Το να μην πάρει η πλημμύρα τα υπάρχοντά σου γιατί δεν υπάρχουν, είναι ένα ζήτημα. Το να μουλιάζει τα κόκαλα, να ποτίζει τις αρθρώσεις και να κάνει τα μικρά παιδιά να περπατούν από νωρίς πάνω σε κυρτωμένα πόδια, σα το νάνο Ροσσίτο, είναι ένα άλλο ζήτημα.
Είναι κυριολεκτικά «άλλο» ζήτημα.
Είναι δηλαδή ζήτημα των «άλλων».
Οι «άλλοι» είναι αυτό που λέει η λέξη. Δεν είμαστε εμείς. Κάποιες φορές το φέρνει η κατάσταση, από «εμείς» να γίνουμε κι εμείς «άλλοι», αλλά αυτό είναι πάλι ένα άλλο ζήτημα.
Αυτοί «οι άλλοι» τα έχουν όλα «άλλα», δέρμα, γλώσσα, θρησκεία, απώλειες και μνήμες και είναι αμφίβιοι οργανισμοί. Γεννιούνται στη στεριά και μετά χάνονται μες στο νερό. Άλλοι πάνε στο βυθό της θάλασσας γιατί ταξίδεψαν σε λάθος χώρα, λάθος ώρα και με λάθος καράβι, όλα λάθος δηλαδή, κι άλλοι πάλι ζουν, που λέει ο λόγος, μέσα στο νερό. Τα παιδιά που πάνε στο βυθό της θάλασσας δεν έχουν κυρτωμένα πόδια γιατί δεν προλαβαίνουν να ζήσουν στους ορυζώνες. Έτσι μένουν όπως γεννήθηκαν, μόνο που τα μαλλιά τους γίνονται φύκια και στις χούφτες τους γεννούν τα όστρακα.
Αυτά που ζουν, που λέει ο λόγος, στους ορυζώνες, πλατσουρίζουν αμέριμνα όλη μέρα στο νερό. Τη μέρα πηδάνε, σα βατράχια, για να πάνε στο κτιστό παράπηγμα που είναι οι τουαλέτες και τις νύχτες κατουριούνται πάνω τους καθώς τα στρώματα επιπλέουν στο νερό και δεν έχει καμιά σημασία, αφού έτσι κι αλλιώς είναι βρεγμένα.
Κάποιοι αρπάζουν καμιά φορά ένα τρίχρονο, από αυτά τα βρεγμένα παιδιά, και όσα γίνονται μετά, μουλιάζουν το τρίχρονο στο αίμα του κι αδύνατο πια να ξεχωρίσεις ποιο το νερό και ποιο το αίμα. Μετά το πετάνε πάλι μέσα στα νερά του ορυζώνα, το μωρό ξεπλένεται από το κόκκινο και μουσκεύει ξανά σε δάκρυα και κάτουρα κι έτσι, είναι όλα όπως πριν, σα να μην έγινε τίποτα.
Ο ορυζώνας αυτός δεν παράγει ρύζι. Παράγει όμως απόγνωση, αυτοκτονία, πόνους στα κόκαλα κι επιπλέοντα περιττώματα από εταιρίες catering.
Αυτά είναι τα προϊόντα που καταναλώνουν οι «άλλοι».
Κάποτε οι παππούδες μας ή ίσως κι οι μανάδες μας ήταν «άλλοι», αλλά αυτό είναι πάλι ένα άλλο ζήτημα και το μιλήσαμε και το βαρεθήκαμε.
Τώρα εμείς είμαστε εμείς και κάποιος εύλογα θα πει, “τι μας νοιάζει εμάς. Εμείς έχουμε Χριστούγεννα, πανδημία, click away, κουραμπιέδες, e-shopping, free shipping, λαμπιόνια, μια φάτνη με τον Χριστό πρόσφυγα αλλά σε κούκλα, φιλιά της αγάπης με πάνινη γεύση και στεγνά σπίτια”. Πολύ στεγνά.
Κι εμείς ακόμα πιο στεγνοί, σχεδόν αφυδατωμένοι. Μέχρι μέσα.
Νίνα Γεωργιάδου