ποντάροντας σε
σίγουρα χαρτιά. Δύσκολα ένας ανυποψίαστος θεατής δεν θα ταυτιστεί με την προικισμένη μ’ όλες
τις αρετές ηρωίδα: Έχει ομορφιά, νιότη, θέληση, ταλέντο, χαρά της ζωής και αφοσίωση σε αρχές
(ερωτευμένη και παιγνιώδης σύζυγος, τρυφερή μητέρα, καλή κόρη και… πατριώτισσα). Όπως
δύσκολα δεν θα δαιμονοποιήσει το απόλυτο κακό: Το δεσποτικό καθεστώς που θέλει τους υπηκόους
του σκλάβους, ενώ διώκει και βασανίζει όσους αντιστέκονται. Στον αντίποδα, η Αμερική είναι
πάντα η μεγάλη χώρα της ελευθερίας και των απεριόριστων ευκαιριών ανάδειξης και προόδου.
Εκείνοι που αποθεώνουν την ταινία, αντιπαρέρχονται τ’ ότι η μεγάλη Τέχνη δεν υπηρέτησε ποτέ
σκοτεινούς σκοπούς. Και πως καμιά αισθητική, όσο φροντισμένη κι εκλεπτυσμένη, δεν δικαιώνει
έναν ελλειμματικό ηθικό πυρήνα. Που εν προκειμένω, είναι κούφιος.
Όπως επίσης αντιπαρέρχονται τη συγκυρία της κυκλοφορίας της ταινίας: Η αντιπαράθεση του
Ισραήλ με το Ιράν – εν όψει μάλιστα της ανάληψης της αμερικανικής προεδρίας από τον Τραμπ –
έχει χτυπήσει κόκκινο, η δημοτικότητα επομένως του Ιράν πρέπει να περιοριστεί πάση θυσία,
ενόσω εντείνονται οι σφαγές στη Γάζα, και με δεδομένη την εισβολή στο Λίβανο και τη Συρία. Η
κατακραυγή των λαών του πλανήτη προς το Ισραήλ είναι σε υψηλότερο σημείο από ποτέ, και το
γενοκτονικό κράτος χρειάζεται απεγνωσμένα στηρίγματα. Η προπαγάνδα μέσω της τέχνης είναι ένας
αποτελεσματικότατος τρόπος να θολώσει τα νερά, όχι μόνο για το τώρα, αλλά και για το μακρύ πριν.
Σε συνέντευξή του στη Γερμανική Standard τον Ιούνιο του 2024, ο Γκάι Νατίβ, δήλωσε, μεταξύ- άλλων:
- «[…] Η άνοδος του αντισημιτισμού στις ΗΠΑ με ανησυχεί πολύ. Ως απόγονος των επιζώντων του
- Ολοκαυτώματος, γνωρίζω πολύ καλά τι υπέφεραν οι παππούδες μου. […] Και τώρα βιώνω
- πράγματα που έχουν πολλά κοινά με τις ιστορίες τους. Το μίσος προς τους Εβραίους. […]
- Λίγο μετά τις 7 Οκτωβρίου, […] κάποιος προσπάθησε να διαρρήξει το σπίτι του ραβίνου. Ήταν
- γυμνός και φώναζε «Θα σκοτώσω Εβραίους, θα σκοτώσω Εβραίους». […] Δεν έλειψαν και κάποιες
- δηλώσεις κατά τη διάρκεια των φοιτητικών διαδηλώσεων στα πανεπιστήμια. […] Νόμιζα ότι η
- Αμερική ήταν ένα ασφαλές μέρος για τους Εβραίους. Αλλά ο αντισημιτισμός είναι πιο παρών τώρα
- από ό,τι ήταν για πολύ καιρό. […] Ο πόλεμος μπορεί να τελειώσει σύντομα, αλλά το μίσος για τους
- Εβραίους παραμένει. Αυτό μου ραγίζει την καρδιά. […] Μπορώ να καταλάβω τους φοιτητές, αλλά
- απ’ ό,τι φαίνεται οι μισοί στους καταυλισμούς διαμαρτυρίας μόνο φοιτητές δεν είναι. Είναι κυρίως
- ακτιβιστές που πολύ συχνά χρησιμοποιούν αντισημιτική ρητορική. […] Πολλοί Εβραίοι φοιτητές
- μου είπαν ότι δεν υπάρχει περίπτωση να εμφανιστούν στην πανεπιστημιούπολη χωρίς να τους
- αποκαλούν “βρωμο-Εβραίους”. […] Περνούν από κόλαση. Είμαι μεγάλος υποστηρικτής της
- ελευθερίας του λόγου. Αλλά το να σπας παράθυρα, να καις ισραηλινές σημαίες και να γράφεις “Ο
- σιωνισμός είναι ναζισμός – πήγαινε πίσω στην Ευρώπη” δεν είναι ελευθερία του λόγου. Υπάρχει
- μεγάλη διαφορά […]».
- Και η καταματωμένη Παλαιστίνη, βαστάει πάντα…