Για πάνω από 15 μέρες – σχεδόν 20 μέρες – από τα μέσα περίπου του Δεκέμβρη της προηγούμενης χρονιάς, η χώρα μας έχει τα σκήπτρα της πλέον ακριβής χονδρικής τιμής της μεγαβατώρας ηλεκτρικού ρεύματος από το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών. Στην πράξη με τιμές που εκτείνονται από 206 έως 283 ευρώ, σε κάθε περίπτωση πάντως πάνω από τα 200 ευρώ, σταθερά είμαστε «πρωταθλητές» στην ακριβότερη τιμή του ρεύματος. Όταν μάλιστα για την ίδια περίοδο οι τιμές που είχαν οι άλλες χώρες της Ευρώπης, ακόμα και οι γειτονικές όπως Βουλγαρία και Ρουμανία, βρίσκονταν περίπου στο μισό της τιμής, το πολύ, από τις εγχώριες τιμές.
Ειδικά και ενδεικτικά στην τελευταία μέρα του 2022 η Ελλάδα είχε τιμή 283 ευρώ/μεγαβατώρα, έναντι 34 ευρώ της Βουλγαρίας και -1 ευρώ της Γερμανίας !!!!! που δεν συγκρίνεται με τις υπόλοιπες χώρες για τον λόγο πως έχει συγκέντρωση βιομηχανικών μονάδων και την ανάλογη κατανάλωση.
Και εδώ γεννιούνται ερωτήματα που αφορούν τα επιχειρήματα της κυβέρνησης που ισχυρίζεται με βαρετή επαναληπτικότητα πως ό,τι μας συμβαίνει με την άνοδο στις τιμές είναι εισαγόμενο και από εξωγενείς παράγοντες (πόλεμος στην Ουκρανία, μειωμένη παραγωγή κλπ), πώς είναι δυνατόν όταν μειώνονται διεθνώς οι τιμές, στην Ελλάδα να αντιστέκονται και να μην υποχωρούν. Να σημειωθεί δε πως κάνοντας μία πρόχειρη έρευνα για την μέση τιμή της μεγαβατώρας και για το 2021, σύμφωνα με στοιχεία που συλλέγει το EnergyLive, διαπιστώσαμε πως είμασταν στις πρώτες θέσεις της ακρίβειας σε ό,τι αφορά το ηλεκτρικό ρεύμα.
Πού όμως οφείλεται αυτή η ανισορροπία στη χώρα μας σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες; Δεν χρειάζεται να πάμε πολύ πίσω, αλλά στην εποχή που ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ στη διακυβέρνηση. Τότε ακριβώς θεσπίστηκε το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας. Πρόκειται για μια ανώνυμη εταιρεία που ιδρύθηκε στις 18 Ιουνίου 2018 και ορίστηκε από τη PAE (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας) ως διαχειριστής της αγοράς ηλεκτρικήςενέργειας, με σκοπό τη δημιουργία της ενδοημερήσιας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και παραγώγων ενέργειας. Σε αυτό συμμετέχουν μεταξύ άλλων η ΔΕΗ, η ΕΛΠΕ, το Φυσικό Αέριο Αττικής, ο ΑΔΜΗΕ, το Χρηματιστήριο Αθηνών, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης αλλά και το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου.
Το γεγονός πως στη χώρα μας δε λειτουργεί η προθεσμιακή αγορά, που θα επέτρεπε στη χώρα να μπορεί να διαχειριστεί τις παγκόσμιες διακυμάνσεις στις τιμές της ενέργειας, σημαίνει πρακτικά πως όλες οι ανατιμήσεις μετακυλίονται πλήρως στη λιανική τιμή.
Το Χρηματιστήριο Ενέργειας, που θεσπίστηκε επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ όπως προαναφέραμε και εφαρμόστηκε πλήρως επί διακυβέρνησης ΝΔ, από τον Νοέμβριο του 2020 μέσα από την λειτουργία του χρηματιστηριακού μοντέλου διαμόρφωσης των τιμών(Target Model), επιφέρει αυτή την αναστάτωση των τιμών. Όχι βέβαια σε βάρος των βασικών συντελεστών της παραγωγής και διακίνησης της ηλεκτρικής τουλάχιστον ενέργειας που θησαυρίζουν καθημερινά.
Οι αυξήσεις αυτές επηρεάζουν άμεσα τους περισσότερους καταναλωτές ρεύματος στη χαμηλή τάση, καθώς οι τιμές της λιανικής έχουν συνδεθεί με τις χρηματιστηριακές τιμές μέσα από τις ρήτρες που έχουν καθιερωθεί στα περισσότερα συμβόλαια λιανικής. Υπάρχουν ρήτρες που ενεργοποιούνται και φέρνουν αυξήσεις στους λογαριασμούς πάνω από προκαθορισμένα επίπεδα των τιμών χονδρικής που ορίζουν οι πάροχοι. Όπως με την «πτήση» που έχουν αρχίσει από τον Ιούνιο του 2021 οι τιμές, οι ρήτρες σε όλους τους λογαριασμούς ενεργοποιούνται και φέρνουν σημαντικές αυξήσεις που βαραίνουν τις καταναλώσεις στη χώρα μας.
Πολύς λόγος επίσης έγινε και με τις εξαγγελίες Μητσοτάκη περί της φορολόγησης των υπερκερδών του καρτέλ της ενέργειας και την απόδοσή τους στους καταναλωτές με σκοπό την μείωση του ενεργειακού βάρους, που έρχεται να προστεθεί στο γενικότερο τσουνάμι της ανόδου των τιμών για τα νοικοκυριά και κύρια για τις λαϊκές οικογένειες και τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Όμως η κυβέρνηση, με επίκληση του δήθεν «εμπορικού απορρήτου», αρνήθηκε να δώσει τα στοιχεία για τα υπερκέρδη που η ΡΑΕ έχει γνωστοποιήσει στο υπουργείο Οικονομικών από τον Νοέμβριο του 2022.
Ενώ το «απόρρητο» δεν το είχε επικαλεστεί η κυβέρνηση όταν η ΡΑΕ την άνοιξη του 2022 είχε παρουσιάσει τα σχετικά στοιχεία για το εξάμηνο Οκτωβρίου 2021 έως Μάρτιο 2022.
Τώρα το αρνείται, προφανώς γιατί εξοφλεί γραμμάτια στήριξης στο καρτέλ της ενέργειας και οδηγεί σε μαγείρεμα στοιχείων σχετικά με τα υπερκέρδη τους.