Σε ανακοίνωσή της, η Φοιτητική Πορεία κατήγγειλε την πρόσφατη εκδικητική και αυταρχική απόλυση του διοικητικού υπαλλήλου του ΕΚΠΑ, Δημήτρη Αντωνίου, επισημαίνοντας την «ωμή διαμεσολάβηση της κυβέρνησης και του υπουργείου». Υπενθυμίζουμε, πως η σύμβαση του εργαζόμενου, ισχύουσα επί 19 χρόνια τώρα στο ΕΚΠΑ, δεν ανανεώθηκε μαζί με τις υπόλοιπες συμβάσεις, επικυρώνοντας επί της ουσίας την απόλυση που ήδη είχε προ-αποφασιστεί, όταν ο υπάλληλος τέθηκε σε διαθεσιμότητα πριν από δύο μήνες. Όπως επισημαίνεται, «η επαίσχυντη αυτή ενέργεια της πρυτανείας ήρθε να τιμωρήσει τον εργαζόμενο, γιατί είχε το θάρρος να τοποθετηθεί δημόσια ενάντια στην τηλε-εξεταστική και το εκπαιδευτικό νομοσχέδιο-έκτρωμα, πριν αυτό ακόμα ψηφιστεί, σε κινητοποίηση που έγινε στο ΕΚΠΑ από κοινού με φοιτητικούς συλλόγους και εργαζόμενους.»
Η απόλυση αυτή έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά από γενικευμένες διώξεις διοικητικών υπαλλήλων, εκπαιδευτικών, και γενικότερα εργαζομένων και συνδικαλιστών, οι οποίοι ασκούν το αναφαίρετο δημοκρατικό τους δικαίωμα να διαμαρτύρονται συλλογικά και οργανωμένα απέναντι στην πολιτική της φτώχειας, της ακρίβειας, της ανεργίας, του ξεπουλήματος, της συγκάλυψης, των ιδιωτικοποιήσεων, διεκδικώντας αξιοπρεπείς συνθήκες δουλειάς, συλλογικές συμβάσεις εργασίας, και γενικότερα δημοκρατικά δικαιώματα και κατακτήσεις ολόκληρων δεκαετιών που μέσα σε λίγα χρόνια η πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, και όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων, έρχεται να ισοπεδώσει. Από τις ποινικές διώξεις σε εκπαιδευτικούς στον Πειραιά, μέχρι τις εκδικητικές απολύσεις, οι μεθοδεύσεις αυτές στοχεύουν ξεκάθαρα στο χτύπημα των συνδικαλιστικών ελευθεριών και των δημοκρατικών δικαιωμάτων, σε μια προσπάθεια εξάλειψης κάθε προοδευτικής φωνής μέσα στην κοινωνία που μαστίζεται από την ανεργία και την ακρίβεια.
Όπως τονίζεται στο τέλος της ανακοίνωσης της Φοιτητικής Πορείας, «πλάι στις τρομοκρατικές και εντελώς απροκάλυπτες διώξεις εργαζομένων και ανθρώπων του μεροκάματου, έρχεται δίπλα-δίπλα ο κρατικός μηχανισμός, που σήμερα, περισσότερο από ποτέ, αποδεικνύεται εμπράκτως πως είναι παρών όταν πρόκειται για το χτύπημα διαδηλώσεων και λαϊκών κινητοποιήσεων ή όταν πρόκειται για την εισβολή σε πανεπιστημιακά ιδρύματα καταπατώντας κάθε έννοια ασύλου, αλλά είναι πολύ μακριά -όπως και το δικαστικό σώμα- όταν πρόκειται για την τιμωρία των ενόχων του εγκλήματος των Τεμπών ή την προστασία μιας 28χρονης κοπέλας από τον γυναικοκτόνο πρώην σύντροφό της. Το καθεστώς αυτό της καταστολής και της τρομοκρατίας, σε αντιδιαστολή με την παντελή έλλειψη κάθε είδους κοινωνικής πρόνοιας, έγκειται στην βαθιά σύνδεση των πρυτανικών και εργοδοτικών φορέων με το κράτος και την κυβέρνηση που σε όλες τις πτυχές της ζωής έρχεται να διαλύσει δημοκρατικά δικαιώματα και κατακτήσεις. Καθήκον όλων μας απέναντι σε αυτά τα φαινόμενα είναι να εντείνουμε την πάλη μας μέσα από την οργανωμένη πάλη στα συλλογικά μας όργανα, καταγγέλλοντας κάθε αυθαίρετη ή τρομοκρατική ενέργεια, πάντα με κατεύθυνση την διεκδίκηση αξιοπρεπών όρων ζωής με εκπαίδευση, δουλειά και πρόνοια για όλους.»