Αν και η κινεζική πρωτοχρονιά γιορτάζεται τον Φεβρουάριο, ο Σι Τζινπίνγκ απεύθυνε πρωτοχρονιάτικο μήνυμα στις 31 Δεκεμβρίου, όπως όλοι οι παγκόσμιοι ηγέτες, με στόχευση τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Ο Κινέζος πρόεδρος έθεσε τους άμεσους και μακροπρόθεσμους στόχους του κύριου ανταγωνιστή των ΗΠΑ, ενώ δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην επανένωση της Ταϊβάν με την ηπειρωτική Κίνα. Τόνισε ιδιαίτερα τον ηγετικό ρόλο του Πεκίνου στον λεγόμενο Παγκόσμιο Νότο και στην προσπάθεια για «εκδημοκρατισμό» της παγκόσμιας διακυβέρνησης. Ουσιαστικά στην αμφισβήτηση της αμερικανικής πρωτοκαθεδρίας στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα.

«Στον σημερινό κόσμο, που είναι συνυφασμένος με το χάος, η Κίνα, ως υπεύθυνη μεγάλη χώρα, προωθεί ενεργά αλλαγές στην παγκόσμια διακυβέρνηση και εμβαθύνει την αλληλεγγύη και τη συνεργασία στον παγκόσμιο Νότο. Προωθήσαμε την κοινή κατασκευή υψηλής ποιότητας της Πρωτοβουλίας Ζώνη και Δρόμος και πραγματοποιήσαμε με επιτυχία τη Σύνοδο Κορυφής του Πεκίνου του Φόρουμ για τη Συνεργασία Κίνας-Αφρικής. Σε διμερείς και πολυμερείς περιπτώσεις όπως η SCO, οι BRICS, η APEC και η G20, οι προτάσεις της Κίνας, έχει δηλωθεί ξεκάθαρα, ότι δίνουν περισσότερη θετική ενέργεια στη διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης και σταθερότητας.», τόνισε ο Σι, υπενθυμίζοντας τις εμβληματικές διπλωματικές πρωτοβουλίες της Κίνας.
Με το βλέμμα στην άνοδο του Τραμπ στην αμερικανική προεδρία και την όξυνση των κινέζο -αμερικανικών ανταγωνισμών αναφέρθηκε στις «προκλήσεις» που καλείται να αντιμετωπίσει το Πεκίνο ώστε να πραγματοποιηθούν οι στρατηγικοί του στόχοι, σε ένα πεδίο ευρύτατων γεωπολιτικών ανακατατάξεων.

Στο μήνυμά του έκανε αναφορά στην «επιταχυνόμενη εξέλιξη των αλλαγών του κόσμου που δεν ήταν ορατές ξανά μέσα σε έναν αιώνα» και οι οποίες προκαλούν «μια ευρεία ανησυχία για το πεπρωμένο της ανθρωπότητας». Αναφερόμενος στην τρέχουσα οικονομική λειτουργία, τόνισε πως «αντιμετωπίζει ορισμένες νέες καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των προκλήσεων της αβεβαιότητας στο εξωτερικό περιβάλλον και της πίεσης της μετάβασης από τους παλιούς σε νέους αναπτυξιακούς μοχλούς». Tο 2025 θα ολοκληρωθεί το «14ο Πενταετές Σχέδιο» και το ΑΕΠ της Κίνας, το 2024, αναμένεται να ξεπεράσει τα 130 τρισ. γιουάν (πάνω από 18 τρισ. δολάρια) με αύξηση γύρω στο 5%.
Σε μια προσπάθεια καλλιέργειας κλίματος «εθνικής ομοψυχίας», μασκαρεύοντας τη στυγνή καπιταλιστική εκμετάλλευση, τόνισε πως «πάντα μεγαλώναμε στο βάπτισμα των δυσκολιών και δυναμώναμε στις δοκιμασίες, γι’ αυτό όλοι πρέπει να είναι γεμάτοι αυτοπεποίθηση».
Πάντως ήταν ξεκάθαρος ότι, παρά τις δυσκολίες, η Κίνα δεν πρόκειται να ξεστρατίσει από τον δρόμο που έχει χαράξει για την παγκόσμια ηγεμονία. «Ανεξάρτητα από το πόσο μακριά είναι τα όνειρά μας και πόσο δύσκολες είναι οι επιθυμίες μας, εφόσον δεν εγκαταλείπουμε την επιδίωξη και την επιμονή, είναι δυνατόν να τα πραγματοποιήσουμε», ξεκαθάρισε.

Ο Σι έστειλε μήνυμα και προς την Ταϊβάν, αλλά και προς τις ΗΠΑ που πατρονάρουν τις δυνάμεις της «ανεξαρτησίας». Ήταν απόλυτα ξεκάθαρος πως «οι συμπατριώτες και στις δύο πλευρές του στενού της Ταϊβάν είναι σαν μια οικογένεια. Κανείς δεν μπορεί να μας κόψει τους δεσμούς αίματος και κανείς δεν μπορεί να σταματήσει την ιστορική τάση της επανένωσης της πατρίδας».
Στο ίδιο πλαίσιο της «πρωτοχρονιάτικης διπλωματίας» ο Σι αντάλλαξε ευχές με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλ. Πούτιν τονίζοντας την άνευ προηγουμένου στρατηγική συνεργασία των δύο χωρών, που αποτελούν τον άξονα γύρω από τον οποίο τελεί υπό διαμόρφωση το ανατολικό ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο. Η πολιτική εμπιστοσύνη μεταξύ Κίνας και Ρωσίας φθάνει συνεχώς σε ένα νέο επίπεδο υπό τη στρατηγική ηγεσία των δύο ηγετών, δήλωσε ο Κινέζος πρόεδρος. «Οι δύο πλευρές αλληλοϋποστηρίζονται στο έργο τους ως προέδρων του μηχανισμού BRICS και του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης, συμβάλλοντας σημαντικά στην ενίσχυση της αλληλεγγύης και της συνεργασίας μεταξύ των χωρών του Παγκόσμιου Νότου», είπε ο Σι.

Ο Κινέζος πρόεδρος σημείωσε επίσης ότι η Ανατολική Διαδρομή του αγωγού φυσικού αερίου Κίνας-Ρωσίας είχε τεθεί σε πλήρη λειτουργία και η πρακτική συνεργασία σε διάφορους τομείς αποφέρει όλο και πιο απτά αποτελέσματα. «Εν μέσω επιταχυνόμενων παγκόσμιων αλλαγών και μιας ασταθούς διεθνούς κατάστασης, η Κίνα και η Ρωσία ακολουθούσαν πάντα τον δρόμο της μη συμμαχίας, της μη αντιπαράθεσης και της μη στόχευσης τρίτων», κατέληξε ο Κινέζος ηγέτης.

Η Ινδονησία εντάσσεται ως πλήρες μέλος στους BRICS ενώ εννέα ακόμη χώρες έγιναν επίσημα εταίροι,
από την 1η Ιανουαρίου 2025

Την ένταξη της Ινδονησίας στους BRICS ως πλήρες μέλος ανακοίνωσε το υπουργείο Εξωτερικών της Βραζιλίας. Σύμφωνα με τη διπλωματία της χώρας που ασκεί την εναλλασσόμενη προεδρία, η Τζακάρτα συνεισφέρει «θετικά στη συνεργασία στον παγκόσμιο νότο».
Η Μπραζίλια σημείωσε ότι η χώρα της Ασίας, με τον τέταρτο μεγαλύτερο πληθυσμό στον κόσμο και μέλος των G20 «μοιράζεται με τα άλλα μέλη (…) την υποστήριξη της μεταρρύθμισης των θεσμών παγκόσμιας διακυβέρνησης».
Η Ινδονησία προστίθεται στο Ιράν, την Αιθιοπία, την Αίγυπτο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα που έγιναν τα νέα πλήρη μέλη το 2024, ενώ ακόμη παραμένει ερωτηματικό η στάση της Σαουδικής Αραβίας που φαίνεται να έχει παγώσει τη διαδικασία νέου μέλους αν και έχει πάρει επίσημη πρόσκληση.

Η Τζακάρτα χαιρέτισε την ανακοίνωση της βραζιλιάνικης διπλωματίας, κάνοντας λόγο για «στρατηγική» πορεία με σκοπό να «αυξηθεί η συνεργασία» και να καλλιεργηθούν «εταιρικές σχέσεις με άλλα αναπτυσσόμενα έθνη».
Παράλληλα άλλες εννέα χώρες έγιναν επίσημα «εταίροι» των BRICS από την 1η Ιανουαρίου 2025 ενώ άλλες τέσσερις χώρες έχουν λάβει προσκλήσεις, όπως ανακοίνωσε το ρωσικό ΥΠΕΞ.
Ο βοηθός εξωτερικής πολιτικής του Κρεμλίνου Γιούρι Ουσάκοφ δήλωσε πως αυτές οι χώρες είναι οι Λευκορωσία, Βολιβία, Ινδονησία, Καζακστάν, Ταϊλάνδη, Κούβα, Μαλαισία, Ουγκάντα και Ουζμπεκιστάν.

Κίνα και ΗΠΑ ανταλλάσσουν κυρώσεις

Πριν ακόμη αναλάβει ο Τραμπ, ο οποίος έχει προαναγγείλει ότι θα επιβάλει δασμούς 60% στα κινεζικά προϊόντα και την Κίνα να απειλεί με αντίμετρα, οι δύο ιμπεριαλιστικές δυνάμεις προχωρούν σε προειδοποιητικές βολές.
Η Κίνα ανακοίνωσε, στις 2 Ιανουαρίου, ότι επέβαλε κυρώσεις σε 10 αμερικανικές αμυντικές εταιρείες για πωλήσεις όπλων στην Ταϊβάν, σε έναν δεύτερο γύρο μέτρων κατά αμερικανικών εταιρειών για το ίδιο θέμα σε λιγότερο από μία εβδομάδα.
Οι θυγατρικές των Lockheed Martin, General Dynamics και Raytheon που «συμμετείχαν στην πώληση όπλων στην Ταϊβάν» προστέθηκαν στη «Λίστα Αναξιόπιστων Οντοτήτων» στην Κίνα, ανακοίνωσε το υπουργείο Εμπορίου της χώρας. Θα απαγορευθούν οι εισαγωγικές και εξαγωγικές δραστηριότητες ή η πραγματοποίηση νέων επενδύσεων στην Κίνα, ενώ στα ανώτερα στελέχη τους θα απαγορευτεί η είσοδος στη χώρα, ανέφερε το υπουργείο.

Η Κίνα ανακοίνωσε κυρώσεις σε ακόμη επτά αμερικανικές στρατιωτικές και βιομηχανικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένης μιας θυγατρικής της Boeing, επίσης λόγω προμηθειών στην Ταϊβάν. Ακόμη το υπουργείο Εμπορίου της Κίνας πρόσθεσε 28 αμερικανικές οντότητες, κυρίως αμυντικές εταιρείες, στον Κατάλογο Ελέγχου Εξαγωγών, απαγορεύοντας την εξαγωγή ειδών διπλής χρήσης σε αυτές.
Το υπουργείο δήλωσε ότι μεταξύ εκείνων που προστέθηκαν στον κατάλογο «για τη διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας και συμφερόντων και την εκπλήρωση διεθνών υποχρεώσεων όπως η μη διάδοση» ήταν η General Dynamics, η Lockheed Martin Corporation, η Raytheon και η Boeing Defense, Space & Security.
Τον Δεκέμβριο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν συμφώνησε να παράσχει 571,3 εκατομμύρια δολάρια, ως στρατιωτική βοήθεια στην Ταϊβάν.

Πρόσφατα η Κίνα απαγόρευσε την εξαγωγή των ορυκτών γαλλίου-γερμανίου και αντιμονίου στις ΗΠΑ τα οποία έχουν κρίσιμη στρατηγική αξία για την κατασκευή τσιπ για υπολογιστές, στην στρατιωτική τεχνολογία (πχ παραγωγή εξοπλισμού νυχτερινής όρασης, πυρομαχικά, πυραύλους, πυρηνικά όπλα) καθώς και σε μπαταρίες και στη βιομηχανία ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπου είναι σημαντικά για την κατασκευή ηλεκτρικών οχημάτων και ηλιακών κυψελών.

Η Κίνα εξορύσσει το 98% του πρωτογενούς γαλλίου, το 48% του αντιμονίου και το 91% του πρωτογενούς γερμανίου. Τα ορυκτά αυτά δεν μπορούν να αντικατασταθούν από υποκατάστατα, γεγονός που δημιουργεί μεγάλο πρόβλημα στις ΗΠΑ και την ΕΕ.
Ήταν η κινέζικη απάντηση στην τρίτη κατά σειρά επιβολή κυρώσεων της Ουάσιγκτον σε βάρος των χρησιμοποιούμενων από τη βιομηχανία της Κίνας ημιαγωγών (τσιπ). Οι ΗΠΑ θέλουν να περιορίσουν τις εξαγωγές προηγμένων τσιπ στην Κίνα με το πρόσχημα της εθνικής ασφάλειας.
Από τη μεριά της η Ουάσιγκτον συμπεριέλαβε 11 κινεζικές εταιρείες και θεσμούς στον αμερικανικό κατάλογο ελέγχου εξαγωγών με την αιτιολογία ότι σχετίζονται με τις κινεζικές ένοπλες δυνάμεις.
Το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου ανακοίνωσε ακόμη, επικαλούμενο ανησυχίες για την εθνική ασφάλεια, ότι εξετάζει νέους κανόνες με τους οποίους θα επιβληθούν περιορισμοί στα κινεζικά μη επανδρωμένα εναέρια οχήματα για να περιοριστεί ή και να απαγορευθεί η διάθεσή τους στις ΗΠΑ.

Παράλληλα το Πεντάγωνο έβαλε στη «μαύρη λίστα» δύο ακόμη κινεζικούς κολοσσούς, με «παράπλευρη απώλεια» την εταιρεία Tesla του Έλον Μασκ. Συγκεκριμένα το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ δημοσίευσε έναν κατάλογο εταιρειών που θεωρεί ότι δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ για τον κινεζικό στρατό, ή για λογαριασμό του, ή συμβάλλουν στη στρατιωτική ανάπτυξη της Κίνας. Σε αυτόν ενέταξε τον τεχνολογικό όμιλο Tencent (κοινωνικά δίκτυα) που είναι αυτός με την μεγαλύτερη κεφαλαιοποίηση στην Κίνα και τον παγκόσμιο ηγέτη κατασκευής μπαταριών CATL (μερίδιο για ηλεκτρικά αυτοκίνητα 38%) που είναι βασικός προμηθευτής της Tesla.
Επίσης οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν νέες κυρώσεις στην κινεζική εταιρεία Integrity Technology Group που εξειδικεύεται σε προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών την οποία κατηγορούν για κυβερνοεπιθέσεις.

Την ώρα που η Κίνα σχεδιάζει να δημιουργήσει το μεγαλύτερο φωτοβολταϊκό πάρκο στον κόσμο γνωστό ως «Solar Great Wall» (400 χλμ, μήκος και πλάτος 5 χλμ,), με σκοπό να καλύψει όλες τις ανάγκες του Πεκίνου σε ηλεκτρική ενέργεια έως το 2030, η Ουάσιγκτον επιβάλει δασμούς σε εισαγόμενα προϊόντα και εξαρτήματα από την Κίνα σημαντικά για την κατασκευή ηλιακών πάνελ.

Σύμφωνα με έκθεση της δεξαμενής σκέψης CSIS (Center for Strategic and International Studies) στα τέλη της δεκαετίας του 1990 «οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ο μεγαλύτερος παραγωγός ηλιακών συλλεκτών παγκοσμίως. Ωστόσο η ηλιακή βιομηχανία των ΗΠΑ ξεπεράστηκε από την Ιαπωνία, η οποία στη συνέχεια ξεπεράστηκε από τη Γερμανία και τελικά εκείνη ξεπεράστηκε από την Κίνα το 2008. Μέχρι εκείνη τη στιγμή το μέσο ηλιακό πάνελ κόστιζε 4,40 δολάρια ανά watt. Σήμερα η Κίνα κυριαρχεί στην παγκόσμια παραγωγή ηλιακής ενέργειας, με πάνω από 80% μερίδιο αγοράς, παράγοντας πάνελ που κοστίζουν μόλις 0,10 δολάρια ανά watt».

«Η Κίνα μας κλέβει» λέει ο Τραμπ

Ο επικείμενος πρόεδρος των ΗΠΑ σε συνέντευξή του κατηγόρησε την Κίνα πως «κλέβει» τις ΗΠΑ στον οικονομικό τομέα. Παρ’ όλα αυτά φαίνεται ότι είναι ανοιχτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ των δύο πλευρών καθώς επισήμανε πως υπάρχει επικοινωνία μέσω εκπροσώπων και ότι θα έχει καλή σχέση με τον Σι Τζινπίνγκ.
Σχολιάζοντας τις δηλώσεις Τραμπ, ο εκπρόσωπος του κινεζικού ΥΠΕΞ, Γκούο Ζιακούν, δήλωσε πως η Κίνα δίνει «μεγάλη σημασία» σε αυτές, χωρίς να επιβεβαιώσει ότι έχει υπάρξει συνομιλία μέσω εκπροσώπων. Σημείωσε όμως ότι Κίνα και ΗΠΑ διατηρούν την επικοινωνία μέσω διαφόρων διαύλων καθώς το Πεκίνο επιδιώκει να προωθήσει «τη σταθερή, υγιή και βιώσιμη ανάπτυξη των σινοαμερικανικών οικονομικών και εμπορικών σχέσεων».

Μπλίνκεν: «Ατσάλινη δέσμευση των ΗΠΑ στην άμυνα της Ιαπωνίας»

Αυτό δήλωσε ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας κατά την επίσημη συνάντηση με τον Ιάπωνα πρωθυπουργό Ισίμπα Σιγκέρου στο Τόκιο λίγο πριν τις 20 Γενάρη όπου θα αναλάβει η κυβέρνηση Τραμπ.
Οι ΗΠΑ προωθούν νέο εξοπλιστικό πακέτο προς το Τόκιο, αξίας περίπου 3,5 δισ. ευρώ που περιλαμβάνει πυραύλους μεσαίου βεληνεκούς.
Σε συνάντηση που είχε με τον Ιάπωνα ομόλογό του Ιγουάγια Τακέσι χαρακτήρισε τη «συμμαχία ΗΠΑ-Ιαπωνίας ως τον ακρογωνιαίο λίθο της ασφάλειας και της ευημερίας στον Ινδο-Ειρηνικό», ενώ εξήρε τη «σημασία της συνεχιζόμενης τριμερούς συνεργασίας ΗΠΑ – Ιαπωνίας – Νότιας Κορέας». Είχε προηγηθεί σειρά συναντήσεών του στη Σεούλ, με επίκεντρο τις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή. Η Ν. Κορέα βιώνει μια πρωτοφανή πολιτική κρίση μετά το πραξικόπημα του πρώην πρέδρου και την αποπομπή του μετά την υπερψήφιση της πρότασης μομφής.
Ο Αμερικανός ΥΠΕΞ εξέφρασε ακόμη «τις βαθιές ανησυχίες σχετικά με την επικίνδυνη και αποσταθεροποιητική συμπεριφορά της Βόρειας Κορέας», μετά και από δοκιμαστική εκτόξευση νέου υπερηχητικού πυραύλου από την Πιονγιάνγκ.

Ο Μπλίνκεν τόνισε επίσης τη δέσμευση των ΗΠΑ «να συνεχίσουν να εμβαθύνουν την ισχυρή οικονομική και εμπορική σχέση» με την Ιαπωνία καθώς πρόσφατα μαζεύτηκαν σύννεφα στις σχέσεις των δύο χωρών μετά το μπλόκο του Μπάιντεν στην εξαγορά του αμερικανικού κολοσσού US Steel από την Ιαπωνική χαλυβουργία Nippon Steel, αξίας περίπου 15 δισ. δολαρίων.
Ο Μπάιντεν δικαιολόγησε την απόφασή του με το επιχείρημα ότι η συγχώνευση «θα έθετε έναν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς χάλυβα των ΗΠΑ υπό ξένο έλεγχο και θα έβαζε σε κίνδυνο την εθνική ασφάλειά μας, όπως και τις ζωτικής σημασίας εφοδιαστικές αλυσίδες» με τις δύο εταιρείες να προσφεύγουν στη δικαιοσύνη. Παρά τις συμμαχικές σχέσεις των δύο ιμπεριαλιστών δεν παύουν οι αντιθέσεις και οι προσπάθειες περιχαράκωσης των εθνικών συμφερόντων.