Πάψε με ευχές να ελπίζεις
οι θεοί πως θα λυγίσουν

Πέρασε κι αυτό το καλοκαίρι. Η πατρίδα σαν τον αρχαίο, δίμουρο θεό Ιανό. Η Ελλάδα των κυβερνητών και η Ελλάδα των λαϊκών ανθρώπων.
Η Ελλάδα της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που με φανφάρες ανακοίνωσε την άνοιξη πως είναι έτοιμη να καταστείλει στη γέννησή τους τις πυρκαγιές. Και αντί να τσακιστεί να φτιάξει συστήματα πυρόσβεσης, έβαλε τα ανθρωπάκια να εξαφανίσουν ό,τι πράσινο είχαν στους κήπους τους, δουλεύοντας με μανία την «προσωπική ευθύνη». Για την πυρκαγιά αυτή τη φορά. Και όταν πήραν φωτιά τα μπατζάκια μας, άφησε τον Όρβηλο να καίγεται ένα μήνα. Στην Αττική παρακολουθούσε με προσοχή, να το λέμε αυτό, τη φωτιά να πηγαίνει δεξιά, να πηγαίνει αριστερά, να πηγαίνει πάνω, να πηγαίνει κάτω, να μπαίνει μέσα την πόλη. Και «εκκενώσατε» 112 φορές την ημέρα.
Μαζί με τη φωτιά, πήραν φωτιά τα παπαγαλάκια της τηλεόρασης: Τις πταίει;

Φταίει το πεύκο των Ρωμαίων που το φύτευαν σε πόλεις για να μπορούν να τις κάψουν, αν επαναστατούσαν οι κάτοικοί τους, ενάντια στους επικυρίαρχους!!! Βρε μπας και ετοιμάζονται οι Ρωμαίοι να κατακτήσουν την ανάδελφη πατρίδα μας; Εδώ που τα λέμε, δεν τους χρειάζονται τα πεύκα. Τα συγκαιρινά πεύκα, λέγονται «Γκριμάλντι» που κατέλαβαν έναντι πινακίου φακής τα λιμάνια μας και «ΤΡΑΙΝΟΣΕ», που ανάλαβε να σκοτώνει τους νεολαίους της πάλαι ποτέ Αθηναϊκής πολιτείας, του Αιγέα και του Θησέα, για να εξευμενίσει το Μινώταυρο του Κέρδους.
Φταίγανε οι ακρίδες, οι νυχτερίδες, οι αράχνες, το θειάφι, οι χαοτικές κηλιδώσεις (;;;) και το ίδιο το χώμα που έπαιρνε φωτιά μόνο του κατά τον δημοσιογράφο του ΣΚΑΪ!! Ευτυχώς που δεν είδαν οι δημοσιογράφοι τον μεγάλο κόκκινο δράκοντα, που είχε επτά κεφάλια και δέκα κέρατα της Αποκάλυψης του Ιωάννη, του συγκαιρινού των ρωμαϊκών πεύκων.
Πάντως η κυβέρνηση δεν έφταιγε.

Από την άλλη μεριά η Ελλάδα των λαϊκών ανθρώπων που με χίλια βάσανα και «οικονομίες» έφτασαν στα χωριά τους, κατά τον θηλυκό Άδωνι Γεωργιάδη, τη Βούλτεψη. Η ξεδιάντροπη βρήκε τάχα τρόπο να κάνουν φτηνές διακοπές οι λαϊκάντζες. Προέτρεψε τους «πτωχούς», να πάνε στα χωριά τους διακοπές και όχι στα νησιά που έχουν ακριβά ακτοπλοϊκά εισιτήρια. Άσε που έτσι θα άφηναν χώρο στους τουρίστες, να χαρούν, οι ξενομπάτες, τα δικά μας νησιά… Μανδάμ και η στεριανή χώρα έχει χωριά και η νησιωτική χώρα έχει χωριά. Όχι! δεν σκέφτηκε η «δε βάζω γλώσσα μέσα μου» να παρέμβει η κυβέρνησή της και να μειωθούν τα ληστρικά ακτοπλοϊκά εισιτήρια. Είπαμε: κυβέρνηση-εφοπλιστές, νύχι-κρέας.
Σε πείσμα της τιμής της βενζίνης και της μιζέριας της πόλης, οι άνθρωποι φτάσανε στα χωριά που δεν τα αναφέρει ούτε ο χάρτης. Και πήραν μέρος στη θεία μέθεξη των καλοκαιρινών πανηγυριών. Συντύχανε με τον προπάππου, τον παππού και το θειό που ο χειμώνας τούς αφήνει μαραζωμένους στις …εσχατιές και τους δύσβατους δρόμους που οδηγούν στο χωριό, για να ακούσουν τον πάππου να ιστορεί πως όταν αυτός ήταν παλικαράκι, για τους μικρούς του χωριού, «ήτονε εντροπή» να κάνουν υποκλίσεις και να φορούν κοντοπαντέλονα. Και πως ακόμη: «Άλλη εντροπή ήτονε, να μην είναι ο σκύλος τως δακανιάρης, το μουλάρι τως τσινιάρικο και ο κάτης τως τσιφουνιάρης. Όλα ετουτανά, ήτονε αιτίες να γίνονται περίγελος στα σοκάκια». Με δυο κουβέντες, ο σκύλος ο καλός έπρεπε να δαγκώνει, το καλό μουλάρι να τσινάει (να κλοτσάει) και ο καλός ο γάτος να γρατζουνάει.

Τι απλά πράγματα ήταν η ντροπή στα χρόνια του πάππου. Παντέρμη, Εντροπή, γιατί μας απαρνήθηκες αφήνοντάς μας με αδιάντροπους κυβερνήτες.
Οι άνθρωποι φτάσανε στα χωριά που στήνονται πανηγύρια για την πατάτα, τον ξινόχοντρο, την Παναγιά και την Αγία Παρασκευή, παράλληλα χωρίς μίση και αλληλοσπαραγμούς και χωρίς αξιοκρατική σειρά. Και η συντυχιά, πάντα κλείνει με χορούς κυκλωτικούς όπου τετράχρονα αντάμα με ασπρομάλληδες αφήνονται στο διονυσιακό ρυθμό των οργάνων.

Με το μυαλό στο μέλλον.
Όλοι δίνουν τον όρκο τον καλό:
Γεια σας και την άλλη βόλιτα να ξανασμίξομε.

Τάνια