στο έδαφος των ανταγωνισμών και των
τυχοδιωκτικών σχεδίων των ιμπεριαλιστών
Στην επόμενη φάση κλιμάκωσης πέρασαν οι διαρκείς επεμβάσεις των ξένων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων με απώτερο στόχο την εξασφάλιση των δικών τους γεωπολιτικών και οικονομικών συμφερόντων στη Λιβύη, που εξακολουθούν να επιζητούν, οκτώ χρόνια μετά την επίθεση των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ και των συμμάχων τους, με αποτέλεσμα την ανατροπή και δολοφονία του τότε Προέδρου της χώρας Μουαμάρ Καντάφι. Οκτώ χρόνια μετά, έχουν γίνει φύλλο και φτερό τα περί «αποκατάστασης της δημοκρατίας», και έχει βγει στην επιφάνεια ο ανταγωνισμός για τον τεράστιο ορυκτό πλούτο της χώρας, ενώ ο λαός της ζεί σε συνθήκες ανέχειας.
Σήμερα, 8 χρόνια μετά, ο λαός της Λιβύης εξακολουθεί να βιώνει με τραγικό τρόπο το ότι ο τεράστιος ορυκτός πλούτος της χώρας την έχει μετατρέψει σε πεδίο ανταγωνισμού ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, θέατρο συγκρούσεων μεταξύ ένοπλων ομάδων κάθε λογής, «γήπεδο» τζιχαντιστών της «Αλ Κάιντα» και του «Ισλαμικού Κράτους», άνδρο λαθρεμπόρων όπλων και οργανωμένων δικτύων δουλεμπορίου, που θησαυρίζουν, με τις ευλογίες της ΕΕ από την εκμετάλλευση των προσφυγικών ροών.
Από τις 4 Απρίλη, στην πρωτεύουσα της χώρας, Τρίπολη, γίνονται σφοδρές συγκρούσεις ανάμεσα στην ένοπλη φρουρά του δοτού πρωθυπουργού, Φαγέτζ Σάρατζ, και τον «Εθνικό Λιβυκό Στρατό» του απόστρατου στρατηγού Χαλίφα Χαφτάρ, πρώην συμμάχου του Καντάφι, μετέπειτα συνεργάτη της CIA, με σχέσεις και με τη Ρωσία, που εκπροσωπεί το λιβυκό Κοινοβούλιο που έχει την έδρα του στο Τομπρούκ της ανατολικής Λιβύης.
Η απόφαση του Χαφτάρ να καταλάβει την Τρίπολη, από τα ελάχιστα εδάφη της χώρας που δεν ελέγχει, φαίνεται πως προετοιμαζόταν καιρό, παρά την απρόθυμη συμμετοχή σε «ειρηνευτικές» συνδιασκέψεις που πραγματοποίησαν κατά το παρελθόν Γαλλία και Ιταλία, χώρες των οποίων τα ενεργειακά μονοπώλια «Τotal» και«Eni» αντίστοιχα διαγκωνίζονται για να βάλουν στο χέρι τον τεράστιο λιβυκό ορυκτό πλούτο.
Πάντως οι αντιδράσεις ορισμένων Ευρωπαίων αξιωματούχων «φωτογράφιζαν» τη Γαλλία πίσω από την απόφαση του Χαφτάρ να ξεκινήσει επιχείρηση για την κατάληψη της Τρίπολης και την απόσπαση της πολιτικής εξουσίας από τον διορισμένο από τον ΟΗΕ Σάρατζ.
Ωστόσο είναι φανερό ότι στη Λιβύη, όπως και οκτώ χρόνια πριν, όταν ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ ξεκινούσαν την επέμβαση, συγκρούονται ισχυρά συμφέροντα και δεν υπάρχει ενιαία στάση. Το σχέδιο κοινής διακήρυξης που υποβλήθηκε στη Σύνοδο της ΕΕ απορρίφθηκε από ορισμένες χώρες, με πρώτη τη Γαλλία, που φαίνεται πως στηρίζει τον Χαφτάρ προκειμένου να εξασφαλίσει τα συμφέροντά της στην ανατολική Λιβύη. Στην «απέναντι» πλευρά είναι η Ιταλία, που φαίνεται πως στηρίζει τον Σάρατζ ώστε να προωθήσει τα δικά της συμφέροντα στη χώρα και στην ευρύτερη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου.
Αξίζει να αναφερθεί, πως η λιβυκή Κρατική Εταιρεία Πετρελαίου (NOC) εξακολουθεί έως σήμερα να ελέγχει τις εξαγωγές του «μαύρου χρυσού», να γεμίζει με χρήμα τα κρατικά ταμεία και να το διανέμει για την πληρωμή δημοσίων υπαλλήλων, του κρατικού μηχανισμού και δεκάδων ένοπλων οργανώσεων, ανάμεσά τους και ομάδες φανατικών ισλαμιστών και αυτονομιστών που τάχα «απελευθέρωσαν» τη χώρα από τον Καντάφι. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, το 2018 τα κέρδη από τις πωλήσεις πετρελαίου αυξήθηκαν κατά 80% (περίπου 24,6 δις δολάρια), ωστόσο δεν βελτίωσαν το βιοτικό επίπεδο του λαού, σε μία χώρα που δείχνει σταθερά εγκλωβισμένη στη «φάκα» μιας εντεινόμενης αποσταθεροποίησης. Σ’ αυτό το κλίμα, το «πάρτι» των πολυεθνικών του πετρελαίου και οι ανταγωνισμοί μεταξύ μεγαθηρίων, όπως οι «Total», ENI, BP, «ExxonMobil» και μικρότερων, όπως η «Hess», συνεχίζονται στις πλάτες του λιβυκού λαού.
Γεγονός πάντως είναι πως οι γαλλο-ιταλικές κόντρες γίνονται ολοένα και πιο έκδηλες την τελευταία διετία. Πέρα από τα ανταγωνιστικά φόρουμ που στήθηκαν με δήθεν στόχο την «ειρήνευση» στη Λιβύη, το 2017 στοε Παρίσι και τέλος του 2018 στο Παλέρμο, οι ενδοϊμπεριαλιστικές τριβές αναδείχθηκαν τις τελευταίες ημέρες από τον Ιταλό πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου, Αντόνιο Ταγιάνι. Ο Ταγιάνι κατηγόρησε ανοιχτά τη γαλλική κυβέρνηση, ότι ξεκίνησε τη στρατιωτική επιχείρηση στη Λιβύη για να εξυπηρετήσει τα δικά της συμφέροντα.
Οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί εκδηλώθηκαν και στην πρόσφατη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπου οι κόντρες ΗΠΑ – Ρωσίας εμπόδισαν την έκδοση ψηφίσματος που θα ζητούσε ανάσχεση των εχθροπραξιών και επίλυση των διαφορών μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών στη συνδιάσκεψη που έχει συγκαλέσει ο ΟΗΕ. Οι Αμερικανοί και οι σύμμαχοί τους Γάλλοι, Βρετανοί κ.λπ. απαιτούσαν το ψήφισμα να ζητά τερματισμό των επιχειρήσεων μόνο του Χαφτάρ. Οι δε Ρώσοι απαίτησαν να υπάρχει αναφορά στον καθολικό τερματισμό όλων των συγκρούσεων μεταξύ όλων των ένοπλων δυνάμεων στη Λιβύη.
Πέρα από την κόντρα στον ΟΗΕ, η ομάδα των επτά πλουσιότερων καπιταλιστικών χωρών (G7) και η ΕΕ ζήτησαν «εκεχειρία», εκφράζοντας υποκριτικά «βαθιά ανησυχία» για την κατάσταση στη Λιβύη, σαν να μην προκάλεσαν το σημερινό χάος οι δικές τους ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις εδώ και χρόνια. Επιπλέον, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, εναντιώθηκε στην επιχείρηση του Χαφτάρ, απαιτώντας «να σταματήσουν αμέσως οι στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον της λιβυκής πρωτεύουσας», όπου έχουν εγκατασταθεί αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις έχοντας τον άμεσο έλεγχο των εξελίξεων. Σε κάθε περίπτωση ο λαός της Λιβύης έχει να υποφέρει πολλά δεινά ακόμη από τα αρπακτικά των ιμπεριαλιστών που εξακολουθούν να τον κατασπαράζουν.