Η κυκλοφορία από την κινεζική νεοφυή εταιρία DeepSeek ενός νέου μοντέλου, χαμηλού κόστους, τεχνητής νοημοσύνης (AI) και η τεράστια ανταπόκριση του κοινού, καθώς είναι ανοιχτού κώδικα, αποτέλεσε ευθύ χτύπημα στην κυριαρχία των αμερικανικών τεχνολογικών κολοσσών. Χαρακτηριστικά το ChatGPT της OpenAI χρεώνει από 20 έως 200 δολάρια για αντίστοιχες επιδόσεις, που το DeepSeek δίνει δωρεάν.
Η DeepSeek τόνισε ότι δαπάνησε μόλις 5,6 εκατομμύρια δολάρια (αν και το ποσό αυτό δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί) για την ανάπτυξη του μοντέλου της, ένα ποσό αμελητέο σε σύγκριση με τα δισεκατομμύρια που επενδύουν oι αμερικανικοί κολοσσοί. Παράλληλα παράκαμψε τις αμερικανικές απαγορεύσεις στην εξαγωγή ημιαγωγών (chips) στην Κίνα, χρησιμοποιώντας ημιαγωγούς προηγούμενης γενιάς.

Η παρουσίαση του κινεζικού μοντέλου AI προκάλεσε «μακελειό» στις μετοχές των αμερικανικών εταιρειών υψηλής τεχνολογίας, οι οποίες έχασαν κεφαλαιοποίηση πάνω από 1 τρισεκατομμύρια δολάρια. Μόνο η μετοχή της NVIDIA η οποία παράγει το τελευταίας γενιάς chip GPU έχασε πάνω από 600 δισ. δολάρια αξία, αφού η DeepSeek αμφισβήτησε έμπρακτα την κυριαρχία της. Συνολικά ο δείκτης μετοχών νέων τεχνολογιών Nasdag, στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, σημείωσε πτώση 3%.

Το γεγονός αυτό κατάδειξε ότι γύρω από αυτές τις εταιρείες έχει στηθεί μια γιγαντιαία χρηματιστηριακή «φούσκα», αποδεικνύοντας ότι η λεγόμενη 4η τεχνολογική επανάσταση κινείται πάνω στον απαράβατο καπιταλιστικό νόμο, στην εποχή του ιμπεριαλισμού, της απομύζησης του μέγιστου κέρδους από τα μονοπώλια. Παράλληλα όξυνε και τη διαπάλη στο εσωτερικό της κυβέρνησης των ΗΠΑ γύρω από τη χρηματοδότηση και την πολιτική για την AI. Ο Τραμπ ανακοίνωσε ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα 500 δισ. δολαρίων για τη χρηματοδότησή της, με τους επικριτές να τον κατηγορούν για φωτογραφική παρέμβαση προς συγκεκριμένα τεχνολογικά μονοπώλια. Επίσης υπάρχει προβληματισμός για τη στάση που πρέπει να κρατήσει η Ουάσιγκτον σχετικά με τις τεχνολογικές κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στην Κίνα.

Γενικότερα αυτή η εξέλιξη είναι μια ακόμη πλευρά της ασίγαστης ιμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης των ΗΠΑ-Κίνας και της γενικότερης όξυνσης των αντιθέσεών τους για την παγκόσμια ηγεμονία. Ήδη άρχισαν να βαρούν τα όργανα και προς αυτή την κατεύθυνση. Μετά το αρχικό μούδιασμα η OpenAI βγήκε στην αντεπίθεση κατηγορώντας την κινεζική εταιρεία για υποκλοπή τεχνολογίας.

Η OpenAI και ο μεγάλος της επενδυτής, η Microsoft, η οποία έχει επενδύσει 13 δισεκατομμύρια δολάρια στην εταιρεία, διερευνούν αν η τεχνολογία της εταιρείας αποκτήθηκε με μη εξουσιοδοτημένο τρόπο μέσω μιας τεχνικής που είναι γνωστή ως «απόσταξη» (distillation).
Ο γερουσιαστής Τζος Χόλεϊ παρουσίασε ένα νομοσχέδιο που ποινικοποιεί την εισαγωγή, την εξαγωγή και τη συνεργασία στην τεχνολογία AI με την Κίνα. Αυτό σημαίνει ότι αν κάποιος κατεβάσει εν γνώσει του ένα κινεζικό μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης, μπορεί να αντιμετωπίσει έως και 20 χρόνια φυλάκιση, πρόστιμο ενός εκατομμυρίου δολαρίων ή και τα δύο. «Κάθε δολάριο και κάθε πακέτο δεδομένων που κυκλοφορεί στην κινεζική τεχνητή νοημοσύνη είναι δολάρια και δεδομένα που τελικά θα χρησιμοποιηθούν εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών», ανέφερε ο γερουσιαστής.

Στο ίδιο μήκος κύματος η Αυστραλία απαγόρευσε τη χρήση του DeepSeek σε όλες τις κυβερνητικές συσκευές, επικαλούμενη ανησυχίες για την ασφάλεια που σχετίζονται με την κινεζική εταιρεία.
Παρόμοια μέτρα ελήφθησαν στην Ιταλία και την Ταϊβάν, ενώ και άλλες χώρες της Ευρώπης και του υπόλοιπου κόσμου εξετάζουν το ενδεχόμενο απαγόρευσης της συγκεκριμένης εταιρείας.