Επικίνδυνα οξύνεται για μία ακόμα φορά η κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή του Περσικού, μετά τη νέα επίθεση στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις στο Νατάνζ, η οποία όπως όλα δείχνουν πραγματοποιήθηκε από τις ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες, την ημέρα άφιξης του Αμερικανού υπουργού Άμυνας, Λόιντ Όστιν, στο Ισραήλ. Η «προηγμένη κυβερνοεπίθεση» προκάλεσε το κλείσιμο σημαντικού μέρους των πυρηνικών εγκαταστάσεων στο Νατάνζ. Οπως έγινε γνωστό, μετά την επίθεση στις ιρανικές εγκαταστάσεις, τη δεύτερη μέσα σε 9 μήνες, οι εργασίες του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος θα καθυστερήσουν «για μήνες».
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Νετανιάχου, παρουσία του επικεφαλής της «Μοσάντ» Γιόσι Κοέν, εμφανώς ικανοποιημένος δήλωσε με νόημα μετά τη δημοσιοποίηση της επίθεσης, ότι «αν και είναι δύσκολο να πούμε τι πετύχαμε», το Ισραήλ «από πηγή αδυναμίας έγινε διεθνής δύναμη».
Ο Ιρανός ΥΠΕΞ, Τζαβάντ Ζαρίφ, χαρακτήρισε την επίθεση «πυρηνική τρομοκρατία», διαβεβαιώνοντας ότι οι ιρανικές αρχές θα πάρουν εκδίκηση. Οπως επεσήμανε, μολονότι η επίθεση δεν προκάλεσε ούτε μόλυνση από ραδιενέργεια ούτε τραυματίες, «θα μπορούσε να προκαλέσει καταστροφή». Εκτίμησε έτσι ότι η επίθεση θα πρέπει να θεωρηθεί «ενέργεια κατά της ανθρωπότητας».
Πρέπει να σημειωθεί ότι την ίδια ακριβώς μέρα με την επίθεση στο «Saviz» ξεκίνησαν στη Βιέννη οι πρώτες έμμεσες συνομιλίες Αμερικανών και Ιρανών αξιωματούχων σχετικά με τη διεθνή Συμφωνία του 2015 για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Υπενθυμίζεται ότι το Ισραήλ έχει εκφράσει δημοσίως την αντίθεσή του με τη Συμφωνία του 2015 και τάσσεται υπέρ μίας νέας, ριζικής επαναδιαπραγμάτευσης, που θα συμπεριλαμβάνει ασφαλιστικές δικλίδες προκειμένου το Ιράν να μην αποκτήσει ποτέ πυρηνικά όπλα. Οι Ισραηλινοί επιθυμούν επίσης συμφωνία που να περιλαμβάνει περιοριστικές ρυθμίσεις για το ιρανικό βαλλιστικό πρόγραμμα και τον ρόλο του Ιράν στην ευρύτερη περιφέρεια.
Στο εσωτερικό του Ισραήλ, ιδιαιτέρως «σκληρά» αναμένονται αυτήν τη φορά τα μετεκλογικά παζάρια, καθώς στις εκλογές της 23ης Μάρτη δεν αναδείχθηκε ένας ξεκάθαρος κυβερνητικός συνασπισμός που θα εξασφαλίζει πλειοψηφία στην ισραηλινή Βουλή. Ο Ισραηλινός Πρόεδρος, Ρέουβεν Ρίβλιν, που ξεκίνησε διερευνητικές συναντήσεις με τους πολιτικούς αρχηγούς, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο πέμπτων σε δύο χρόνια εκλογών δηλώνοντας: «Δεν βλέπω τρόπο για τη συγκρότηση μιας κυβέρνησης τώρα. Ο λαός του Ισραήλ θα πρέπει να ανησυχεί ότι μπορεί να συρθεί και για πέμπτη φορά σε εκλογές». Το ίδιο διάστημα το πολιτικό σκηνικό χρωματίζεται από την έναρξη της δίκης του Νετανιάχου για διαφθορά, στην πρώτη δίκη εν ενεργεία πρωθυπουργού στην ιστορία του Ισραήλ. Ο Νετανιάχου, που έχει διατελέσει πρωθυπουργός επί 15 χρόνια, κατηγορείται για διαφθορά, απάτη και παραβίαση εμπιστοσύνης σε τρεις υποθέσεις.
Την ίδια ώρα, συνολικότερα στη Μέση Ανατολή «τρέχουν» ενδοϊμπεριαλιστικές διεργασίες για την επίτευξη συμβιβασμών και το κλείσιμο διαφόρων «εκκρεμοτήτων», ενόψει ευρύτερων «προτεραιοτήτων». Σε ένα τέτοιο φόντο, ο Σαουδάραβας υπουργός Εξωτερικών, Φαϊσάλ μπιν Φαρχάν, δήλωσε ότι η εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ισραήλ θα μπορούσε να φέρει «τρομερά οφέλη στην περιοχή», επισημαίνοντας ότι μια τέτοια εξέλιξη σχετίζεται άμεσα με την εξεύρεση λύσης στο Παλαιστινιακό.
Σε αυτό το πλαίσιο υπογράφηκε «συμφωνία αμυντικής συνεργασίας» μεταξύ Ελλάδας και Σαουδικής Αραβίας. Ως μέρος της συμφωνίας η ελληνική κυβέρνηση έχει συμφωνήσει εδώ και καιρό για την αποστολή συστοιχίας ελληνικών «Patriot», προς ενίσχυση της αντιπυραυλικής ομπρέλας της Σαουδικής Αραβίας απέναντι στο Ιράν.
Παράλληλα γίνεται πράξη, το εντεινόμενο στρατηγικό ενδιαφέρον της Κίνας για τη Μέση Ανατολή, απέναντι στην εδραιωμένη πολιτική, οικονομική και στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στο μεγαλύτερο μέρος της περιοχής, το οποίο επιβεβαιώθηκε με την περιοδεία του Κινέζου υπουργού Γουάνγκ Γι σε 5 χώρες της Μέσης Ανατολής (Σαουδική Αραβία, Ιράν, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Μπαχρέιν, Ομάν). Η ασφυκτική πίεση της Ουάσιγκτον, κυρίως έναντι του Ιράν, και οι συνέπειες από τις επεμβάσεις και τις πιέσεις της Δύσης στην ευρύτερη περιφέρεια δημιουργούν αντίστοιχο έδαφος, «ευκαιρίες» που επιχειρεί να αξιοποιήσει η Κίνα για την προώθηση των δικών της σχεδιασμών. Καθόλου τυχαία, κορυφαία στιγμή της περιοδείας του Κινέζου ΥΠΕΞ ήταν η επίσκεψη στο Ιράν και η υπογραφή διμερούς συμφωνίας συνεργασίας 25ετούς διάρκειας, με πληροφορίες να σκιαγραφούν τον πολυεπίπεδο χαρακτήρα της. Έγινε λόγος για κινεζικές επενδύσεις 400 δισ. δολαρίων σε 10 χρόνια σε Ενέργεια, μεταφορές, συγκοινωνίες, Υγεία, υποδομές, επιστήμες, τεχνολογία, κινεζική διαχείριση στρατηγικών λιμανιών, πιθανή ανάπτυξη περίπου 5.000 Κινέζων στρατιωτών σε θέση – κλειδί κ.ά. Αν συνυπολογίσουμε και την δεδομένη ρωσική γεωπολιτική επιρροή και τις εδραιωμένες πολυμερείς σχέσεις με το Ιράν, τότε καταλαβαίνουμε γιατί οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. διατηρούν αμείωτο το ενδιαφέρον τους για το Ιράν και οξύνουν το μέτωπο απέναντί του.