Από τη Σάμο μέχρι τον Αλμυρό Βόλου και από τη Θεσσαλονίκη μέχρι την Κρήτη δεν σταματούν να καταγράφονται και να καταγγέλλονται περιστατικά που επιβεβαιώνουν την κατάρρευση των νοσοκομείων και των κέντρων υγείας της χώρας, τη δραματική υποστελέχωσή τους και τελικά τις συνέπειες της ιδιωτικοποίησης της υγείας που αποτελεί άλλωστε και τον πυρήνα της πολιτικής του υπουργείου υγείας.
Η πιο πρόσφατη καταγραφή της ΠΟΕΔΗΝ για τα 28 νοσοκομεία και τα 14 κέντρα υγείας της Βορείου Ελλάδας, παρουσιάζει αναλυτικά αυτό που συμβαίνει σε όλα τα νοσοκομεία της χώρας δηλ. υποστελέχωση και κενά σε προσωπικό που φτάνουν και το 35%, ελλείψεις σε βασικές ειδικότητες. Ελλείψεις σε εξοπλισμό και καταγραφή σοβαρών κτηριακών προβλημάτων. Χειρουργικές κλίνες που δεν λειτουργούν. Παράδοση υπηρεσιών σε ιδιώτες, λόγω ελλείψεων εξοπλισμού ή ειδικοτήτων (π.χ. μαγνητικές τομογραφίες). Ελαστικές σχέσεις εργασίας και μεγάλος αριθμός συμβασιούχων και επικουρικών οι οποίοι καλύπτουν σταθερές και μόνιμες ανάγκες του ΕΣΥ. Επιπλέον καταγράφονται τεράστιες αναμονές στα τμήματα επειγόντων περιστατικών καθώς και για χειρουργεία.
Αυτή είναι η εικόνα του ΕΣΥ, για αυτό καθόλου τυχαία δεν είναι περιστατικά όπως αυτά που βγήκαν πρόσφατα στο φως της δημοσιότητας, με την παιδίατρο στο νοσοκομείο Σάμου η οποία κατέρρευσε λόγω εξαντλητικών εφημεριών, καθώς και με το περιστατικό της γυναίκας που άφησε την τελευταία της πνοή λίγα μέτρα από το αγροτικό ιατρείο της Ανάβρας Μαγνησίας. Η παιδίατρος στο νοσοκομείο Σάμου έκανε 23 εφημερίες τον μήνα, ενώ το αγροτικό ιατρείο είναι εδώ και αρκετό καιρό κλειστό λόγω έλλειψης προσωπικού και για αυτό τον λόγο η γυναίκα δεν κατάφερε να λάβει καμία ιατρική βοήθεια.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες λειτουργίας και εργασίας στα νοσκομεία είναι αναμενόμενο να καταγράφονται τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα μετά τον covid εκατοντάδες παραιτήσεις γιατρών. Πρόσφατο παράδειγμα οι ειδικευόμενοι γιατροί στην Ψυχιατρική Κλινική Χανίων, που απειλούν με ομαδικές παραιτήσεις εξαιτίας των έντονων προβλημάτων που αντιμετωπίζουν με την υποστελέχωση της κλινικής, συνθήκη η οποία θέτει σε κίνδυνο τους ίδιους αλλά και τους ασθενείς.
Επιπρόσθετα σε όλα αυτά και την στιγμή που όλο και περισσότεροι αναγκάζονται να καταφύγουν στον ιδιωτικό τομέα, βάζοντας βαθιά το χέρι στην τσέπη, λόγω απουσίας ειδικοτήτων στα νοσοκομεία είτε λόγω αναμονών για κρίσιμα χειρουργεία και θεραπείες, το υπουργείο θέτει σε εφαρμογή την αύξηση τιμών 850 περίπου φαρμάκων, τα οποία πλέον θα πληρώνονται από τους ασθενείς σε διπλάσια ή και τριπλάσια τιμή!
Απέναντι στην υποβάθμιση του ΕΣΥ και στις απανωτές καταγγελίες για τις άσχημες συνθήκες νοσηλείας και εργασίας, απέναντι στις μαζικές κινητοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν σε πολλές περιοχές της Ελλάδας διεκδικώντας μαζικές προσλήψεις και σοβαρή ενίσχυση των νοσοκομείων και κέντρων υγείας, ο Άδωνις Γεωργιάδης επιμένει στην πολιτική της διάλυσης της δημόσιας υγείας και προσπαθεί να αναστρέψει την πραγματικότητα με ψέματα και κυνισμό.
Για την αύξηση των τιμών των φαρμάκων μας απαντά ότι αν δεν αυξηθούν δεν θα τα βρίσκουν οι ασθενείς στα φαρμακεία γιατί οι φαρμακευτικές θα επιλέξουν να τα πουλήσουν σε χώρες που αγοράζουν πιο ακριβά. Με άλλα λόγια ο Υπουργός Υγείας ομολογεί κυνικά ότι δεν μπορεί και ούτε βέβαια θέλει να κάνει κάποια παρέμβαση στις ιδιωτικές φαρμακευτικές εταιρείες και ότι εφόσον οι ίδιες το επιθυμούν τα φάρμακα θα ακριβαίνουν και το κόστος θα το επωμίζονται οι ασθενείς.
Για την υποστελέχωση ο Υπουργός μάς ενημερώνει ότι προκηρύσσονται θέσεις και μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις προχωράνε κανονικά σε προσλήψεις αλλά σε κάποιες άλλες δεν πηγαίνουν οι γιατροί. Αφενός είναι ψέμα ότι προκηρύσσονται οι κενές θέσεις, στην πραγματικότητα αυτό αφορά ελάχιστες από τις κενές θέσεις εργασίας, κάποιες από τις οποίες καλύπτονται με προσωπικό που ήδη εργάζεται στα νοσοκομεία ως επικουρικό, με άλλα λόγια οι ελάχιστες προσλήψεις που γίνονται δεν συνεπάγονται απαραίτητα και αύξηση του προσωπικού. Αφετέρου είναι προφανές και λογικό ότι η πλειοψηφία των γιατρών δεν θέλει να εργαστεί κάτω από τέτοιες συνθήκες, με πενιχρούς μισθούς τους οποίους το υπουργείο και η κυβέρνηση αρνούνται να αυξήσουν και μάλιστα με τον κίνδυνο να βρεθούν να περνάνε και από ΕΔΕ , αφού οι τεράστιες ελλείψεις μετατρέπονται σε ατομική ευθύνη των γιατρών και των νοσηλευτών.
Για το περιστατικό της παιδιάτρου στη Σάμο δήλωσε «Καταρχάς η γιατρός δεν έπαθε εγκεφαλικό. Θα γυρίσει σε 15 μέρες στη δουλειά της. Έκανε πολλές εφημερίες, όπως κάνουν πολλοί γιατροί στα περιφερειακά νοσοκομεία, οι περισσότερες από αυτές όμως ήταν “on call”. Δεν ήταν στο νοσοκομείο, ήταν στο σπίτι της». Οι εφημερίες ήταν on call λέει ο Υπουργός και παρουσιάζει ως κανονικότητα την οποία πρέπει να αποδεχτούν οι γιατροί και οι ασθενείς, το γεγονός ότι κάποιος κάνει 23 εφημερίες τον μήνα!!
Για το περιστατικό της γυναίκας που χάθηκε στην Ανάβρα χωρίς να της δοθεί καμία ευκαιρία ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης ο Υπουργός Υγείας δήλωσε ότι : «Είναι γνωστό ότι τα σαββατοκύριακα δεν υπάρχουν γιατροί στα περιφερειακά νοσοκομεία». Πέρα από τον κυνισμό και το ψευδές της δήλωσης ότι τα σαββατοκύριακα δεν υπάρχουν γιατροί στα περιφερειακά ιατρεία ο Υπουργός Υγείας συγκαλύπτει το γεγονός ότι στο ιατρείο της Ανάβρας δεν υπάρχει γιατρός εδώ και μήνες και συνεχίζει λέγοντας ότι είναι επίσης γνωστό ότι «κανένα κράτος δεν μπορεί να έχει γιατρούς παντού».
Αλήθεια, πότε έπαψε να είναι δεδομένο ότι το ΕΣΥ θα καλύπτει τις ανάγκες όλων των κατοίκων της χώρας; Πότε άρχισε κάτι τέτοιο να θεωρείται πολυτέλεια; Πού αρχίζει και πού τελειώνει αυτό το «παντού» του Υπουργού Υγείας; Και ποια είναι άραγε τα γεωγραφικά , αλλά και τα ταξικά του όρια; Στην πραγματικότητα ο Άδωνις Γεωργιάδης με αυτή την κυνική δήλωση ομολογεί τον πολιτικό σχεδιασμό της κυβέρνησής του για το σύστημα υγείας της χώρας, το οποίο χτίστηκε με αγώνες και με χρήματα του ελληνικού λαού και το οποίο σήμερα επιχειρούν να το συρρικνώσουν, και στην θέση των διαλυμένων μονάδων του ΕΣΥ να δημιουργήσουν χώρο για τις ιδιωτικές κλινικές. Επιχειρούν να εμπεδωθεί ο νόμος μίας κανιβαλικής κοινωνίας με βάση τον οποίο δεν θα είναι όλοι ίσοι απέναντι στην ιατρική αλλά και φαρμακευτική περίθαλψη, οι έχοντες θα νοσηλεύονται και θα γιατρεύονται και οι μη έχοντες μπορεί και να πεθαίνουν έξω από κλειστά δημόσια ιατρεία ή έξω από ανοιχτές ιδιωτικές κλινικές που όπως είναι γνωστό πρώτα ζητούν χρέωση λογαριασμού και μετά προχωράνε σε εισαγωγή και αυτό μόνο εφόσον τους συμφέρει όπως τρανά αποδείχτηκε στην εποχή του covid.
Αυτή είναι η πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη η οποία την ίδια στιγμή που τα νοσοκομεία στενάζουν από την τραγική υποχρηματοδότηση και υποστελέχωση, την ίδια στιγμή που αρνείται να προχωρήσει σε πραγματικές αυξήσεις για το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, την ίδια στιγμή ετοιμάζεται να προσφέρει 2,8 εκατ. ευρώ, «για την ανάδειξη της στρατηγικής και του συνολικού σχεδιασμού του Υπουργείου Υγείας για την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ)». Αυτό το αστρονομικό ποσό ετοιμάζεται να δώσει η κυβέρνηση από τα κρατικά ταμεία, για να μας πείσει ότι είναι λογικό να μην υπάρχουν γιατροί και νοσοκομεία για όλους, για να μας πείσει για τη λογική κόστους οφέλους που εισάγει στο σύστημα υγείας, για να μας πείσει ότι πρέπει να πληρώσουμε πιο πολλά για να έχουμε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και όσοι δεν μπορούν, απλά θα πεθαίνουν.