Ένας διαδεδομένος μύθος στον ύστερο Μεσαίωνα, που έγινε και βιβλίο, ήταν αυτός του Σαρκ και Μπούζαμ. Ένα καταραμένο καράβι, το Μπούζαμ, έπλεε στις ανοιχτές θάλασσες. Ο πονηρός και αδίστακτος πειρατής καπετάνιος του είχε εφεύρει το μύθευμα του Σαρκ. Σύμφωνα με αυτό ένα φοβερό τέρας κυνηγούσε το καράβι με κίνδυνο να το βουλιάξει και να κατασπαράξει το πλήρωμα. Με αυτόν τον τρόπο είχε το πλήρωμα σε πλήρη υποταγή. Απλήρωτο, άφωνο και να δουλεύει σκληρά. Διότι το Σαρκ παραμονεύει και ο κίνδυνος ήταν υπαρκτός. Ο πονηρός καπετάνιος κυριαρχούσε στο πλήρωμα του πλοίου με το φόβο του τέρατος, που εφευρέθηκε ως μέσο καθυπόταξης από τον καπετάνιο.
Θυμηθήκαμε το μύθο του Σαρκ και του Μπούζαμ με αφορμή την επέτειο του Πολυτεχνείου και τις σιδερόφραχτες στρατιές του Χρυσοχοΐδη που κατάντησαν τη χώρα κατεχόμενη θυμίζοντας δικτατορία, χούντα. Οι Μητσοτάκης-Χρυσοχοΐδης βγήκαν στις τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές ρούγες κραδαίνοντας σαν αρχάγγελοι θανάτου το φόβο του κορονοϊού. Απαγόρευσαν πορείες και συγκεντρώσεις για να μην εξαπλωθεί η πανούκλα. Την ίδια ώρα η κυβέρνηση δεν στελεχώνει με προσωπικό τα νοσοκομεία, στοιβάζει τον κόσμο σα σαρδέλες στα λεωφορεία, απαγορεύει, τρομάζει και φοβερίζει τους διαδηλωτές. Ακόμα και μανάδες μ’ ένα γαρύφαλλο συλλαμβάνει, ώστε να βλέπει ο νοικοκύρης και να τρέμει η ψυχούλα του. Από την πανδημία και το πρόστιμο. Που και τα δύο χειρίζεται το κράτος και οι χωροφύλακές του. Ο Χαρδαλιάς και ο αστυνόμος της γειτονιάς που γυαλίζει το μάτι του όταν βλέπει συναθροίσεις πάνω από τέσσερα άτομα. Αλίμονο στις πολύτεκνες οικογένειες και σ’ αυτούς που η κοινωνικότητά τους ξεπερνάει τους ενοίκους ενός… ασανσέρ.
Ποιο είναι το βασικό όπλο των κρατούντων; Ο φόβος! Ο ιός και το οικονομικό χαράτσι. Ο θάνατος και η ποινή. Έχουν γράφει πολλά -κυρίως από ψυχολόγους- για τη δύναμη και το χαρακτήρα της ποινής ως μέσο επιβολής της εξουσίας. Εμάς κυρίως μας ενδιαφέρει να απομυθοποιήσουμε και να «αποφλοιώσουμε» την ποινή, το συμβολικό και πραγματικό χαρακτήρα της, ώστε να πάψει να είναι ο προθάλαμος του φόβου. Στην κατοχή, οι Γερμανοί είχαν τα αντίποινα απέναντι στον άμαχο πληθυσμό. Αργότερα, η συλλογική ευθύνη εξατομικεύτηκε, ώστε ο καθένας να κουβαλάει την ευθύνη του, όπως η χελώνα το καβούκι της. Έτσι, το χρέος απέναντι στο κίνημα και το λαό έγινε -όπως λέει και ο Μητσοτάκης- ατομική ευθύνη και η λεβεντιά και το θάρρος αντικαταστάθηκε από τη μιζέρια και το φόβο. Ο αετός έγινε σκουλήκι που, όσο το πατάς, τόσο μαζεύεται.
Η απάντηση σ’ όλα τα παραπάνω δεν είναι το κλείσιμο στον εαυτό μας και η θωράκισή μας μπροστά στον καθρέφτη. Δεν είναι η περιστροφή γύρω από το «εγώ» μας και η περιδίνηση σαν χορευτές των Σούφι. Δεν είναι η ανεύρεση της αλήθειας «στο ντιβάνι του ψυχιάτρου». Όπως λέει ο Μαρξ, ο άνθρωπος είναι το σύνολο των κοινωνικών σχέσεών του. Χωρίς την παράμετρο της κοινωνίας και το μέτρο της κοινωνικότητας είναι αδύνατο να νικήσουμε τον όποιο φόβο. Είναι η μεγάλη έξοδος στην κοινωνία που έφτιαξε μεγάλες και λαμπρές σελίδες στην ανθρώπινη ιστορία. Στα δικά μας, το ΕΑΜ και το Πολυτεχνείο ήταν βήματα εξόδου. Έτσι και τώρα.
Ο φόβος και ο φόβος του φόβου δε νικιέται με το να απομονώσουμε τον εαυτό μας και να κοιτάμε τα έσωθέ μας σαν ψυχολογικός μακελάρης. Οι κοινωνικές επιστήμες καλές είναι. Αλλά σαν ένδειξη και όχι ως απόδειξη για το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε. Το ανάποδο θα σήμαινε συρρίκνωση του εαυτού μας στο μηδενικό μέγεθος. Ο φόβος των ανθρώπων στον ιό, την εξουσία και τις προσταγές της θα νικηθεί όταν το Εγώ μεταφερθεί στο πεδίο του Εμείς.