Ενόψει του δεύτερου γύρου των εσωκομματικών εκλογών στις 12 Δεκέμβρη, τα στρατόπεδα των δύο μονομάχων, Παπανδρέου και Ανδρουλάκη, αναδιατάσσονται και εντείνουν τις διεργασίες με στόχο την εξασφάλιση των απαιτούμενων ψήφων για την αρχηγία στο ΚΙΝΑΛ.
Όπως είναι γνωστό, στις εσωκομματικές εκλογές του ΚΙΝΑΛ της 5ης Δεκέμβρη, πρώτος αναδείχτηκε με μεγάλη διαφορά ο άοσμος και άγευστος Ν. Ανδρουλάκης, δεύτερος ο Γ. Παπανδρέου, και μόλις τρίτος ο Α. Λοβέρδος, που ως την τελευταία ώρα οι δημοσκοπήσεις τον παρουσίαζαν σαν το αδιαφιλόνικητο φαβορί για την πρωτιά.
Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των κυρίαρχων κλικών και των βασικών πυλώνων του «νέου διπολισμού» ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, που εκδηλώθηκε έντονα όλο το προηγούμενο διάστημα με τις παρεμβάσεις τους στα τεκταινόμενα στο ΚΙΝΑΛ, έστρεψε τα φώτα της δημοσιότητας και το βλέμμα της κοινής γνώμης στην κούρσα για την ανάδειξη του νέου προέδρου του, λιπαίνοντας σε κάθε περίπτωση το έδαφος για την αύξηση της συμμετοχής στον πρώτο γύρο (270.000 ψηφοφόροι έναντι 212.000 το 2017), καλλιεργώντας παράλληλα υψηλές προσδοκίες (και) στις αλληλοϋποβλεπόμενες πράσινες φατρίες για «την ολική επαναφορά του ΠΑΣΟΚ, που ενώνει και μεγαλώνει».
Στο νέο τοπίο που διαμορφώθηκε την επαύριο της 5ης Δεκέμβρη, ο Ν. Ανδρουλάκης, έχοντας εξασφαλίσει μια διαφορά ασφαλείας εννέα μονάδων από τον Γ. Παπανδρέου, απολαμβάνει ήδη τη στήριξη του Λοβέρδου, που -όπως ο ίδιος επιβεβαίωσε- είχε ζητήσει από τον Παπανδρέου κατά την προεκλογική επικοινωνία τους να αποσυρθεί.
Ο Λοβέρδος επικαλείται τώρα «σεβασμό στο μήνυμα της πλειοψηφίας που ήταν η ανανέωση», ενώ ξιφούλκησε ξανά κατά του Γ. Παπανδρέου «που έχει δοκιμαστεί και οι ελπίδες που γεννά το εγχείρημά του είναι συνεπώς περιορισμένες».
Από τους τρεις άλλους που μειοψήφισαν (Γερουλάνος, Καστανίδης, Χριστίδης) κανείς δεν υποστήριξε ανοιχτά τουλάχιστον τον Γ. Παπανδρέου.
Όσον αφορά την αντιπαράθεση των δύο που θα κονταροχτυπηθούν στο δεύτερο γύρο, ο Ανδρουλάκης επενδύει στο προφίλ της «ήρεμης δύναμης» που φιλοτεχνεί για πάρτη του, επαναλαμβάνοντας μονότονα το τρίπτυχο «ανανέωση – ενότητα – πολιτική αυτονομία» που αποτελεί τάχα το βασικό χαρακτηριστικό της υποψηφιότητάς του σε αντιδιαστολή με τον Γ. Παπανδρέου.
Χωρίς να αναφέρεται ονομαστικά στον πρώην πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, στα πλαίσια του περιβόητου «πολιτικού πολιτισμού του», ο Ανδρουλάκης δημαγωγεί «για τους παλιούς πρωταγωνιστές, που είχαν πάρα πολλές ευκαιρίες στην πολιτική τους ζωή, τώρα ήρθε η ώρα για μια νέα γενιά να πρωταγωνιστήσει. Όπως επίσης και το θέμα της ενότητας. Ο κόσμος έχει πληγωθεί από τις πάρα πολλές εσωτερικές αναταράξεις, οπότε είναι πολύ ψηλά στις προτεραιότητες. Και πολιτική αυτονομία, διότι οι ψηφοφόροι μας θέλουν ένα κόμμα ισχυρό, αυτόνομο, που θα ξαναγίνει πρωταγωνιστής, όπως ήταν τα παλαιότερα χρόνια».
Από την πλευρά του ο Γ. Παπανδρέου, που δέχτηκε ισχυρό ράπισμα από το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου και βλέπει την πλάστιγγα να γέρνει αποφασιστικά υπέρ του Ανδρουλάκη, εμφανίζεται ως ο πρόμαχος της προοδευτικής ταυτότητας του ΚΙΝΑΛ. Αποκλείει για ευνόητους λόγους τα σενάρια συνεργασίας με το ΣΥΡΙΖΑ και στρέφεται με το γάντι κατά του αντιπάλου του συμπληρώνοντας με νόημα «δεν ξέρω που τοποθετείται ιδεολογικά (ο Ανδρουλάκης), ρωτήστε τον… Εμένα δε θα με ήθελαν, ο μεν ΣΥΡΙΖΑ γιατί μπορώ να επαναπατρίσω ψηφοφόρους, η δε ΝΔ γιατί θα έχει απέναντί της μια σκληρή αντιπολίτευση με το δικό μου τρόπο, χωρίς φωνασκίες».
Αν και οι διάφοροι ομαδάρχες του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ αυτοπαρουσιάζονται σαν εγγυητές και πρόμαχοι της κομματικής ενότητας, τα σημάδια μελλοντικών συγκρούσεων και διασπάσεων παραμένουν και, ανεξάρτητα από το ποιος θα είναι ο νέος αρχηγός την επαύριο του δεύτερου εκλογικού γύρου, το ΚΙΝΑΛ δεν μπορεί και δεν πρόκειται να βγει από την κρίση του. Όπως μάλιστα υποδηλώνει η στάση των κυρίαρχων οικονομικοπολιτικών κέντρων και δυνάμεων που κανοναρχούν και επιδιώκουν να κατευθύνουν τις εξελίξεις σύμφωνα με τα δικά τους ιδιοτελή συμφέροντα, προορίζουν το κόμμα αυτό για το ρόλο μιας σίγουρης εφεδρείας, σίγουρα στα αντιλαϊκά, σε κάθε περίπτωση, επερχόμενα.