Προσπάθεια για ενεργοποίηση του οργανωμένου εργατικού κινήματος στις ΗΠΑ
Μετά την απεργία των ναυτεργατών της δυτικής ακτής των ΗΠΑ, για συμπαράσταση στο αντιρατσιστικό κίνημα που έχει ξεσπάσει εδώ και καιρό, πραγματοποιήθηκε μια ακόμη προσπάθεια ώστε να κινητοποιηθούν διάφορες εργατικές ενώσεις και σωματεία, για να πάρει το κίνημα πιο οργανωμένη μορφή, να αγκαλιάσει πλατύτερες μάζες και να διευρύνει τα αιτήματά του και την απεύθυνσή του.
Η νέα πρωτοβουλία είχε τον τίτλο Strike for Black Lives (Απεργία για τις μαύρες ζωές) και οργανώθηκε κυρίως από το κίνημα Black Lives Matter, ως προτροπή προς τους εργαζόμενους ολόκληρης της χώρας και τις ενώσεις τους να απεργήσουν στις 20 Ιουλίου ενάντια στη συστηματική ανισότητα και το ρατσισμό στους χώρους εργασίας, που -όπως διαπιστώνεται- χειροτέρεψαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Την προσπάθεια υποστήριξαν η Διεθνής Ένωση Υπαλλήλων Υπηρεσιών (SEIU), το κίνημα Fight For $15, το Poor Peoples’ Campaign (Καμπάνια των φτωχών) και άλλες οργανώσεις που κινητοποιούνται υπέρ των εργαζόμενων στις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με πληροφορίες από ΜΜΕ όπως το CNN και η Washington Post, στο κάλεσμα υπήρξε ανταπόκριση από εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους σε πάνω από διακόσιες πόλεις.
Τα αιτήματα που επικράτησαν, πέραν του ζητήματος του ρατσισμού και των ανισοτήτων που δημιουργεί στους χώρους εργασίας, ήταν και η ιατρική περίθαλψη, η κάλυψη της πληρωμής σε περίπτωση αναρρωτικής άδειας, καθώς και το δικαίωμα για τη δημιουργία σωματείων και συνδικάτων. Ιδιαίτερη συμμετοχή στην απεργία καταγράφηκε σε επιχειρήσεις ταχυφαγείων όπως η αλυσίδα McDonald’s , στην AMAZON, UBER, LYFT, οι οποίες στοχοποιούνται δικαίως από το κίνημα ως τα σύγχρονα κάτεργα στις ΗΠΑ. Ξεχωρίζει και η περίπτωση της Διεθνούς Αδελφότητας Οδηγών Φορτηγών, μιας μεγάλης εργατικής ένωσης σε ΗΠΑ και Καναδά, που στην πραγματικότητα εκπροσωπεί εργαζόμενους του “μπλε κολάρου” από πολλές ειδικότητες, η οποία στήριξε την απεργία με μεγάλη συμμετοχή σε αυτήν. Εργαζόμενοι σε θεραπευτήρια και οίκους ευγηρίας επίσης ανταποκρίθηκαν μαζικά στο κάλεσμα. Όπου δεν υπήρχε δυνατότητα για απεργία, προτάθηκε μια ολιγόλεπτη βουβή γονατιστή διαμαρτυρία διάρκειας 8 λεπτών και 46 δευτερολέπτων, όσο διήρκησε η φρικτή δολοφονία του Τζορτζ Φλόυντ.
Οι εικόνες και τα βίντεο εργαζομένων να πάλλονται με αυτόν τον τρόπο, όχι μόνο στην ένταση μιας μαχητικής διαδήλωσης, αλλά και όταν πορεύονται ήρεμα και γαλήνια, γονατίζοντας και υψώνοντας τις γροθιές όλοι μαζί σαν ένα σώμα για τόσο καιρό, είναι μια συνθήκη που δεν φαινόταν να υπάρχει πριν και μάλλον το ξέσπασμα του αντιρατσιστικού κινήματος μετά τη δολοφονία έχει διαπεράσει σαν ηλεκτρικό ρεύμα εκατομμύρια Αμερικάνους, δίνοντας άλλο νόημα στη ζωή τους και διαμορφώνοντας τη συνείδησή τους καταλυτικά.
Στρατός χωρίς διακριτικά αναγνώρισης η απάντηση της διοίκησης Τραμπ
Σύμφωνα με αμερικάνικα μέσα, όπως το ABC News, στο Πόρτλαντ της πολιτείας Όρεγκον πραγματοποιούνται κινητοποιήσεις επί 53 μέρες συνεχόμενα. Φαίνεται ότι η προεδρία Τραμπ διάλεξε αυτήν την πόλη για να ξεκινήσει μια κλιμάκωση της κρατικής καταστολής, εξαπολύοντας στρατιωτικά τμήματα εναντίον των διαδηλωτών. Αυτή τη φορά, τόσο οι στρατιωτικοί όσο και τα οχήματά τους δε φέρουν διακριτικά αναγνώρισης, οπότε δεν υπάρχει ούτε η παραμικρή δυνατότητα να είναι υπόλογοι αυτοί και οι μονάδες τους για τις βιαιότητες που διαπράττουν, όπως πυροβολισμοί με λαστιχένιες σφαίρες στο κεφάλι.
Ούτε όμως είναι γνωστό πού μεταφέρουν αυτούς που συλλαμβάνουν -ή καλύτερα απάγουν- για πόσο θα τους κρατήσουν και με τί κατηγορίες. Η πλήρης αναρχία της κρατικής εξουσίας σε όλο της το μεγαλείο.
Ο δήμαρχος του Πόρτλαντ απαίτησε την αποχώρηση των στρατιωτικών τμημάτων από την πόλη του, καταγγέλλοντας τη μη ύπαρξη διακριτικών και κατηγορώντας τους ότι αυτοί ευθύνονται για την κλιμάκωση της βίας. Ο Τραμπ από την πλευρά του απείλησε ότι θα κάνει τα ίδια και στο Σικάγο.
Με αφορμή αυτά, διάφοροι παράγοντες του κόμματος των Δημοκρατικών και δημοσιογράφοι που τους στηρίζουν βρήκαν την ευκαιρία να ξεσπαθώσουν ενάντια στον Τραμπ και να κάνουν λόγο για αντιδημοκρατική εκτροπή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόσι, που ανήκει στην τάχα “προοδευτική” πτέρυγα των Δημοκρατικών. Ωστόσο ο Τραμπ επικαλείται τόσο την λεγόμενη Πατριωτική Πράξη (Patriot Act) του Τζορτζ Μπους το 2001, που έδινε το ελεύθερο σε τέτοιες ενέργειες, όσο και την Πράξη Εθνικής Αμυντικής Εξουσιοδότησης (NDAA) του Μπαράκ Ομπάμα το 2011, που επιτρέπει την στρατιωτική σύλληψη και επ’ αόριστον κράτηση χωρίς κατηγορίες και δίκη, όχι μόνο στα πεδία των μαχών, αλλά και Αμερικάνων πολιτών εντός των ΗΠΑ.
Όσον αφορά την Patriot Act του Μπους, τόσο η Πελόσι, όσο και ο Τζο Μπάιντεν, ο υποψήφιος εκ μέρους των Δημοκρατικών για την προεδρία, την ψήφισαν όχι μόνο το 2001, αλλά και όποια άλλη φορά χρειάστηκε για να επεκταθεί η ισχύς της, μέχρι και επί προεδρίας Τραμπ, μόλις πριν δύο μήνες.
Μάλιστα, ο Τζο Μπάιντεν έχει μια ιδιαίτερη σχέση με την Patriot Act του Μπους, καθώς έχει καυχηθεί συχνά στο παρελθόν ότι είναι ο ίδιος που την έχει γράψει. Για την ακρίβεια, φαίνεται ότι μια νομοθετική πράξη του 1994 που είχε καταρτίσει ο ίδιος αποτελεί τη βάση της Patriot Act, τουλάχιστο σύμφωνα με τα λεγόμενα τόσο του Μπάιντεν όσο και του Τζον Άσκροφτ, υπουργού Δικαιοσύνης της κυβέρνησης Μπους, πάντα σύμφωνα με το BuzzFeed News. Έτσι εξηγείται μάλλον η αφωνία του Μπάιντεν σχετικά με τις εξελίξεις στο Πόρτλαντ, που έχει προκαλέσει αμηχανία σε πολλούς.
Οι Δημοκρατικοί εργάζονται διαχρονικά από κοινού με τους Ρεπουμπλικάνους τόσο στην αντιλαϊκή πολιτική γενικότερα, όσο και στην περιστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων ειδικότερα, θέτοντας τις βάσεις ενός πλαισίου που κανείς δε μπορεί να ξέρει πού θα καταλήξει, ειδικά όταν τα ηνία αναλαμβάνουν πολιτικοί σαν τον Τραμπ.
Αν και ο Μπάιντεν φαίνεται να προηγείται στις δημοσκοπήσεις, ο Τραμπ συνεχίζει να τον χλευάζει αποκαλώντας τον “κοιμισμένο Τζο” και παρουσιάζοντάς τον ως πολιτικό δεύτερης κατηγορίας, υποτακτικό του περιβάλλοντος των Κλίντον και του Ομπάμα. Ο Τραμπ γνωρίζει ότι έχει μια στενή σχέση με τη δική του βάση, την οποία προσπαθεί να ισχυροποιήσει τώρα, επενδύοντας στη ρατσιστική πολιτική και στο δόγμα “τάξη και ασφάλεια”.
Ταυτόχρονα αντιλαμβάνεται τη διαχρονική αποξένωση της βάσης των Δημοκρατικών -η οποία σίγουρα ασφυκτιά μέσα σε αυτό το κόμμα- και αυτό θεωρεί ότι του δίνει ελπίδες.
Σε κάθε περίπτωση, είναι προς το συμφέρον του αμερικάνικου λαού να απορρίψει τον πειρασμό του Δημοκρατικού κόμματος, καθώς δεν έχει τίποτα να περιμένει από αυτό, και να συνεχίσει την πορεία του μαζικού εξωκοινοβουλευτικού αγώνα, ενισχύοντας κατά το δυνατόν την παρουσία του οργανωμένου εργατικού κινήματος. Είναι ο μόνος τρόπος να ικανοποιηθούν τα αιτήματά του, ασχέτως αν θα κυβερνούν οι Ρεπουμπλικάνοι ή οι Δημοκρατικοί.