Η δολοφονία του Άλκη στη Θεσσαλονίκη, επειδή δήλωσε στην ομάδα των δραστών ότι είναι «Αρειανός» και όχι Παοκτζής, δεν μπορεί παρά να μας βάζει σε ανήσυχες σκέψεις.
Καμία σημασία δεν έχουν οι δηλώσεις του υπουργού (ΠΡΟΠΟ) Τάκη Θεοδωρικάκου (παλαιού Κνίτη) ότι η αστυνομία έκανε το «καθήκον» της και βρήκε γρήγορα ντόπιους και ξένους δράστες. Μπορεί αύριο επίδοξοι δολοφόνοι να μην κουβαλούν δρεπάνια(!) -ή πιο ήπια όπλα- όμως το πρόβλημα παραμένει και οξύνεται.
Ο χουλιγκανισμός που οπλίζει τα χέρια νέων ανθρώπων είναι το ανώτατο στάδιο του οπαδισμού. Στην πραγματικότητα είναι οπλισμένος χουλιγκανισμός. Στις τάξεις του κουρνιάζουν ανεγκέφαλοι, άνεργοι, εξαθλιωμένοι προλετάριοι, εθνικιστές, φασίστες κλπ. Πάει πολύς καιρός όπου η μαζική εγκατάσταση προσφύγων από τη Μ. Ασία γέννησε πάμπολλα αθλητικά σωματεία (ΑΕΚ, Πανιώνιος, Απόλλων, ΠΑΟΚ κλπ). Η πρώτη μέριμνα των προσφύγων ήταν να εξασφαλίσουν στα μέλη τους στέγη, εκπαίδευση, περίθαλψη κ.ά. και σ’ αυτούς τους στόχους την πρωτοκαθεδρία είχαν τα προοδευτικά και ριζοσπαστικά πνεύματα του προσφυγικού κόσμου. Η προσφυγική ταυτότητα συνδέθηκε όχι μόνο με την αναπόληση των χαμένων πατρίδων, αλλά και με το δίκτυο υποστήριξής τους. Το νεαρό κομμουνιστικό κόμμα, αλλά και οι φιλελεύθεροι του Ε. Βενιζέλου διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο. Ωστόσο, από τότε «κύλησε πολύ νερό στις όχθες του Ιλισσού». Τα ποδοσφαιρικά σωματεία (το ποδόσφαιρο είναι το πιο εύκολο κι αγαπητό άθλημα) πέρασαν στα χέρια εταιρειών, μεγαλοκαπιταλιστών, επιτηδείων και οι θύρες έγιναν φυτώρια του ακραίου οπαδισμού. Στην περίπτωσή μας, αφού οι παπαγάλοι ανακάλυψαν ότι ο δολοφόνος είναι Αλβανός, η ελληνική λίγκα αποφάσισε οι αγώνες να διεξαχθούν κανονικά γιατί το κέρδος είναι κέρδος και οι κερκίδες πρέπει να απορροφήσουν την οργή και την αγανάκτηση που γεννάει η φτώχεια και η ακρίβεια. Αντί ο οπαδός να φωνάζει και να εξεγείρεται για τον Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του, καλύτερα να σηκώνει τη γροθιά του στον απέναντι οπαδό, που τυχαίνει να προσκυνάει άλλο χρώμα.
Τα φαινόμενα ακραίας παράλογης και οπαδικής βίας έχουν πολλές αφετηρίες, αλλά πρώτιστα συνδέονται με τους κώδικες των κοινωνικών αξιών. Ο οπαδός φαντάζεται πως είναι μέλος μιας ευρύτερης κοινότητας (Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός) αλλά συνδέεται με τους άλλους οπαδούς με δεσμούς αναγνώρισης, πίστης, αφοσίωσης. Εδώ ακριβώς παρεμβαίνει η ομάδα-επιχείρηση. Ο ύμνος, τα κασκόλ, οι εφημερίδες, οι φανέλες αποτελούν «όρκους πίστης» στο κοινό ιδανικό.
Από αυτό το σημείο ως το οπαδικό ντοπάρισμα και τη χρήση βίας, η απόσταση δεν είναι μεγάλη. Απορίας άξιον είναι πως ακόμα και οπαδοί ομάδων «τεταρτης κατηγορίας» σε ομάδες που παίζουν τοπικό ποδόσφαιρο είναι έτοιμοι να συγκρουστούν ακόμα και για δευτερεύοντες λόγους. Κάτω από αυτό το πρίσμα είναι απόλυτα εξηγήσιμο γιατί εθνικιστές, φασίστες, ακροδεξιοί αναζητούν τις φωλιές τους στις γκρούπες των φιλάθλων-οπαδών. Το γήπεδο μετατρέπεται από το αστικό κράτος σε μια αρένα εκτόνωσης της λαϊκής οργής και ο κόσμος -αντί να ξεχύνεται στους δρόμους και τις διαδηλώσεις- προτιμάει να εκτονώνεται στην κερκίδα ενάντια στον γείτονα. Είναι βέβαια ιδιαίτερα θετικό σημάδι ότι στα γήπεδα αναρτήθηκαν πανό ενάντια στο φασισμό, τον σεξισμό, τις δολοφονίες, πράγμα που δείχνει ότι η ελπίδα δε χάθηκε και πως ακόμα υπάρχουν προοδευτικά αντανακλαστικά στον κόσμο των φιλάθλων.
Ωστόσο, κανείς δε θα μπορούσε να διαφωνήσει ότι το ποδόσφαιρο και οι οργανωμένες οπαδικές εκφράσεις είναι «φονικά όπλα» στα χέρια των Μαρινάκηδων, Σαβ- βίδηδων, Αλαφούζων, Μελισσανίδηδων και διαφόρων Μπέων. Οπωσδήποτε δεν διαφωνούμε με τις αθλητικές διαφοροποιήσεις των ανθρώπων, ιδιαίτερα των νέων, που γίνονται με αφετηρία τον τόπο, την οικογένεια, την παιδεία κλπ. Αλλά ο οπαδισμός και ο χουλιγκανισμός -ως ακραία έκφρασή του- στρέφει την κοινωνική οργή σε σκοτεινά μονοπάτια, εκτονώνει τη λαϊκή δύναμη, γεννάει φαντασιακούς και όχι πραγματικούς αντιπάλους, γιγαντώνει το μικρό ώστε να σκιάζει το μεγάλο. Αυτά πρέπει να βλέπουμε και δε θέλουμε η δολοφονία του Άλκη να πάει στον βρόντο. Ακόμα και όταν συλληφθούν οι φυσικοί δράστες. Ποιος όμως όπλισε το φονικό χέρι;