Βαθαίνει το ρήγμα στον γαλλογερμανικό άξονα, κλονίζοντας ακόμα περισσότερο την ιμπεριαλιστική συνοχή και ενισχύοντας την παραλυτική κατάσταση στην οποία παραδέρνει η ΕΕ. Λάδι στη φωτιά έριξε η πρόσφατη επίσκεψη της Φον Ντερ Λάιεν στην Ουρουγουάη για να σφραγίσει την εμπορική συμφωνία ΕΕ-Mercosur. Σύμφωνα με την πρόεδρο της Κομισιόν «η γραμμή τερματισμού της συμφωνίας είναι ορατή. Έχουμε την ευκαιρία να δημιουργήσουμε μια αγορά 700 εκ. ανθρώπων, τη μεγαλύτερη εμπορική και επενδυτική συνεργασία που έχει δει ποτέ ο κόσμος. Και οι δύο περιοχές θα επωφεληθούν». Μάλιστα, για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις των ανοιχτών αρνητών (Γαλλία πρωτίστως και Αυστρία) και των αμφιταλαντευόμενων μελών (Ιταλία και Πολωνία), η Φον Ντερ Λάιεν υπερθεματίζει πως «τα μέτρα προστασίας που συμπεριλάβαμε στη συμφωνία στην οποία καταλήξαμε τώρα είναι τα ισχυρότερα που έχουν ποτέ ενσωματωθεί σε εμπορική συμφωνία». Η πρόεδρος της Κομισιόν εκφράζοντας στο επίμαχο ζήτημα τα συμφέροντα του γερμανικού ιμπεριαλισμού χαρακτήρισε τη συμφωνία με τις χώρες της Λατινικής Αμερικής (Βραζιλία, Αργεντινή, Ουρουγουάη, Παραγουάη και Βολιβία) «πολιτική αναγκαιότητα».
Ωστόσο, με φόντο τους ασίγαστους, εντεινόμενους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη, αλλά και τις αλληλοφαγωμάρες μεταξύ των «27», η πρόεδρος της Κομισιόν, φιλοδοξώντας να λειάνει τις ενδοευρωπαϊκές αντιθέσεις και να επικοινωνήσει με τις ανησυχίες και τις προτεραιότητες «σύμπασας της ΕΕ» που ασθμαίνει, χωρίς περιστροφές κάνει λόγο για τον παγκόσμιο αγώνα δρόμου για τον έλεγχο της παραγωγής και του εμπορίου που βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη. Και επειδή «οι χώρες της Mercosur συγκαταλέγονται μεταξύ των μεγαλύτερων παγκόσμιων παραγωγών σε λίθιο, σιδηρομετάλλευμα, νικέλιο και άλλα ορυκτά…η νέα συμφωνία θα διαφοροποιήσει τους προμηθευτές μας και θα μειώσει τις όποιες υπερβολικές εξαρτήσεις υπάρχουν (διάβαζε: από την Κίνα,σ.σ.)…θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ σε όλους τους τομείς… σε ένα τοπίο πιο κατακερματισμένο και πιο συγκρουσιακό σε σχέση με το παρελθόν».
Από την άλλη πλευρά, πολέμιος της συμφωνίας παραμένει ως γνωστόν διαχρονικά η Γαλλία καθώς υπάρχει ο φόβος πως σε περίπτωση εφαρμογής της Mercosur θα κατακλυσθεί η γαλλική αγορά από τα φθηνά αδασμολόγητα αγροτοκτηνοτροφικά προϊόντα των χωρών της Λατινικής Αμερικής (κυρίως πουλερικά και βόειο κρέας), τορπιλίζοντας την εγχώρια παραγωγή. Την απόσταση που χωρίζει στη συγκυρία Γερμανία και Γαλλία δείχνουν και οι πρόσφατοι χειρισμοί της Φον Ντερ Λάιεν, η οποία επέλεξε να επισκεφθεί την Ουρουγουάη για να κλείσει τη συμφωνία την ίδια στιγμή που ο Μακρόν φαντάζει πιο αδύναμος από ποτέ, μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης Μπαρνιέ. Αποκαλυπτικός ήταν σχετικά με αυτό ο Κ. Γκριντλέρ, ευρωβουλευτής φίλα προσκείμενος στον Μακρόν: «Η Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν δεν θα μπορούσε να είχε επιλέξει χειρότερη στιγμή διότι δίνει πραγματικά την εντύπωση ότι εκμεταλλεύεται την κρίση στη Γαλλία για να προσπαθήσει να προχωρήσει μόνη της». Στο ίδιο μήκος κύματος από το περιβάλλον Μακρόν τονίζονται τα εξής: «μπορεί σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα η Γερμανία να κερδίζει τη μάχη, αλλά ο μακροπρόθεσμος πόλεμος για τη διατήρηση της ευρωπαϊκής ενότητας θα μπορούσε να επηρεαστεί». Ο Γάλλος πρόεδρος (που είχε διαμηνύσει στην πρόεδρο της Κομισιόν ότι «η συμφωνία είναι απαράδεκτη»), πασχίζει να συσπειρώσει τους διαφωνούντες στην ΕΕ και τα κράτη μέλη που κρατούν επαμφοτερίζουσα στάση για να μπλοκάρει την επικύρωσή της στα κοινοτικά όργανα. Πιο συγκεκριμένα «η συμφωνία ορόσημο» σύμφωνα με την Φον Ντερ Λάιεν, πρέπει να εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αλλά και από το Ευρωκοινοβούλιο. Την υλοποίηση της συμφωνίας μπορεί να μπλοκάρει μια «αναστέλλουσα» μειοψηφία κρατών εφόσον συμμετέχουν τουλάχιστον 4 κράτη-μέλη που εκπροσωπούν το 35% του ευρωπαϊκού πληθυσμού.
Αντιδράσεις που δείχνουν ότι ο δρόμος για την εφαρμογή της συμφωνίας δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα, υπάρχουν και από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Μέχρι τώρα, από το 2019 οι ηγέτες των χωρών της Λατινικής Αμερικής απορρίπτουν τις απαιτήσεις και τις προδιαγραφές των Ευρωπαίων για την προστασία του περιβάλλοντος, ιδιαίτερα δε για τον περιορισμό της αποψίλωσης των δασών. Για το τελευταίο, ο Λούλα έχει εκφράσει από καιρό τις επιφυλάξεις του, ενώ σαφώς μεγαλύτερο εμπόδιο αποτελεί ο νέος πρόεδρος της Αργεντινής Μίλεϊ και αρνητής (όπως και ο Τραμπ) της κλιματικής αλλαγής. Σε κάθε περίπτωση, αντίθετοι με το «ελεύθερο εμπόριο» της ΕΕ με τις χώρες Mercosur είναι οι αγρότες σε πανευρωπαϊκή κλίμακα, θεωρώντας ότι η εισαγωγή φθηνότερων, αδασμολόγητων (ομοειδών και μη) αγροτικών προϊόντων θα αποτελέσει ταφόπλακα για την επιβίωσή τους.