Ενώ εμφανίζεται κινητικότητα γύρω από την ομαλοποίηση – αποκατάσταση των σχέσεων του Ισραήλ με μία σειρά χώρες και την αναδιάταξη συνεργασιών και συμμαχιών, ιδιαίτερα με την Τουρκία και αραβικές χώρες στα πλαίσια των «συμφωνιών του Αβραάμ», με το παλαιστινιακό σε χρόνια ακινησία και την ισραηλινή κατοχή συνεχώς να διευρύνεται και να βαθαίνει, νέα σενάρια για την «επίλυσή» του ήρθαν στην επιφάνεια.
Ένα τάχα «εκσυγχρονισμένο» σχέδιο, με στόχο την αναθέρμανση της διαπραγμάτευσης για το Παλαιστινιακό, έφεραν στο προσκήνιο ορισμένοι πρώην διαπραγματευτές των δύο πλευρών, με βασικό «κορμό» την «ειρηνευτική» πρόταση της Γενεύης του 2003. Αντί για τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους, το σχέδιο αυτό μιλά για μια «συνομοσπονδία δύο ανεξάρτητων κρατών».
Από την ισραηλινή πλευρά βασικός πρωτεργάτης της σχετικής πρότασης είναι ο Γιόσι Μπέιλιν, που ήταν και συνιδρυτής της «ειρηνευτικής πρωτοβουλίας» της Γενεύης το 2003, ενώ από τη μεριά των Παλαιστινίων φαίνεται να πρωταγωνιστεί σε αυτήν την κίνηση η Χίμπα Χουσεΐνι, πρώην νομική σύμβουλος Παλαιστινίων διαπραγματευτών από το 1994.

Σε γενικές γραμμές η βασική πρόταση προβλέπει μια «συνομοσπονδία Ισραήλ – Παλαιστίνης» με ξεχωριστές κυβερνήσεις, οι οποίες θα συντονίζονται στο ανώτατο επίπεδο για θέματα ασφαλείας, υποδομών και «άλλα ζητήματα που αφορούν τους δύο λαούς». Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, προβλέπει «ανεξάρτητη» Παλαιστίνη με εδάφη της Λωρίδας της Γάζας και Δυτικής Όχθης, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, μέσα από το όχημα της «συνομοσπονδίας» το σχέδιο δίνει τη δυνατότητα να παραμείνουν εντός «ανεξάρτητης» Παλαιστίνης οι περισσότεροι από τους εβραϊκούς εποικισμούς της Δυτικής Οχθης. Προτείνεται η ανταλλαγή εδαφών και η εκκένωση εποικισμών μόνο εφόσον είναι κοντά στα σύνορα με το Ισραήλ. Όσοι Εβραίοι έποικοι μείνουν εντός Δυτικής Όχθης -και εκτιμάται πως θα είναι τουλάχιστον 500.000- θα έχουν μόνιμη άδεια παραμονής. Αντίστοιχος αριθμός Παλαιστινίων προσφύγων του 1948 προτείνεται να επιστρέψουν στο Ισραήλ ως Παλαιστίνιοι πολίτες με μόνιμη άδεια παραμονής στο Ισραήλ.

Ο Μπέιλιν υποστήριξε ότι έχουν σταλθεί σχετικές προτάσεις σε Παλαιστίνιους «που δεν θα τις απέρριπταν εκ προοιμίου» και έχουν γίνει ήδη κάποιες συζητήσεις. Η δε Χουσεΐνι, αναφερόμενη ειδικά στην πλευρά που αφορά τους Εβραίους εποίκους, τη χαρακτήρισε «πολύ αμφιλεγόμενη». Τόνισε όμως ότι σε αντίθεση με άλλα «ειρηνευτικά» σχέδια στο παρελθόν, που ξεκινούσαν από τα πιο «δύσκολα» θέματα, όπως το Προσφυγικό, τα σύνορα, οι εποικισμοί, αυτήν τη φορά προτείνεται να γίνει η αρχή με την ίδρυση «ανεξάρτητης» Παλαιστίνης και στη συνέχεια υποτίθεται ότι θα επιλυθούν τα άλλα θέματα.

Η πρωτοβουλία αυτή όχι μόνο δεν αντιμετωπίζει το ζήτημα της ισραηλινής κατοχής, αλλά αντίθετα την παγιώνει. Η πολιτική κατάσταση τόσο στην ισραηλινή όσο και στην παλαιστινιακή πλευρά δεν ευνοούν τέτοιες συμβιβαστικές υποτίθεται κινήσεις. Αρκετοί γύροι συνομιλιών όλα αυτά τα χρόνια, κατά τα οποία καταγράφονται εκρήξεις βίας, απέτυχαν να καταλήξουν σε μια τελική συμφωνία ενώ δεν υπήρξαν σοβαρές ή ουσιαστικές διαπραγματεύσεις για περισσότερο από μια δεκαετία τώρα. Ο σημερινός πρωθυπουργός του Ισραήλ, Ναφτάλι Μπένετ, είναι πρώην ηγέτης των εποίκων που αντιτίθεται στο παλαιστινιακό κράτος.

Ο υπουργός Εξωτερικών, Γαΐρ Λαπίντ, ο οποίος πρόκειται να αναλάβει πρωθυπουργός το 2023, βάσει συμφωνίας για εκ περιτροπής ηγεσία, υποστηρίζει μια ενδεχόμενη λύση δύο κρατών. Αλλά κανένας από τους δύο δεν είναι πιθανό να είναι σε θέση να ξεκινήσει σημαντικές πρωτοβουλίες, επειδή ηγείται ενός κυβερνητικού συνασπισμού που εκτείνεται σε ένα ευρύ πολιτικό φάσμα, από σκληροπυρηνικές εθνικιστικές φατρίες έως ένα μικρό αραβικό κόμμα.

Από την παλαιστινιακή πλευρά, η εξουσία του προέδρου Μαχμούντ Αμπάς περιορίζεται σε τμήματα της κατεχόμενης Δυτικής Οχθης, με την ισλαμική Χαμάς, η οποία δεν αποδέχεται την ύπαρξη του Ισραήλ, να κυβερνά τη Γάζα. Η προεδρική θητεία του Αμπάς έληξε το 2009 και η πολιτική του εμβέλεια έχει περιοριστεί τα τελευταία χρόνια. Η πολιτικά αποδυναμωμένη παλαιστινιακή πλευρά, μετά και από διαδοχικούς συμβιβασμούς ιδιαίτερα του προέδρου Αμπάς, δεν φαίνεται ικανή να ορθώσει ανάστημα γιά μιά δίκαιη λύση του παλαιστινιακού.