Ναυτική επιχείρηση «IRINI» της ΕΕ στη Λιβύη με τη συμμετοχή της Ελλάδας
Παρά το γεγονός ότι η ανθρωπότητα συγκλονίζεται από μια πρωτοφανή υγειονομική κρίση με χιλιάδες θανάτους, με συνεπακόλουθο και η υποβόσκουσα από το 2008 οικονομική κρίση να καθίσταται απρόβλεπτη, τα ιμπεριαλιστικά επιτελεία του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στις Βρυξέλλες και στην Ουάσιγκτον δεν πτοούνται, συνεχίζουν ασταμάτητα: Ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας ως 30ο μέλος του ΝΑΤΟ, έναρξη των προενταξιακών διαδικασιών της ΕΕ με την Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία, ατέλειωτο παζάρι ΕΕ-Τουρκίας για τις εξελίξεις στη Συρία και το προσφυγικό-μεταναστευτικό κλπ.
Ιδιαίτερη είναι η παρουσία και δράση τους στην Ανατολική Μεσόγειο. Την περίοδο αυτή, στην εν λόγω περιοχή παρατηρείται ίσως ο μεγαλύτερος συνωστισμός πολεμικών πλοίων στον πλανήτη. Στόλοι δεκάδων χωρών, με τεράστια δύναμη πυρός, πραγματοποιούν τακτικές ασκήσεις με πραγματικά πυρά, δοκιμάζουν τις υποδομές τους, υλοποιούν πολεμικά σενάρια, εφαρμόζοντας επιχειρησιακά σχέδια.
Εν τω μεταξύ, παρά τις διεθνείς διασκέψεις και τις συμφωνίες, ο εμφύλιος πόλεμος στη Λιβύη μαίνεται, οι δυο αντιμαχόμενες πλευρές με την υποστήριξη των διεθνών προστατών τους ετοιμάζονται για την τελική αντιπαράθεση ή για την απόκτηση νέων ερεισμάτων που θα ενισχύσουν τη θέση τους ενόψει μιας πιθανής τελικής διευθέτησης.
Η αποστολή όπλων από το εξωτερικό συνεχίζεται και αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την έκβαση αυτής της μάχης και δεν είναι τυχαίο ότι, όπως αποκαλύφθηκε με το ρεπορτάζ του BBC, το τελευταίο διάστημα υπήρξαν μεταφορές ακόμη και τεθωρακισμένων από την Τουρκία στη Λιβύη. Οι πληττόμενες από την κρίση τουρκικές κατασκευαστικές εταιρίες θέλουν να ξαναμπούν στην αγορά της Λιβύης, αλλά η στρατιωτική βοήθεια της Τουρκίας δίδεται κυρίως ως αντάλλαγμα για το Τουρκο-Λιβυκό Μνημόνιο για τον καθορισμό των ΑΟΖ.
Στα πλαίσια αυτά, μετά τη λήξη της προηγούμενης άσκησης της ΕΕ «Σοφία», την 1η Απριλίου ξεκίνησε νέα ναυτική επιχείρηση της ΕΕ στη Μεσόγειο, με το πρόσχημα την επιτήρηση του εμπάργκο όπλων στη Λιβύη, με το ελληνικό μάλιστα όνομα «Irini».
Η ελληνική κυβέρνηση, ευπειθέστατη, δήλωσε τη συμμετοχή της στη νέα αυτή επιχείρηση της ΕΕ με τον ΥΠ. ΕΞ. Ν. Δένδια να τονίζει «την ανάγκη η νέα επιχείρηση να ξεκινήσει το συντομότερο δυνατόν, καθώς και την ετοιμότητά μας να συνεισφέρουμε τόσο με πλωτά, όσο και με εναέρια μέσα», με «αεροπορικές και ναυτικές διευκολύνσεις στην Κρήτη», αλλά και με ένα ελληνικό λιμάνι για την αποβίβαση μεταναστών που θα διασώζονται, με σκοπό να διανέμονται στις χώρες που συμμετέχουν στην αποστολή, ανεξάρτητα αν αυτό εγκυμονεί τον κίνδυνο να δημιουργηθεί ένα νέο «hot spot» στη χώρα μας.
Την ίδια περίοδο το Συμβούλιο των Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ ενέκρινε ομόφωνα την επέκταση της λεγόμενης εντολής της Ευρωενωσιακής στρατιωτικής αποστολής στο Μάλι, ώστε πέρα από εκπαίδευση να παράσχει και στρατιωτική βοήθεια. Στην κατεύθυνση αυτή, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης προκήρυξε θέσεις γι’ αυτήν την αποστολή, οι οποίες θα πληρωθούν με απόσπαση στελεχών από τα κράτη μέλη. Η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται ότι ανταποκρίνεται και σε αυτό το αίτημα που είχε υποβάλει ο Γάλλος Πρόεδρος Μακρόν στον Κυρ. Μητσοτάκη κατά τη συνάντησή τους στο Παρίσι, για αποστολή μάχιμου τμήματος στο Μάλι.
Έτσι το ΥΠ. ΕΣ. με έγγραφό που απευθύνεται σε όλες τις ελληνικές αρχές αποστέλλει σχετική Προκήρυξη για την πλήρωση θέσεων με δημόσιους υπαλλήλους στην αποστολή στο Μάλι αλλά και στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, με την διευκρίνιση μάλιστα ότι κάθε υπάλληλος που θα αποσπαστεί εκεί πρέπει να έχει μαζί προστατευτικό κράνος και αλεξίσφαιρο γιλέκο.
Την ίδια στιγμή, παρά το γεγονός ότι η αμερικάνικη βάση της Σούδας βρίσκεται σε καραντίνα -γεγονός που έχει εντείνει τις ανησυχίες των κατοίκων της περιοχής- αυτή συνεχίζει σταθερά τη λειτουργία της για την εξυπηρέτηση των ζωτικών αμερικανικών συμφερόντων στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Οι νέες αυτές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις της ΕΕ, σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στη Συρία και στη Μέση Ανατολή, η πολιτική υποτέλειας της σημερινής κυβέρνησης, σε συνέχεια εκείνης του ΣΥΡΙΖΑ, που οδηγεί σε βαθύτερη εμπλοκή της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και στην ανάδειξή της σε σταθερό κολαούζο του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, αυξάνουν τους κινδύνους για το λαό μας και τους άλλους λαούς της περιοχής και καθιστούν απολύτως αναγκαίο τον αντιπολεμικό-αντιιμπεριαλιστικό αγώνα, για την ειρήνη, τη φιλία και την αλληλεγγύη των λαών.