Η κατάσταση για τη βιομηχανία παραγωγής πετρελαίου στη χώρα δε φαίνεται καθόλου ενθαρρυντική. Σημειωτέον ότι η παραγωγή πετρελαίου κατέχει ένα πολύ μεγάλο μέρος της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας, οπότε η γενική κατάσταση σε αυτήν είναι στενά συνδεδεμένη με την πορεία της εν λόγω βιομηχανίας. Η κυβέρνηση του Νίκολας Μαδούρο έχει δεχθεί συχνά κριτική από τα αριστερά της, προκειμένου να εμπλουτισθεί η οικονομική δραστηριότητα της χώρας, ώστε να μην είναι τόσο εξαρτημένη από τις πωλήσεις πετρελαίου και τους αμερικάνικους χειρισμούς πάνω στην αγορά αυτή.
Ενδεικτικά, ο Οργανισμός Χωρών Εξαγωγής Πετρελαίου (OPEC) ανακοίνωσε ότι η Βενεζουέλα για τον Αύγουστο παρήγαγε 523 χιλιάδες βαρέλια ανεπεξέργαστου πετρελαίου ημερησίως, παραγωγή στα ίδια επίπεδα με αυτήν του Ιουλίου. Η κρατική εταιρεία παραγωγής πετρελαίου της Βενεζουέλας (PDVSA) δημοσίευσε διαφορετικές εκτιμήσεις, 641 χιλιάδες βαρέλια τη μέρα για τον Αύγουστο και 614 χιλιάδες για τον Ιούλιο.
Ωστόσο εδώ πρέπει να αναφερθεί ότι για το 2017 ο μέσος όρος παραγωγής ήταν 1.9 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως, για να βρεθεί στο ιστορικό χαμηλό των 500 χιλιάδων κατά τη διάρκεια του 2020. Ενώ αναφέρεται ότι, η κυβέρνηση του Μαδούρο είχε θέσει σαν στόχο την παραγωγή 1.5 εκατομμυρίων βαρελιών μέχρι το τέλος του έτους.
Οι νέες δυσκολίες αποδίδονται στην έλλειψη του ειδικού διαλύτη που χρειάζεται, προκειμένου το αρχικό προϊόν να υποστεί επεξεργασία ώστε να καταστεί εξαγώγιμο. Αυτή η έλλειψη φαίνεται να έχει επιβραδύνει την παραγωγή, ωστόσο σύμφωνα με αναφορές του Reuters, ήδη από την αρχή του Σεπτεμβρίου, η χώρα έχει παραλάβει 620 χιλιάδες βαρέλια κατάλληλου διαλύτη.
Σημειωτέον ότι η χώρα χρειάζεται διαλύτες και για την παραγωγή βενζίνης για εσωτερική κατανάλωση, ενώ υπάρχει έλλειψη το τελευταίο διάστημα.
Ο περιορισμός στις εισαγωγές διαλύτη είναι αποτέλεσμα των αμερικάνικων περιορισμών. Συγκεκριμένα το 2019, οι ΗΠΑ επέβαλαν περιορισμούς στις εξαγωγές τέτοιων διαλυτών προς τη Βενεζουέλα. Άλλωστε, ειδικά από το 2017 και μετά, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός υπονομεύει παντοιοτρόπως τη δραστηριότητα της PDVSA, γνωρίζοντας πόσο κρίσιμο ζήτημα είναι για τη Βενεζουέλα.
Πάντοτε ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός ασκούσε αφόρητη πίεση μέσω του πετρελαίου στη Βενεζουέλα. Η διοίκηση Μπάιντεν συνεχίζει από ‘κει που τα άφησε τα πράγματα η διοίκηση Τραμπ. Το θέμα είναι τί κάνει η ηγεσία της χώρας για να ανταπεξέλθει.
Αυτή φαίνεται το τελευταίο διάστημα να είναι κυρίως απασχολημένη με τις διαπραγματεύσεις με την σκληροπυρηνική, ακροδεξιά και αμερικανόφιλη αντιπολίτευση, που λαμβάνουν χώρα το τελευταίο διάστημα στο Μεξικό, με ενδιάμεσους τη Νορβηγία και την Ολλανδία. Ο τρίτος γύρος αυτών των διαπραγματεύσεων ξεκίνησε το τελευταίο σαββατοκύριακο του Σεπτεμβρίου. Είχαν προηγηθεί «εποικοδομητικές» επαφές τον Αύγουστο και τις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου. Μάλιστα είχε υπογραφεί μνημόνιο κατανόησης μεταξύ των δύο πλευρών που παρουσιάστηκε ως μια θετική εξέλιξη από την κυβερνητική πλευρά. Κάποιοι από το μέτωπο της αντιπολίτευσης γύρω από τον Χουάν Γκουαϊδό, συμφώνησαν να λάβουν μέρος στις εκλογές που θα λάβουν χώρα την 21η Νοεμβρίου. Αποφυλακίστηκε ο Φρέντυ Γκεβάρα, πολιτικός της αντιπολίτευσης. 5.1 δισεκατομμύρια δολάρια εισήλθαν στο κρατικό ταμείο από το ΔΝΤ. Σημειωτέον ότι στις διαπραγματεύσεις αυτές, δεν έχουν κληθεί ούτε η λεγόμενη μετριοπαθής δεξιά αντιπολίτευση, ούτε και η από τα αριστερά αντιπολίτευση.
Όμως τώρα στον τρίτο γύρο, το καλό κλίμα για το οποίο εξέφραζε την αισιοδοξία της η κυβέρνηση, φαίνεται να στραβώνει. Η κατάσταση αρχικά τορπιλίστηκε από δηλώσεις της πρωθυπουργού της Νορβηγίας, Έρνα Σόλμπεργκ, στα πλαίσια της 76ης Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών. Εκεί εξέφρασε «ανησυχίες» για τη «παρακμή της δημοκρατίας και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» στη Βενεζουέλα. Μετά από διαμαρτυρίες από πλευράς του Καράκας, έγινε δεκτή η συγγνώμη εκ μέρους Νορβηγίας και η διαβεβαίωση περί της ουδετερότητάς της.
Σειρά πήρε ο Τζέημς Στόρι, αμερικανός διπλωμάτης που βρίσκεται στην Κολομβία και θεωρείται ως ο ανεπίσημος Αμερικάνος πρέσβης στη Βενεζουέλα. Μέσω Twitter ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ έχουν σαν κύριο στόχο μέσω των διαπραγματεύσεων, τις «μη αναστρέψιμες» αλλαγές στη χώρα, προκειμένου να μελετήσουν μια χαλάρωση των οικονομικών και εμπορικών περιορισμών που έχουν επιβάλει. Έχει σημασία, διότι το τμήμα της αντιπολίτευσης με το οποίο γίνονται οι συζητήσεις, είναι σε στενή σύνδεση με την Ουάσιγκτον.
Η κυβέρνηση της Βενεζουέλας, αντί να προετοιμάζεται για την αντιμετώπιση της επόμενης επέμβασης από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, φαίνεται να επενδύει σοβαρά σε μια διαπραγμάτευση με τους πράκτορές του μέσα στη χώρα. Φαίνεται να θεωρεί ότι μπορεί να τους επιβάλει να ενταχθούν σε ένα πλαίσιο αστικοδημοκρατικής λειτουργίας και συνεννόησης που αποκλείει την αμερικάνικη επέμβαση και την πραξικοπηματική απόπειρα ανατροπής της κυβέρνησης και του πολιτεύματος. Παράλληλα δε φαίνεται να λαμβάνει αποφασιστικά μέτρα εδώ και χρόνια για την αντιμετώπιση των περιορισμών και τις επιπτώσεις τους στο λαό. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Βενεζουέλας που έχει ήδη διαχωρίσει τη θέση του και έχει αποχωρήσει από τον κυβερνητικό συνασπισμό, καταγγέλλει μεθοδεύσεις αποκλεισμού υποψηφίων του στις επερχόμενες εκλογές, χωρίς επίσημες εξηγήσεις από τη μεριά του κράτους. Η κυβέρνηση φαίνεται να επιλέγει να έχει περισσότερους διαύλους επικοινωνίας με την ακροδεξιά αντιπολίτευση των αμερικανοκίνητων πραξικοπηματιών, παρά με την αντιπολίτευση από τα αριστερά της, καθόλου καλή συνθήκη για τις μελλοντικές εξελίξεις…