Το στρατιωτικό μέτωπο της ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης στην Ουκρανία χαρακτηρίζεται από τη σταθερή προώθηση των ρωσικών δυνάμεων που καταγράφουν εδαφικά κέρδη, χωρίς να προκύπτει κάποια σαρωτική αντεπίθεση. Το Κίεβο από τη μεριά του έχει χάσει την όποια πρωτοβουλία των κινήσεων, βρίσκεται σε αμυντική θέση και περιορίζεται σε τυχοδιωκτικά πυραυλικά χτυπήματα σε ρωσικά εδάφη είτε απέναντι από το Χάρκοβο είτε στην περιοχή της Κριμαίας, χρησιμοποιώντας δυτικά πυραυλικά συστήματα, όπως καταγγέλλουν οι Ρώσοι.
Στο πλαίσιο αυτών των ουκρανικών αντιπερισπασμών, το Μινσκ κατήγγειλε ότι το Κίεβο αυξάνει τις στρατιωτικές του δυνάμεις στα σύνορα Ουκρανίας – Λευκωροσίας, με κίνδυνο την εξάπλωση της σύγκρουσης. Το Κίεβο φέρεται να έχει ζητήσει την άδεια για να χτυπήσει με αμερικανικούς πυραύλους ATACMS τη σημαντική ρωσική αεροπορική βάση Voronezh Malshevo στη νότια Ρωσία. Στη βάση που βρίσκεται περίπου στα 160 χλμ. από τα σύνορα με την Ουκρανία, σταθμεύουν δεκάδες Su-34 που αποτελούν περίπου το 50% του ενεργού στόλου των υπερηχητικών, δικινητήριων μαχητικών – βομβαρδιστικών της Ρωσίας. Επειδή τα Su-34 σταθμεύουν σε ανοιχτό χώρο, η βάση θεωρείται ευάλωτος στόχος καθώς βρίσκεται εντός της εμβέλειας των ATACMS. Πάντως η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν έχει δώσει ακόμη το «πράσινο» φως, καθώς μια τέτοια ενέργεια θα αποτελούσε σοβαρή κλιμάκωση.
Είχε προηγηθεί η ουκρανική επίθεση στη Σεβαστούπολη της Κριμαίας κατά την οποία σκοτώθηκαν τέσσερις άμαχοι και τραυματίστηκαν πάνω από 150. Η Μόσχα κατηγόρησε την Ουάσιγκτον ότι προμήθευσε τους πυραύλους, επέλεξε τους στόχους και φέρει την ίδια ευθύνη με το Κίεβο, τονίζοντας πως η επίθεση δεν θα μείνει αναπάντητη. Η Αμερικανίδα πρέσβειρα στη Ρωσία, Λιν Τρέισι, δήλωσε μετά τις επιθέσεις πως οι ΗΠΑ «θλίβονται για οποιαδήποτε απώλεια ζωής αμάχων», ωστόσο η Ουάσιγκτον παρέχει όπλα στην Ουκρανία, ώστε να μπορεί να υπερασπιστεί το κυρίαρχο έδαφός της, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας.
Τον κίνδυνο περαιτέρω κλιμάκωσης συζήτησαν σε μια σπάνια επικοινωνία τους, με πρωτοβουλία του Πενταγώνου, ο Αμερικανός και ο Ρώσος υπουργός Άμυνας, Λόιντ Όστιν και Αντρέι Μπελαούσοφ. Η τελευταία φορά που ο Όστιν μίλησε με Ρώσο ομόλογό του ήταν τον Μάρτη του 2023, με τον Σεργκέι Σοϊγκού. Τον μεγάλο κίνδυνο μια άμεσης ένοπλης σύγκρουσης μεταξύ δύο πυρηνικών δυνάμεων έκρουσε και ο Ρώσος αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Ριαμπκόφ. Κάλεσε τις ΗΠΑ να δώσουν προσοχή στις συζητήσεις που διεξάγονται για ενδεχόμενη αλλαγή του πυρηνικού δόγματος της Μόσχας, ώστε να ανταποκρίνεται στην αλλαγή των όρων στις διεθνείς σχέσεις. «Πραγματικά παίζουν με τη φωτιά (…) και πρέπει να μάθουν να μην αφήνονται σε επικίνδυνες ψευδαισθήσεις, αλλά να προσπαθήσουν να κοιτάξουν τον κόσμο νηφάλια και να καταλάβουν ότι έχουμε σταθερά εθνικά συμφέροντα τα οποία είμαστε έτοιμοι να υπερασπιστούμε μέχρι τέλους», διευκρίνισε.
Προ ημερών ο Βλ. Πούτιν δήλωσε πως η Ρωσία θα ξεκινήσει εκ νέου την παραγωγή πυρηνικών πυραύλων μικρού και μεσαίου βεληνεκούς, εξαιτίας αντίστοιχων ενεργειών από πλευράς ΗΠΑ τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ασία. Δημοσιογραφικές πληροφορίες, που επικαλούνται Αμερικανούς αξιωματούχους, μετέδωσαν πως ο Λευκός Οίκος εργάζεται για να άρει «την de facto απαγόρευση ανάπτυξης Αμερικανών στρατιωτικών εκπαιδευτών και τεχνικών στην Ουκρανία». Αν υλοποιηθεί η απόφαση, θα πρόκειται για μερικές δεκάδες ή εκατοντάδες τέτοιου προσωπικού. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές δεν θα αφορά μάχιμες μονάδες καθώς, «ο πρόεδρος Μπάιντεν είναι απόλυτος ότι δεν θα στείλει αμερικανικά στρατεύματα στην Ουκρανία», αν και σε κάθε περίπτωση θα αποτελεί βαθύτερη εμπλοκή των ΗΠΑ στην σύγκρουση.
Στο μεταξύ ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμ. Μακρόν, μιλώντας σε podcast, έκανε ένα βήμα πίσω σε σχέση με τις προηγούμενες επιθετικές δηλώσεις του και είπε ότι δεν σκοπεύει να στείλει στρατιώτες στο ουκρανικό έδαφος στο εγγύς μέλλον και πως θα συνέχιζε τον διάλογο με τον Ρώσο ομόλογό του. Σχολιάζοντας ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμ. Πεσκόφ, είπε με νόημα ότι «μέχρι στιγμής, εκτός από τέτοιες διστακτικές δηλώσεις, δυστυχώς, δεν βλέπουμε όρους για την εξομάλυνση του διαλόγου».
Πιο «κατηγορηματικός» ο Γερμανός καγκελάριος, Όλ. Σολτς, σημείωσε ότι η χώρα του δεν πρόκειται να στείλει στρατιωτικές δυνάμεις στην Ουκρανία και ότι «το ΝΑΤΟ δεν θα γίνει μέρος της σύγκρουσης στην Ουκρανία. Δεν έχει ξεπεραστεί και δεν θα ξεπεραστεί ποτέ αυτή η γραμμή», αν και το ΝΑΤΟϊκό αποτύπωμα είναι παραπάνω από εμφανές στον Ουκρανικό πόλεμο.
Στο μεταξύ στο περιθώριο της πρόσφατης Συνόδου κορυφής στις Βρυξέλες επήλθε συμφωνία για τις λεγόμενες «εγγυήσεις ασφαλείας» της ΕΕ προς την Ουκρανία και την πρόσθετη εκταμίευση 1,9 δισ. ευρώ για τη στήριξη του Κιέβου. Σύμφωνα με τον Ουκρανό πρωθυπουργό, Ντ. Σμίγκαλ, οι 20 συμφωνίες «ασφαλείας», του Κίεβου με τους δυτικούς, ανέρχονται σε 60 δισ. δολάρια ετησίως για τα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Οι Ευρωπαίοι αποφάσισαν και την επιβολή της 14ης δέσμης κυρώσεων κατά της Ρωσίας που περιλαμβάνει μέτρα που σχετίζονται με την ενέργεια. Αυτά στοχεύουν στο υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), καθώς και σε σκάφη τα οποία στηρίζουν τον πόλεμο της Ρωσίας. Παράλληλα πήραν αποφάσεις για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τη Μολδαβία και την Ουκρανία.
Πάντως δύο κορυφαίοι σύμβουλοι του Τραμπ παρουσίασαν σχέδιο για τερματισμό του πολέμου σε περίπτωση που κερδίσει την προεδρία. Το σχέδιο των Κιθ Κέλογκ και Φρεντ Φλάιτς, όπως αποκάλυψε το Reuters, προβλέπει ότι θα σταλεί ξεκάθαρο μήνυμα στο Κίεβο, πως δεν πρόκειται να λάβει άλλη οικονομική και στρατιωτική βοήθεια από την Ουάσιγκτον, εάν δεν καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για συμφωνία με τη Μόσχα. Ταυτόχρονα οι ΗΠΑ θα προειδοποιήσουν τη Ρωσία πως οποιαδήποτε άρνησή της να διαπραγματευτεί θα σημάνει ενίσχυση της αμερικανικής βοήθειας στην Ουκρανία.
Σε μια περίεργη κίνηση, ο Ουκρανός πρόεδρος, Β. Ζελένσκι, του οποίου η θητεία έχει λήξει, προχώρησε σε εκκαθαρίσεις στις τάξεις της Κρατικής Φρουράς της Ουκρανίας καθώς υπήρχαν σκιές για συνεργασία με τη Ρωσία. Η Υπηρεσία Ασφαλείας, SBU, συνέλαβε δύο συνταγματάρχες της Κρατικής Φρουράς, με την κατηγορία ότι συνεργάζονταν με τη Ρωσία για τον σχεδιασμό της δολοφονίας του Ζελένσκι και άλλων κορυφαίων αξιωματούχων της χώρας, όπως του επικεφαλής της SBU, Β. Μαλιούκ, καθώς και του επικεφαλής της Υπηρεσίας Στρατιωτικών Πληροφοριών, Κ. Μπουντάνοφ.
Σε «πρωτοφανές επίπεδο» οι σχέσεις Ρωσίας – Β. Κορέας
Συμφωνία για αμοιβαία στρατιωτική συνδρομή υπέγραψαν Πούτιν και Κιμ
Την ώρα που αυτά συμβαίνουν στα δυτικά σύνορα της Ρωσίας, στα ανατολικά, ο Ρώσος πρόεδρος επισκέφτηκε τη Β. Κορέα και συναντήθηκε με τον Κιμ Γιονγκ Ουν. Υπέγραψε σημαντικές συμφωνίες που εμπλέκουν και την ουκρανική σύγκρουση, για να μεταβεί στη συνέχεια στο Βιετνάμ. Ενδεικτικό του θερμού κλίματος ήταν η αποτίμηση που έκανε ο Βλ. Πούτιν, μετά την επίσκεψή του, την πρώτη μετά το 2000, σε μήνυμά του προς τον Βορειοκορεάτη ηγέτη. Υπογράμμισε πως «η πρόσφατη επίσκεψή του στην Πιονγιάνγκ ανύψωσε τους δεσμούς μεταξύ των δύο χωρών σε πρωτοφανές επίπεδο» και πως «δημιουργήθηκαν νέες προοπτικές συνεργασίας σε διάφορους τομείς».
Ιδιαίτερα σημαντική κρίνεται η Συνθήκη «ολοκληρωμένης στρατηγικής εταιρικής σχέσης» που υπεγράφη από τους δύο ηγέτες και η οποία περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων σημαντικών προβλέψεων για όλο το πλέγμα των διμερών σχέσεων, και ρήτρα για «αμοιβαία συνδρομή σε περίπτωση επίθεσης». Σύμφωνα με το κείμενο, η Συνθήκη θέτει «καθήκοντα μεγάλης κλίμακας για την εμβάθυνση των ρωσοκορεατικών σχέσεων μακροπρόθεσμα» στον «πολιτικό, εμπορικό και επενδυτικό, ανθρωπιστικό τομέα και στον τομέα της Ασφάλειας».
Η ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής αναφέρει πως αν μία από τις χώρες δεχτεί εισβολή και ωθηθεί σε εμπόλεμη κατάσταση, η άλλη πρέπει να αναπτύξει «όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της χωρίς καθυστέρηση» για να παράσχει «στρατιωτική και άλλη βοήθεια». Προσομοιάζει με το άρθρο 5 της Συνθήκης του ΝΑΤΟ και υπογράφεται ακριβώς την περίοδο που οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους έδωσαν τη σύμφωνη γνώμη για χρήση των οπλικών τους συστημάτων για χτυπήματα στο ρωσικό έδαφος, ενώ οξύνεται και η αντιπαράθεση στην κορεατική χερσόνησο.
Ο Ρώσος πρόεδρος κατηγόρησε το ΝΑΤΟ ότι δημιουργεί «απειλή για την ασφάλεια» της Ρωσίας στην Ασία, και πως οι δύο χώρες σχεδιάζουν να συνεργαστούν για την οικοδόμηση μιας «αρχιτεκτονικής ασφαλείας» στην Ευρασία. Ο Βλ. Πούτιν άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο της ανάπτυξης στρατιωτικής – τεχνικής συνεργασίας με τη Β. Κορέα, αλλά και της προμήθειας ρωσικών όπλων υψηλής ακρίβειας.
Την ίδια στιγμή έντονη είναι η φημολογία, κυρίως στην Δύση, για αποστολή βορειοκορεατικού στρατιωτικού εξοπλισμού στη Ρωσία για τον πόλεμο στην Ουκρανία με αντάλλαγμα ρωσική τεχνογνωσία για το δορυφορικό πρόγραμμα της Β. Κορέας.
Ο Κιμ Γιονγκ Ουν από τη μεριά του τόνισε πως αυτή η «ισχυρή Συνθήκη» θα είναι «μια κινητήρια δύναμη που θα επιταχύνει τη δημιουργία ενός νέου, πολυπολικού κόσμου». Ότι «ταιριάζει με τη στρατηγική φύση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών στη νέα εποχή» και πως «οι καιροί έχουν αλλάξει, το ίδιο και η γεωπολιτική θέση της Βόρειας Κορέας και της Ρωσίας παγκόσμια». Σε σχέση με τη «στρατιωτική επιχείρηση» της Ρωσίας στην Ουκρανία, για την οποία ο Πούτιν δήλωσε πως «δεν υπάρχει ανάγκη να χρησιμοποιηθούν στρατιώτες της Βόρειας Κορέας», ο Κιμ επανέλαβε την πλήρη στήριξη της Πιονγιάνγκ.
Η συνάντηση Πούτιν – Κιμ και η συμφωνία που υπέγραψαν προκάλεσε την σφοδρή αντίδραση των δυνάμεων που έχουν στο στόχαστρο αυτές τις δύο χώρες, θέλουν να τις απομονώσουν, αν και τελικά πετυχαίνουν το αντίθετο. Το ΥΠΕΞ της Νότιας Κορέας κάλεσε τον Ρώσο πρέσβη για να διαμαρτυρηθεί για τη συνθήκη Μόσχας – Πιονγιάνγκ, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να εξεταστεί η αποστολή νοτιοκορεατικών όπλων στις ουκρανικές δυνάμεις, κάτι που απέκλειε έως τώρα.
Οι ΥΠΕΞ Νότιας Κορέας και ΗΠΑ, Τσο Τάε-γιουλ και Άντονι Μπλίνκεν, είχαν τηλεφωνική ομιλία όπου καταδίκασαν τη νέα συνθήκη ως «σοβαρή απειλή για την περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα» και συμφώνησαν να παρακολουθούν από κοντά την κατάσταση. Ο Μπλίνκεν δήλωσε πως οι ΗΠΑ υποστηρίζουν τις απαντήσεις της Ν. Κορέας στη συμφωνία, ενώ ο Τσο τόνισε ότι παραβιάζει τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Η Ιαπωνία εξέφρασε «σοβαρές επιφυλάξεις» για την τοποθέτηση του Πούτιν να μην αποκλείσει τη συνεργασία με την Πιονγιάνγκ σε στρατιωτική τεχνολογία. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων.
Ερωτηματικά προκάλεσε η «σιωπή» της Κίνας η οποία διατηρεί ιδιαίτερους πολιτικούς και οικονομικούς δεσμούς με τις δύο χώρες. Ο εκπρόσωπος του κινεζικού ΥΠΕΞ χαρακτήρισε τη συνθήκη διμερές ζήτημα μεταξύ Ρωσίας και Β. Κορέας. Πρόσφατα το Πεκίνο συμμετείχε σε τριμερή σύνοδο με Σεούλ και Τόκιο, σε μια προσπάθεια να αμβλύνει τις εντάσεις με αυτές τις δύο χώρες που αποτελούν σημαντικούς κρίκους στους σχεδιασμούς του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού για τον περιορισμό και την περικύκλωση της Κίνας. Το κοινό ανακοινωθέν των τριών χωρών είχε αντιμετωπίσει την οργή της Β. Κορέας, καθώς αναφερόταν στην ανάγκη αποπυρηνικοποίησης της χερσονήσου.
Μια σκλήρυνση της στάσης της Πιονγιάνγκ στην Κορεατική Χερσόνησο, με τη στήριξη της Μόσχας, ενδεχομένως να δημιουργούσε νέα προβλήματα στη στρατηγική του Πεκίνου. Η Β. Κορέα κατήγγειλε τα πρόσφατα στρατιωτικά γυμνάσια Ν. Κορέας, ΗΠΑ και Ιαπωνίας ως «ασιατική εκδοχή του ΝΑΤΟ» και προειδοποίησε για «μοιραίες συνέπειες».
Ο Πούτιν ολοκλήρωσε την περιοδεία του στο Βιετνάμ, όπου υπέγραψε πάνω από δέκα συμφωνίες ενίσχυσης της διμερούς συνεργασίας. Οι δύο πλευρές έδωσαν στη δημοσιότητα Δήλωση για «περαιτέρω εμβάθυνση της Περιεκτικής Στρατηγικής Σχέσης» με κατεύθυνση την ασφάλεια και την ενέργεια.
Βιετνάμ και Κίνα διατηρούν εδαφικές διαφορές στην περιοχή της Θάλασσας της Νότια Κίνας, για την οποία Μόσχα και Ανόι συμφώνησαν «να υποστηρίξουν τη διασφάλιση της ειρήνης».