Η πανδημία του κορονοϊού οδήγησε στο ξέσπασμα μιας πρωτοφανούς υγειονομικής κρίσης, η οποία ανέδειξε τις τραγικές ελλείψεις, την υποβάθμιση και τη διάλυση των δημόσιων συστημάτων υγείας των περισσότερων καπιταλιστικών χωρών. Ταυτόχρονα, οδήγησε στην κατάρριψη όλων εκείνων των νεοφιλελεύθερων δογμάτων και πολιτικών που καταρράκωσαν τα συστήματα αυτά, οδηγώντας σε μερική ή πλήρη ιδιωτικοποίησή τους. Μετατράπηκαν με αυτόν τον τρόπο σε ένα πεδίο αχαλίνωτης κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου, των πολυεθνικών της υγείας και των φαρμακοβιομηχανιών.
Στην περίοδο του ιμπεριαλισμού οι αγιάτρευτες αντιθέσεις του καπιταλιστικού συστήματος οξύνονται, αναδεικνύοντας σε όλη του την έκταση το αποκρουστικό πρόσωπό του. Μια χούφτα ιμπεριαλιστικές δυνάμεις καταπιέζουν τα έθνη όλων των υπόλοιπων χωρών και ληστεύουν τους εθνικούς τους πόρους οδηγώντας σε διαρκή χειροτέρευση των υλικών όρων ζωής των λαών των χωρών αυτών. Χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα αποτελούν και οι λεγόμενες τριτοκοσμικές χώρες, των οποίων μεγάλα τμήματα πληθυσμού δεν έχουν πρόσβαση σε συνθήκες υγιεινής, ακόμα και σε πόσιμο νερό. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που έδωσε ο ΟΗΕ και η UNICEF το 2014, το ένα έκτο του πληθυσμού της Γης, δηλαδή πάνω από 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι, δεν έχουν πρόσβαση σε υδάτινες πηγές, 1,1 δισεκατομμύρια άνθρωποι πίνουν νερό από μη ασφαλείς πηγές και 2,5 δισεκατομμύρια στερούνται και των πλέον βασικών συνθηκών υγιεινής. 400 εκατομμύρια παιδιά, σχεδόν το 1/5 των παιδιών του κόσμου, στερούνται ακόμη και την ελάχιστη ποσότητα καθαρού νερού που χρειάζονται για να ζήσουν, ενώ 1.400 παιδιά κάτω των 5 ετών πεθαίνουν κάθε μέρα από διαρροϊκές ασθένειες, που συνδέονται με την έλλειψη ασφαλούς πόσιμου νερού και επαρκούς αποχέτευσης και υγιεινής. Ταυτόχρονα, 5 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο από ασθένειες, που σχετίζονται με μολυσμένα ύδατα. Και ενώ τέτοιες ασθένειες στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες έχουν εκλείψει ή είναι πολύ σπάνιες, οι φτωχές χώρες, εκτός από την αδυναμία πρόσβασης σε πόσιμο νερό, αδυνατούν να εξασφαλίσουν τις πανάκριβες θεραπείες των φαρμακοβιομηχανιών εναντίον αυτών των ασθενειών. Ταυτόχρονα οι διεθνείς ιμπεριαλιστικές συμβάσεις κατοχυρώνουν πατέντες, προστατεύουν τα συμφέροντα αυτών των μεγάλων φαρμακοβιομηχανιών και απαγορεύουν την παραγωγή των θεραπειών από αυτές τις χώρες. Αυτά είναι τα θανατηφόρα αποτελέσματα της ιμπεριαλιστικής πολιτικής και της αποικιακής εκμετάλλευσης των εξαρτημένων από τον ιμπεριαλισμό χωρών.
Την ίδια στιγμή, ενώ οι μεγάλες πολυεθνικές φαρμακοβιομηχανίες έχουν επιδοθεί σε έναν ξέφρενο ανταγωνισμό για την εύρεση του εμβολίου απέναντι στον κορονοϊό που θα τους αποφέρει πολλά δισ. κέρδη, οι έρευνες για αντιμετώπιση ασθενειών που δεν πλήττουν τόσο εκτεταμένα τμήματα πληθυσμού όπως ο covid-19 βρίσκονται σε πολύ πρώιμα στάδια, μιας και δεν αποφέρουν τα επιθυμητά κέρδη σε αυτές τις φαρμακοβιομηχανίες. Χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα αποτελεί ο ιός Έμπολα. Ο ιός αυτός εντοπίστηκε για πρώτη φορά το 1976 στο Σουδάν, προσβάλλει κυρίως πληθυσμούς της υποσαχάριας Αφρικής και επειδή μολύνει σχετικά λίγους ανθρώπους που δεν έχουν και «αγοραστική δυνατότητα», περίπου μισό αιώνα δεν έχει βρεθεί θεραπεία που να τον αντιμετωπίζει. Τα ίδια ισχύουν και για τους ιούς SARS και MERS με τον πρώτο να καταγράφεται το 2002 στη Νότια Κίνα και τον δεύτερο το 2012 στην Σαουδική Αραβία. Οι δύο αυτοί ιοί ανήκουν στην οικογένεια των κορονοϊών και οι έρευνες για την εύρεση θεραπείας, αν είχαν χρηματοδοτηθεί επαρκώς και πραγματοποιηθεί σε βάθος, θα μπορούσαν σήμερα να δώσουν σημαντικά αποτελέσματα για την εύρεση θεραπείας του covid-19. Παρόλα αυτά μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί καμιά θεραπεία για τους ιούς αυτούς, καθώς, όπως και στην περίπτωση του Έμπολα, η μακάβρια λίστα των «θυμάτων» δεν ήταν αρκετά μεγάλη ώστε η έρευνα για τη θεραπεία τους να αποφέρει επαρκή κέρδη στις φαρμακοβιομηχανίες.
Τα συστήματα υγείαςστις σοσιαλιστικές χώρες
Αν για το καπιταλιστικό σύστημα ο τομέας της υγείας αποτελεί πεδίο κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου, στις σοσιαλιστικές χώρες η βελτίωση των υλικών όρων ζωής της εργατικής τάξης και του λαού και κατ’ επέκταση η υγεία τους αποτελούσε πρωταρχική προτεραιότητα. Η πείρα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια σειρά χώρες αποδεικνύει πως την περίοδο αυτή, και στον τομέα αυτό, πραγματοποιήθηκαν μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα ιστορικοί άθλοι, με τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα να αποτελούν οι περιπτώσεις Σοβιετικής Ένωσης και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.
1) Το σύστημα υγείας και κοινωνικής πρόνοιας στην Σοβιετική Ένωση
Στα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου το υγειονομικό σύστημα της ρωσικής αυτοκρατορίας είναι ιδιαίτερα αδύναμο, κατακερματισμένο, χωρίς κεντρικό σχεδιασμό και κεντρική διοίκηση. Η πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας είναι αδύνατη για εκτεταμένα τμήματα των μαζών, ενώ ενδεικτικές της κατάστασης που επικρατεί είναι οι συνθήκες υγιεινής που είναι από τις χειρότερες στην Ευρώπη. Η χώρα δοκιμαζόταν συχνά από ξεσπάσματα μεταδοτικών ασθενειών, οι οποίες άφηναν πίσω τους εκατοντάδες χιλιάδες θύματα. Ο δείκτης θνησιμότητας ήταν ιδιαίτερα υψηλός με το προσδόκιμο ζωής μετά βίας να αγγίζει τα 40 έτη, ενώ η παιδική θνησιμότητα ανερχόταν στο 25%. Το ξέσπασμα του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου ενέτεινε τα αποσυνθετικά φαινόμενα στο σύστημα υγείας.
Η κατεύθυνση στην πολιτική για την υγεία αρχίζει να αλλάζει με το ξέσπασμα της Οκτωβριανής επανάστασης και την γέννηση του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους στον κόσμο. Ήδη λίγους μόνο μήνες μετά τον Οκτώβρη, τον Ιούλη του 18, ιδρύεται μέσω διατάγματος το λαϊκό επιτροπάτο για την υγεία με επίτροπο τον Nikolai Semanshko. Εν μέσω εμφυλίου πολέμου από το 1918 έως το 1922, για να αντιμετωπιστούν οι ελλείψεις σε ιατρικό προσωπικό ιδρύονται 16 νέες ιατρικές σχολές.
Οι βάσεις για την εδραίωση μιας πραγματικά σοσιαλιστικής πολιτικής στην υγεία τίθενται στο 8ο συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1919. Στο πρόγραμμα που ψηφίστηκε από το συνέδριο αναφέρεται πως σα βάση της δράσης του στον τομέα της υγείας του λαού το κομμουνιστικό κόμμα παίρνει μια σειρά υγειονομικά και εξυγιαντικά μέτρα που έχουν σκοπό να προλάβουν την αύξηση των παθήσεων. Τέτοια μέτρα αποτελούν η εξυγίανση των κατοικημένων χώρων, η αποθήκευση του κοινωνικού επισιτισμού με βάση τις επιστημονικές αρχές της υγιεινής, η πρόληψη της ανάπτυξης και διάδοσης κάθε μεταδοτικής ασθένειας, η δημιουργία υγειονομικής νομοθεσίας. Στο πρόγραμμα επίσης προβλέπεται η πάλη ενάντια στις λεγόμενες κοινωνικές ασθένειες (φυματίωση, αφροδίσια, αλκοολισμός κ.ά.), να εξασφαλιστεί προσιτή για όλους, δωρεάν και ειδικευμένη ιατρική περίθαλψη. Από τα καθήκοντα αυτά πηγάζουν και οι βασικές αρχές σχετικά με τη σοβιετική υγεία και κοινωνική πρόνοια: ο κρατικός χαρακτήρας που έχει το υγειονομικό σύστημα, ο ενιαίος χαρακτήρας του που αντιπροσωπεύει ένα επιστημονικά θεμελιωμένο και βασισμένο πάνω στις αρχές του σχεδιασμού σύστημα από υγειονομικά μέτρα και μέτρα πρόληψης και θεραπείας.
Ιδιαίτερη σημασία αποκτά για τη σοβιετική πολιτική στον τομέα της υγείας η πρόληψη. Παραδείγματα αποτελούν οι εκτεταμένες εκστρατείες που έγιναν για τη βελτίωση των συνθηκών υγιεινής, ενώ οι περιοδικοί ιατρικοί έλεγχοι αποτέλεσαν βασικό εργαλείο της προληπτικής ιατρικής. Ταυτόχρονα εδραιώθηκε ένα ολόκληρο δίκτυο κέντρων πρόληψης (νοσοκομεία, πολυκλινικές, σανατόρια), ενώ ιδιαίτερη σημασία απέκτησαν υγειονομικές εγκαταστάσεις που προλάμβαναν νοσήματα τα οποία σχετίζονταν με τους χώρους δουλειάς της εργατικής τάξης και του λαού. Τέτοιες εγκαταστάσεις ήταν και οι εξοπλισμένες πολυκλινικές που βρίσκονταν μέσα στα εργοστάσια και φρόντιζαν για την υγεία των εργατών και των κατοίκων που ζούσαν γύρω από αυτό.
Ταυτόχρονα, ιδιαίτερο βάρος δόθηκε στην προστασία της μητρότητας και του παιδιού. Θεσπίστηκε νομοθεσία που προστατεύει τις εργαζόμενες γυναίκες και ιδιαίτερα τις εγκύους και αυτές που θηλάζουν, ενώ ιδρύθηκαν νέα μαιευτήρια, παιδικά νοσοκομεία και παιδικοί σταθμοί. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο τέλος του πρώτου πεντάχρονου σχεδίου για την οικονομία, το 1929, ο αριθμός των κρεβατιών στα παιδικά νοσοκομεία και στα μαιευτήρια είναι αυξημένος κατά 60% σε σχέση με το 1914.
Πέρα όμως από την άμεση αναδιοργάνωση και συνεχή ενίσχυση του υγειονομικού συστήματος, ιδιαίτερη σημασία έχει η πολιτική που στοχεύει στη βελτίωση των υλικών όρων ζωής του λαού. Μέτρα όπως ο συστηματικός έλεγχος των συνθηκών εργασίας, η λήψη μέτρων προστασίας της εργασίας, η μείωση του χρόνου εργασίας στις 8 ώρες και στις 6 για τα βαρέα επαγγέλματα, η βελτιστοποίηση των τεχνικών παραγωγής, είναι παράγοντες που συνέβαλαν στην άνοδο της υγείας και του βιοτικού επιπέδου του λαού.
Τελικά μέσα σε 40 χρόνια Σοβιετικής εξουσίας αυξήθηκαν οι υπηρεσίες θεραπείας και πρόληψης καθώς και ο αριθμός των γιατρών. Σε σύγκριση με το 1913 ο αριθμός των κρεβατιών στα νοσοκομεία αυξήθηκε κατά 6,5 φορές και ο αριθμός των γιατρών κατά 14 φορές. Παράλληλα, η συνεχής βελτίωση των υλικών όρων ζωής του λαού οδήγησε σε μείωση της θνησιμότητας και αύξηση του πληθυσμού. Στα 1956 η θνησιμότητα του πληθυσμού στην ΕΣΣΔ συγκριτικά με το 1940 ήταν 2,4 φορές μικρότερη ενώ σε σύγκριση με το 1913 σχεδόν 4 φορές. Μαζικές επιδημικές αρρώστιες εξαφανίστηκαν και καταπολεμήθηκαν σοβαρές ασθένειες όπως η πανούκλα, η χολέρα και η ευλογιά.
Το σύστημα υγείας και κοινωνικής πρόνοιας στη Λ.Δ. Κίνας
Η θεμελίωση του υγειονομικού συστήματος στην Λ.Δ.Κ. πέρασε μέσα από πολλούς ριζικούς μετασχηματισμούς οι οποίοι αφορούσαν τόσο την οργάνωση του υγειονομικού δικτύου όσο και το περιεχόμενο της ιατρικής και τις μεθόδους της. Οι υγειονομικές υπηρεσίες ήταν προσιτές από όλο το λαό και παρέχονταν είτε δωρεάν ή ήταν πολύ φθηνές.
Με την νέα οργάνωση του υγειονομικού δικτύου σε κάθε συνοικία στις πόλεις και σε κάθε λαϊκή κοινότητα στην ύπαιθρο υπάρχει ένα υγειονομικό κέντρο ή ένα νοσοκομείο. Για τις σοβαρές περιπτώσεις υπάρχουν τα νοσοκομεία της περιφέρειας, ενώ εκτός από τα μικρά νοσοκομεία, κάθε χωριό διαθέτει και εξωτερικό ιατρείο με φαρμακείο και οδοντιατρείο. Το υγειονομικό δίκτυο συμπληρώνεται από κινητές ιατρικές μονάδες οι οποίες στελεχώνονται από γιατρούς νοσοκομείων ή του λαϊκού στρατού. Αυτά τα κινητά ιατρεία πηγαίνουν από χωριό σε χωριό και εξετάζουν συστηματικά τον πληθυσμό επιβεβαιώνοντας την προσήλωση του υγειονομικού συστήματος της Λ.Δ.Κ. στην προληπτική ιατρική.
Κατά τη διάρκεια της πολιτιστικής επανάστασης γενικεύτηκε ένα νέο είδος γιατρών, οι «ξυπόλυτοι γιατροί». Πρόκειται για πρακτικούς γιατρούς που καταρτίζονται σε μια σειρά ζητήματα της ιατρικής επιστήμης. Στρατολογούνται μέσα από τους εργάτες, τους αγρότες ή τους στρατιώτες και παίζουν ρόλο στην παραγωγική τους μονάδα όπου εξάλλου συμμετέχουν και στην παραγωγή. Από τη μια μεριά γνωρίζουν να θεραπεύουν όλες τις επαγγελματικές ασθένειες που είναι δυνατόν να παρουσιαστούν και από την άλλη συντελούν σημαντικά στην ασφάλεια των εργαζόμενων στη δουλειά. Όσοι από αυτούς ξεχωρίσουν για τις ικανότητές τους μπορούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους σε ιατρικές σχολές. Ο θεσμός των «ξυπόλυτων γιατρών» αντιπροσωπεύει από τη μία τη βούληση της σοσιαλιστικής κυβέρνησης να ενισχύσει τον τομέα της λαϊκής υγείας, αξιοποιώντας και ενισχύοντας σε αυτή την κατεύθυνση το πνεύμα της πρωτοβουλίας των μαζών, και από την άλλη, ακριβώς τη θέληση της εργατικής τάξης και του λαού για ενεργητική συμμετοχή και προσφορά στη λαϊκή υγεία η οποία αποτελεί πλέον δική του υπόθεση.
Ταυτόχρονα με την αναδιοργάνωση του υγειονομικού δικτύου επανακαθορίστηκε και το περιεχόμενο της ιατρικής καθώς και οι μέθοδοί της. Οι κινέζοι ηγέτες δεν απέρριψαν καθόλου την παλιά παραδοσιακή ιατρική. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, οι γιατροί δυτικής εκπαίδευσης να συνδυάσουν τις προσπάθειές τους με τους πρακτικούς γιατρούς της παραδοσιακής ιατρικής.
Στην Λ.Δ.Κ. η λαϊκή κυβέρνηση, από τη στιγμή της ανόδου στην εξουσία, έδωσε βάρος στην προστασία της μητέρας και του παιδιού και ανέλαβε με επιτυχία την πτώση του ποσοστού της παιδικής θνησιμότητας. Οργάνωσε μεγάλες εκστρατείες στοιχειώδους υγιεινής σ’ εθνική κλίμακα με εμβολιασμούς, καταστροφή τρωκτικών και διαφόρων εντόμων. Από τη νίκη της επανάστασης το 1949 πάρθηκαν πολλά μέτρα που αφορούν κυρίως την προστασία της υγείας της μητέρας, έτσι που η εγκυμοσύνη της να τελειώνει μέσα σε καλές συνθήκες. Η Κίνα την περίοδο εκείνη ήταν μια χώρα με τις πολυαριθμότερες ιατρικές εξετάσεις και επισκέψεις πριν τον τοκετό, ενώ δόθηκε βάρος στην έρευνα για την στειρότητα του άνδρα ή της γυναίκας.
Και στην Λ.Δ.Κ, όπως και στην ΕΣΣΔ, εκτός από την άμεση αναδιοργάνωση και την ανάπτυξη του υγειονομικού συστήματος, η συνολικότερη βελτίωση των υλικών όρων ζωής των μαζών είχε ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της υγείας τους και του βιοτικού τους επιπέδου. Τελικά, μετά την εγκαθίδρυση της Λ.Δ.Κ. και σταδιακά, η παιδική θνησιμότητα μειώθηκε σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτά της Νέας Υόρκης, ενώ πολλές μεταδοτικές ασθένειες εξαλείφθηκαν. Ταυτόχρονα, το προσδόκιμο ζωής των Κινέζων εκτοξεύθηκε από τα 32 χρόνια το 1950 στα 68 στα τέλη της δεκαετίας του 70.
Οι αγώνες των λαών για δημόσια και δωρεάν υγεία
Κάτω από την ακτινοβολία των μεγάλων επιτευγμάτων των λαών των σοσιαλιστικών χωρών, αναπτύχθηκαν στις χώρες της καπιταλιστικής δύσης αγώνες των λαών τους που διεκδικούσαν βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου. Έτσι, ειδικότερα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, κάτω από την πίεση μαζικών λαϊκών κινημάτων αλλά και λόγω της ύπαρξης του σοσιαλιστικού στρατοπέδου το οποίο έβγαινε δυναμωμένο ύστερα από τον πόλεμο ενσαρκώνοντας τους πόθους και τις ελπίδες των λαών του κόσμου για ειρήνη και εθνική και κοινωνική απελευθέρωση, οι αστικές κυβερνήσεις, φοβούμενες μεγαλύτερες κοινωνικές ανατροπές, αναγκάστηκαν να παραχωρήσουν στους λαούς τους περισσότερα δικαιώματα. Με αυτόν τον τρόπο, στην μεταπολεμική καπιταλιστική Ευρώπη έχουμε ανάπτυξη των υγειονομικών συστημάτων και συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας και σταδιακά καθιέρωση δημόσιων συστημάτων υγείας.
Φυσικά, λειτουργώντας στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος, ο τομέας της υγείας εξακολουθεί να λειτουργεί με κριτήριο το κέρδος. Ωστόσο, είναι οι αγώνες των λαών που τελικά οδηγούν στη βελτίωση των συστημάτων αυτών και γενικότερα στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου.
Μετά την ανοιχτή παλινόρθωση του καπιταλισμού στις αρχές της δεκαετίας του ’90, σταδιακά αρχίζουν να ξηλώνονται όλες οι μεταπολεμικές κατακτήσεις. Αυτό δεν αφήνει ανεπηρέαστο ούτε τα δημόσια συστήματα υγείας τα οποία συνεχώς υποβαθμίζονται και απαξιώνονται από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που εφαρμόζονται.
Σήμερα, εν μέσω πανδημίας, οι λαοί έρχονται αντιμέτωποι με τις συνέπειες της διάλυσης των υγειονομικών συστημάτων και των συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας. Ο μόνος τρόπος να βάλουν φραγμό σ’ αυτήν την πολιτική είναι να βγουν ξανά στο δρόμο του αγώνα. Το μόνο δρόμο που στο παρελθόν κατάφερε να τους εξασφαλίσει καλύτερες συνθήκες ζωής και άνοδο του βιοτικού τους επιπέδου.