Μετά τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου, ήταν κοινή διαπίστωση πως η δεύτερη περίοδος της προεδρίας του Τζο Μπάιντεν θα ήταν πιο δύσκολη για τους Δημοκρατικούς, μιας και έχασαν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων. Μπορούσαν ωστόσο να χαίρονται που διηύρυναν την πλειοψηφία τους στη Γερουσία. Δυσκολίες ωστόσο αναμένονταν και για τους Ρεπουμπλικάνους, καθώς το «κόκκινο κύμα» στο οποίο ήλπιζαν υπήρξε μόνο στις προσδοκίες τους. Αυτή η εξέλιξη όξυνε τις αντιπαραθέσεις για τον καταλληλότερο του χρίσματος για τις προεδρικές του 2024. Ωστόσο, θεωρείτο ότι μπορούν να χαίρονται για την εξασφάλιση πλειοψηφίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Η χαρά για τη Γερουσία κράτησε λίγο
Ήδη από τα μέσα του Δεκεμβρίου και λίγες μέρες μετά την επανεκλογή του γερουσιαστή των Δημοκρατικών, Ράφαελ Γουόρνοκ, στη Τζόρτζια, η ανεξαρτητοποίηση της γερουσιαστή της Αριζόνα, Κίρστεν Σίνεμα, επαναφέρει τους Δημοκρατικούς στην προηγούμενη κατάσταση. Αυτό σημαίνει ότι θα χρειάζονται πολλές φορές την ψήφο της αντιπροέδρου Καμάλα Χάρις για να ελέγχουν τις αποφάσεις της Γερουσίας. Η ίδια ανακοίνωσε ότι δε θα προσχωρήσει στους Ρεπουμπλικάνους, ωστόσο δεν είναι βέβαιο ότι θα ψηφίζει όλες τις προτάσεις των Δημοκρατικών, όπως κάνουν οι ανεξάρτητοι Μπέρνι Σάντερς του Βερμόντ και ο Άνγκους Κινγκ του Μέιν.
Άλλωστε στο παρελθόν είχε δημιουργήσει προβλήματα σε νομοθετικές πρωτοβουλίες των Δημοκρατικών (ή τουλάχιστο είχε λειτουργήσει ως άλλοθι για την αθέτηση υποσχέσεων), υιοθετώντας μια λογική πιο κοντινή στους Ρεπουμπλικάνους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποκτά τώρα η περίπτωση του συντηρητικού Δημοκρατικού γερουσιαστή Τζο Μάντσιν της Δυτικής Βιρτζίνια, που και αυτός έχει δημιουργήσει προβλήματα στο κόμμα, φράσσοντας πολλά νομοσχέδια. Μια ενδεχόμενη δική του ανεξαρτητοποίηση θα ανέτρεπε τους συσχετισμούς. Για την ώρα πάντως δε φαίνεται ο ίδιος να θέλει να χρεωθεί μια τέτοια αλλαγή, αλλά τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο για το μέλλον… Πρόκειται πάντως για ψυχρολουσία για τους Δημοκρατικούς, που ακύρωσε το πανηγυρικό κλίμα που επιχείρησαν να καλλιεργήσουν μετά τις ενδιάμεσες.
Ρεπουμπλικάνικο φιάσκο στη Βουλή
Ο Ρεπουμπλικάνος βουλευτής Κέβιν Μακάρθι υποτίθεται ότι θα ήταν αυτός που καλύτερα θα εξέφραζε τους Ρεπουμπλικάνους ως επικεφαλής της πλειοψηφίας και της Βουλής συνολικά, οπότε και προωθούταν για τη θέση από τον μηχανισμό του κόμματος, με τη σύμφωνη γνώμη του Τραμπ. Ωστόσο, είκοσι τραμπικοί βουλευτές αρνούνται να τον ψηφίσουν, η λεγόμενη «κοινοβουλευτική ομάδα της ελευθερίας», στηρίζοντας τον Μπάιρον Ντόναλντς, που θεωρείται πιο σκληροπυρηνικός. Έτσι μετά από 100 χρόνια, η Ρεπουμπλικάνοι βρίσκονται στην αμήχανη θέση, όπου ενώ έχουν την πλειοψηφία στη Βουλή, να μην μπορούν μέχρι στιγμής να εκλέξουν Ομιλητή της Βουλής, με τον υποψήφιο αρχηγό της Δημοκρατικής μειοψηφίας να λαμβάνει περισσότερες ψήφους από τον Μακάρθι, ο οποίος απέτυχε να εκλεγεί σε τρεις συνεχόμενες ψηφοφορίες… Τι αντανακλά η στάση των είκοσι Ρεπουμπλικάνων βουλευτών; Πρόκειται για παιχνίδια του Τραμπ που άλλα λέει και άλλα κάνει; Ή τα βλαστάρια του Τραμπ αρχίζουν να διαφεύγουν και του δικού του ελέγχου; Σε κάθε περίπτωση αυτή η κατάσταση παραλύει τη Βουλή, η οποία δε μπορεί να ξεκινήσει νομοθετικό έργο αν δεν εκλεγεί επικεφαλής της πλειοψηφίας.
Παράλληλα καθυστερούν τα σχέδια των Ρεπουμπλικάνων για να πιέσουν για έρευνα σχετικά με οικονομικές ατασθαλίες του Χάντερ Μπάιντεν αλλά και του ίδιου του Τζο Μπάιντεν. Σίγουρα δεν πρόκειται για μια εικόνα που ενθαρρύνει τη βάση του κόμματος.
Στη φόρα τα οικονομικάτου Τραμπ
Πριν τη συγκρότηση του Κογκρέσου με τους νέους συσχετισμούς, το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε ότι ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν υποχρεωμένος να παραδώσει φορολογικές δηλώσεις των ετών 2015 έως 2020 σε αρμόδια επιτροπή της Βουλής, που υπό τον έλεγχο τότε ακόμη των Δημοκρατικών ταχύτατα ενέκρινε τη δημοσιοποίηση των δηλώσεων, ελπίζοντας να αξιοποιηθούν τυχούσες αποκαλύψεις στον προσεχή προεκλογικό αγώνα.
Ο Τραμπ, σε αντίθεση με όλους τους προκατόχους του, είχε αρνηθεί να δημοσιοποιήσει ο ίδιος τις φορολογικές δηλώσεις του και τα οικονομικά του γενικώς, εγείροντας υποψίες. Είχε δώσει μάλιστα νομικό αγώνα για τη μη δημοσιοποίησή τους, όσο βρισκόταν στον Λευκό Οίκο. Πρόκειται για τις δηλώσεις της περιόδου της προεδρίας του, γεγονός που καθιστά το περιεχόμενό τους κρίσιμο. Αν βρεθούν παρατυπίες, σίγουρα θα υπάρξει προσπάθεια αξιοποίησης από τους Δημοκρατικούς, μέχρι και για να απαγορευθεί στον Τραμπ η συμμετοχή στις προσεχείς προεδρικές, που είναι και σταθερή τους επιδίωξη.