Στα «σχοινιά» έριξε ο Πρωθυπουργός μας τον Βρετανό ομόλογό του, και λίγο θέλει το διπλωματικό επεισόδιο να εξελιχθεί σε διπλωματική κρίση, η οποία θα διασαλεύσει αιώνες καλής συνεργασίας και αγαστών σχέσεων με τη Γηραιά Αλβιώνα.
Όπως είναι γνωστό, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε κλεισμένη συνάντηση με τον Ρίσι Σούνακ, αλλά ο τελευταίος δεν υπήρξε διόλου Βρετανός στο ραντεβού του. Για την ακρίβεια, δεν προσήλθε καν σε αυτό, και με επίκληση σε …αλλαγή του προγράμματός του, προσφέρθηκε να στείλει τον αναπληρωτή πρωθυπουργό στη θέση του. Τι τους έχουμε τους αναπληρωματικούς;
Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας με δηλώσεις του προς τα ΜΜΕ της Βρετανίας είχε ήδη στριμώξει για τα καλά τη βρετανική διπλωματία, εξαπολύοντας αφοπλιστικά επιχειρήματα του τύπου «τα γλυπτά του Παρθενώνα θα φαίνονταν καλύτερα στο Μουσείο της Ακρόπολης» (sic). Τη χαριστική βολή έδωσε ο Μητσοτάκης στους Βρετανούς, με ευφάνταστη υπόθεση εργασίας: «Για εμάς είναι ζήτημα επανένωσης, πού μπορείς να θαυμάσεις καλύτερα αυτά τα σημαντικά μνημεία. Αν κόβαμε μισή τη Μόνα Λίζα και η μισή ήταν στο Λούβρο, τι θα συνέβαινε;».
Πάντως, αν κάποιος ήθελε να είναι αυστηρός, θα παρατηρούσε ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός καταρχάς χάρισε όοολες τις άλλες λεηλατημένες ελληνικές αρχαιότητες στην αποικιοκρατία, στον βαθμό που δεν υπάρχει σήμερα στην Ελλάδα το λοιπό μισό τους, ή έστω κάποιο τμήμα τους. Θα πρέπει να βρούμε τα χέρια της Αφροδίτης της Μήλου, ή τα φτερά της Νίκης της Σαμοθράκης, για να μπούμε σε υπόθεση διεκδίκησής τους.
Κατά δεύτερον, ο Μητσοτάκης εστίασε στο ζήτημα της ανάδειξης των αρχαιοτήτων, φεύγοντας από τη συζήτηση «σε ποιον ανήκουν». Άντε μέχρι το 2010, καλά κάνατε και τα «κρατήσατε» (όπως έλεγε και η Μερκούρη). Τώρα όμως που έχουμε το Νέο Μουσείο Ακρόπολης, το οποίο σχεδιάστηκε για να επανενώσει τα Γλυπτά του Παρθενώνα, μη μας πείτε ότι τζάμπα μπήκαμε στον κόπο να το φτιάξουμε…
Για μια στιγμή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης φάνηκε να «ξεσπαθώνει», και πράγματι για πρώτη φορά Έλληνας πρωθυπουργός οριακά αξιώθηκε να αναφερθεί στα Γλυπτά του Παρθενώνα με τον αυτονόητο όρο «κλεμμένα», ωστόσο η τελική διατύπωση ντύθηκε με πολλές μπερδεμένες ντρίπλες και υπεκφυγές: «Δεν είναι θέμα επιστροφής εκθεμάτων των οποίων αμφισβητείται η ιδιοκτησία. Αυτά τα Γλυπτά ανήκουν στην Ελλάδα και ουσιαστικά εκλάπησαν. Είναι ένα ζήτημα επανένωσης». Τελικά, αμφισβητείται ή όχι η ιδιοκτησία τους; Εκλάπησαν ουσιαστικώς, αλλά τυπικώς είμαστε κομπλέ; (σσ. ας σημειωθεί ότι ακόμη και το φιρμάνι που -υποτίθεται- είχε εξασφαλίσει ο Έλγιν, ήταν στην πραγματικότητα μια τοπική διοικητική επιστολή).
Θυμόμαστε βέβαια ότι πριν από 2 χρόνια, και συγκεκριμένα στις 16.11.21, ο Μητσοτάκης έκανε (κακό) ποδαρικό στον Μπόρις Τζόνσον (λίγους μήνες μετά, ο Τζόνσον έπαυε να είναι πρωθυπουργός της Βρετανίας) με ένα από τα θέματα συζήτησης να είναι, ξανά, τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Ο τότε λιβανωτός του Μητσοτάκη προς τον αρχαιολάτρη Βρετανό ομόλογό του είχε ως εξής: «Η φετινή χρονιά είναι η 200ή επέτειος από την έναρξη της επανάστασης για την ανεξαρτησία από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, ενός πολέμου κατά τον οποίον η Βρετανία στάθηκε στο πλευρό της Ελλάδας στον αγώνα για την ελευθερία.
Τι θα μπορούσε να αποτελέσει σπουδαιότερη απόδειξη του οράματος του Πρωθυπουργού Johnson για μια νέα, γεμάτη αυτοπεποίθηση, ανοιχτή και πραγματικά “Οικουμενική Βρετανία” (Global Britain) από το να κάνει η κυβέρνησή του το γενναίο βήμα προς τα εμπρός και, από κοινού με το Βρετανικό Μουσείο, να επιστρέψει τα Γλυπτά του Παρθενώνα;»
Θυμόμαστε επίσης ότι μόλις τον Αύγουστο που μας πέρασε, το Βρετανικό Μουσείο απέλυσε τον επί σειρά ετών Επιμελητή του στις ελληνικές αρχαιότητες, με τις κατηγορίες σε βάρος του να τον εμπλέκουν σε σούπερ μεγάλο σκάνδαλο κλοπής έως και 3.000 αρχαίων αντικειμένων βασικά από τις αποθήκες του Μουσείου.
Αν το σχέδιο του Μητσοτάκη είναι να παρακαλέσει τους Βρετανούς να μας …δανείσουν για ορισμένο χρονικό διάστημα κάποια από τα Γλυπτά του Παρθενώνα, ο ίδιος καταρχάς δεν θα πρέπει να ξεχνάει ότι ήδη από την αρχή της θητείας του, ως πρωθυπουργός της χώρας, είχε επιχειρήσει τα ίδια με τον Γάλλο πρόεδρο Μακρόν, δρομολογώντας τον δανεισμό (!), εκ μέρους της Γαλλίας και του Μουσείου του Λούβρου, μιας μετόπης του Παρθενώνα που έτυχε να πέσει στα χέρια των Γάλλων και όχι των Άγγλων. Τα ΜΜΕ θριαμβολόγησαν για τη μεγάλη επιτυχία, η οποία ήταν ο καλύτερος τρόπος να εορταστεί η επέτειος της έναρξης του ελληνικού Αγώνα της Απελευθέρωσης και Ανεξαρτησίας: Η Γαλλία θα …δάνειζε στην Ελλάδα μία μετόπη του Παρθενώνα. Πανηγυρικά. Μολονότι κάποιος σουρεαλιστής θα έβρισκε πολύ ενδιαφέρουσα τη συγκεκριμένη συνθήκη δανεισμού, γεγονός είναι ότι διαχρονικώς η ελληνική διπλωματία, ειδικά στο θέμα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα, έχει να επιδείξει πολλές πολλές ακόμη παρόμοιες μεγάλες στιγμές, που φέρνουν τις ελληνικές θέσεις μόνο σε χειρότερη θέση από ό,τι μέχρι στιγμής είναι. Και πράγματι, αν το Βρετανικό Μουσείο πχ. μάς «δανείσει» τρεις μετόπες του Παρθενώνα για 5 χρόνια (ακόμη κι αν δεν υποχρεωθούμε να στείλουμε σαν αντιδάνεια στους Βρετανούς άλλα μοναδικά δημιουργήματα, όπως ο δίσκος της Φαιστού ή η μάσκα του Αγαμέμνονα), αυτό θα συνιστά μια χειρότερη συνθήκη από αυτή που έχουμε τώρα.
Καθώς οι «εξελίξεις» στο θέμα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα το 2024 είχαν αποτελέσει προεκλογική δέσμευση της Νέας Δημοκρατίας, ο αρχηγός της γαλάζιας παράταξης ήταν υποχρεωμένος να πάρει την υπόθεση πάνω του. Είδε ότι ο αρχηγός των Εργατικών είναι, υποτίθεται, υπέρ της επιστροφής (=υπέρ του δανεισμού), είδε τον Σούνακ 17 ποσοστιαίες μονάδες πίσω από τον αντίπαλό του στις δημοσκοπήσεις, και είπε να σπάσει αβγά. Τα καλύτερα, έρχονται. Λογικά, με τη μορφή ομελέτας.