Η επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα παρουσιάστηκε από την κυβέρνηση και τα φιλικά προς αυτήν ΜΜΕ ως μία νέα χρυσή σελίδα στις διακρατικές σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας. Αίφνης, ο ανατολικός γείτονας από προσωποποίηση του κακού απέκτησε φωτοστέφανο και αγιοποιήθηκε για να εξυπηρετήσει την ντόπια και ΝΑΤΟική προπαγάνδα.
Κανείς δεν θα ήθελε ένα θερμό κλίμα στις σχέσεις των δύο χωρών και πολύ περισσότερο οι κομμουνιστές, αλλά η σκέπη της αμερικανονατοϊκής και ευρωπαϊκής ομπρέλας είναι αρκετά στενή για να χωρέσει τις προσδοκίες των δύο λαών. Φυσικά ο πολλαπλά νικητής στην Τουρκία, Ερντογάν, θα ήθελε, κρατώντας ανοιχτό το δυτικό μέτωπο στο Αιγαίο, να κλείσει νικηφόρα το Κουρδικό και το Συριακό και να εμφανιστεί ως ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης των ισλαμιστών, κυρίως αυτόν τον καιρό, όπου το παλαιστινιακό πυροδοτεί όλες τις αραβικές και ισλαμικές χώρες. Όλα αυτά γίνονται κάτω από την άγρυπνη ματιά των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ που θα ’θελαν να ξεμπερδέψουν με τις παραξενιές του Ερντογάν και να κλείσουν το κεφάλαιο Αιγαίο, γιατί έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς με τη Ρωσία και την Κίνα στην Ουκρανία και τον Ειρηνικό ωκεανό. Αλλά, όπως έδειξαν και οι πρόσφατες πολυμερείς συναντήσεις στους BRICS και του G20, η Ρωσία αντέχει και η Κίνα έχει μεγάλη υπομονή και καρτερία για να κερδίσει την εμπιστοσύνη του Τρίτου Κόσμου. Ως εκ τούτου, η αρχή της «δεδηλωμένης υποταγής» του Κ. Μητσοτάκη σε ΗΠΑ-ΝΑΤΟ μόνο βάσανα και δεινά μπορεί να φέρει στο λαό μας. Στην πρόσφατη επίσκεψη στην Αγγλία, ο πρωθυπουργός της Σούνακ -παρά τη δημοσκοπική του υστέρηση από τους Εργατικούς- άφησε το Μητσοτάκη στο περίμενε, που δείχνει καθαρά ότι ο μύθος της ισχυρής Ελλάδας είναι για εσωτερική κατανάλωση.
Αυτός ο μύθος, της ισχυρής Ελλάδας, είναι ανάλογος με τη Μεγάλη Ιδέα που μας ταλαιπώρησε από τα μέσα του 19ου αιώνα ως τη Μικρασιατική εκστρατεία και επισώρευσε δεινά επί δεινών. Αν ο Μητσοτάκης ανασέρνει τη μοντέρνα Μεγάλη Ιδέα, είναι γιατί δεν αντιμετωπίζει μία σοβαρή αστική αλλά και λαϊκή αντιπολίτευση. Η πρώτη θα σήμαινε ένα ισοϋψές αστικό κόμμα εξουσίας και η δεύτερη έναν πόλο συνδικάτων, κομμάτων, κινημάτων λαϊκής και κινηματικής προέλευσης και ισχυρής δύναμης. Κάτι τέτοιο δεν υπάρχει, τουλάχιστον σήμερα, όσο κι αν πασχίζουν εργώδικα όσοι αναφέρονται στην εργατική τάξη και την ιδεολογία της.
Η διατύπωση της πολιτικής ιδέας της «στρατηγικής άμυνας» αξίζει γι’ αυτό το λόγο δέκα και είκοσι φορές παραπάνω από τις βροντερές διακηρύξεις του εξωκοινοβουλευτικού χώρου και του ΚΚΕ που κλίνουν σε όλους τους τόνους την αντεπίθεση και την πτώση τής κυβέρνησης. Η ακριβής συντεταγμένη του λαϊκού κινήματος δεν είναι ένα εγκεφαλικό κατασκεύασμα, καμία πολιτική ονείρωξη. Δεν είναι μία ευχή που δίνεται άκοπα και φθηνά. Δεν αφορά έναν κύκλο ομοϊδεατών ή μία φοιτητική παρέα. Είναι κάτι πολύ περισσότερο, πιο βαθύ, πιο επιστημονικό, πιο πολιτικό. Για να μπορέσει το παλιό επαναστατικό ΚΚΕ να δημιουργήσει τη μεγάλη δεκαετία του 1940-1950 έπρεπε να περάσει -μετά το 1930- τη φάση της «μπολσεβικοποίησης», να δυναμώσει και να ατσαλωθεί στο καμίνι των διώξεων, των εξοριών και της παρανομίας.
Βέβαια δεν υπάρχουν ιστορικές ταυτίσεις, παρά μόνο ιστορικές αναλογίες, οι οποίες όμως πρέπει να μελετηθούν, αν θέλουμε να βρούμε τον ασφαλή μίτο για να μας βγάλει από το λαβύρινθο. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να εργαζόμαστε ακούραστα αποθηκεύοντας ιδέες, κοντά στο λαό, με τη σημαία της αριστεράς και των κομμουνιστικών αξιών, μην υπολογίζοντας κόπο και χρόνο.
Υπάρχουν αρκετοί, άλλοι καλότροπα, άλλοι κακόβουλα, που λένε πώς οι ιδέες μας είναι παλιομοδίτικες και ξεπερασμένες. Ορισμένοι προέρχονται από το βάλτο της κούρασης, άλλοι από τον προκύψαντα «Κασσελακισμο» και άλλοι επηρεασμένοι από τους στάβλους της αστικής πολιτικής.
Αν οι ιδέες του μαρξισμού είναι ξεπερασμένες, τότε η συνεισφορά μας είναι μηδαμινή. Αν η παγκοσμιοποίηση νίκησε τον ειρήνη, τότε δεν έχουμε λόγους αντιιμπεριαλιστικής πάλης.
Αν οι λαοί δε θέλουν λεύτερες πατρίδες, τότε ας γίνουμε λήμμα των λεξικών. Αν η εργατική τάξη παραμερίστηκε εντελώς από τους αστούς και τα σύγχρονα εργαλεία, τότε ας παραδώσουμε τα όπλα μας.
Αλλά τίποτα από τα παραπάνω δεν συμβαίνει. Το αντίθετο μάλιστα. Η ταξική εκμετάλλευση δυνάμωσε και ο ιμπεριαλισμός έδειξε τα δόντια του. Από αυτή την άποψη, η παρουσία και ενίσχυση των επαναστατών κομμουνιστών είναι απολύτως χρήσιμη και άκρως αναγκαία.