Πριν προλάβει να ορκιστεί η νέα κυβέρνηση Νετανιάχου στο Ισραήλ, έδειξε το ακραίο αντιδραστικό της πρόσωπο με μία σειρά ενεργειών που κλιμακώνουν την κατοχική βία κατά των Παλαιστινίων, προκαλώντας αντιδράσεις εντός και εκτός Ισραήλ. Από την αρχή του 2023 έχουν δολοφονηθεί από ισραηλινά πυρά 13 Παλαιστίνιοι και έχουν τραυματιστεί δεκάδες.
Προβοκατόρικη «επίσκεψη» πραγματοποίησε ο νέος υπουργός Εθνικής Ασφάλειας, Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ, στον χώρο του τεμένους Αλ Άκσα στην κατεχόμενη Ιερουσαλήμ, στην πλατεία Τεμενών που διέπεται από ειδικό καθεστώς, ρίχνοντας «λάδι στη φωτιά» και επιβεβαιώνοντας, ότι η νέα ισραηλινή κυβέρνηση προσανατολίζεται σε κινήσεις παραπέρα κλιμάκωσης του χρόνιου εγκλήματος της κατοχής της Παλαιστίνης. Να σημειωθεί ότι πριν από 23 χρόνια είχε κάνει ανάλογη «επίσκεψη» στην πλατεία Τεμενών ο τότε αρχηγός της αντιπολίτευσης και μετέπειτα πρωθυπουργός, Αριέλ Σαρόν, προκαλώντας συγκρούσεις μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραηλινών που αποτέλεσαν την αρχή της δεύτερης Ιντιφάντα (2000 – 2005).
Η κυβέρνηση Νετανιάχου ξεκαθάρισε απροκάλυπτα, πριν καν ορκιστεί, ότι θα επιδιώξει την περαιτέρω αύξηση των εβραϊκών εποικισμών στη Δυτική Όχθη και την «αναγνώριση» των ήδη υπαρχόντων, καθώς και την προσάρτηση των κατεχόμενων παλαιστινιακών εδαφών της «Ιουδαίας και της Σαμάρειας», όπως αποκαλούν οι Ισραηλινοί τη Δυτική Όχθη.
Ο ίδιος ο υπουργός διέταξε την αστυνομία να απομακρύνει όλες τις παλαιστινιακές σημαίες από δημόσιους χώρους των κατεχόμενων εδαφών στη Δυτική Όχθη. Ο ισραηλινός νόμος δεν απαγορεύει την έπαρσή τους παρά μόνο εάν η αστυνομία και ο στρατός «κρίνουν» πως υπάρχει «απειλή για τη δημόσια ασφάλεια». Ο Ισραηλινός υπουργός ισχυρίστηκε ότι η έπαρση της παλαιστινιακής σημαίας είναι «μία μορφή υποστήριξης της τρομοκρατίας». Παράλληλα, οι ισραηλινές αρχές ήραν το δικαίωμα του Παλαιστίνιου υπουργού Εξωτερικών, ελεύθερα να ταξιδεύει στο εξωτερικό και να κινείται εντός της Δυτικής Όχθης.
Η ισραηλινή κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα παρακρατήσει φόρους ύψους 39 εκατ. δολαρίων που συλλέγει για λογαριασμό της Παλαιστινιακής Αρχής, βάσει των συμφωνιών του Όσλο από τη δεκαετία του 1990 και θα μεταφέρει τα χρήματα σε ένα ταμείο «για την αποζημίωση των οικογενειών Ισραηλινών που έπεσαν θύματα παλαιστινιακών τρομοκρατικών επιθέσεων».
Η κυβέρνηση Νετανιάχου παράλληλα προωθεί νομοσχέδιο προκειμένου να αποδυναμώσει το Ανώτατο Δικαστήριο με σκοπό να ανατρέψει προηγούμενες ή νέες αποφάσεις του με ένα ψήφισμα της Βουλής που θα εγκρίνεται με απλή πλειοψηφία. Η ψήφιση του εν λόγω νομοσχεδίου, πέρα από το ότι σχετίζεται με τις εσωτερικές πολιτικές αντιπαραθέσεις στο Ισραήλ σε σχέση με τις εκκρεμείς διώξεις κατά του Νετανιάχου για διαφθορά, εκτιμάται ότι θα λύσει ακόμα περισσότερο τα χέρια των κατοχικών δυνάμεων, ανοίγοντας δρόμο για ανατροπή αποφάσεων που θα επηρεάσουν και το παλαιστινιακό ζήτημα. Μαζικές διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν σε Τελ Αβίβ, Χάιφα και Ιερουσαλήμ κατά των νομοθετικών μεταρρυθμίσεων που προωθεί η κυβέρνηση.
Παράλληλα, 40 χώρες ζήτησαν την άρση των πρόσφατων τιμωρητικών μέτρων που επέβαλε το Ισραήλ εναντίον της Παλαιστινιακής Αρχής σε αντίποινα για την απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, με την οποία ζητήθηκε από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο να εξετάσει το ζήτημα της ισραηλινής κατοχής. Στις 30 Δεκεμβρίου η Γενική Συνέλευση υιοθέτησε απόφαση με την οποία ζητείται η γνωμοδότηση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για το θέμα της κατοχής παλαιστινιακών εδαφών από το Ισραήλ. Λίγες μέρες αργότερα το Ισραήλ ανακοίνωσε σειρά κυρώσεων, κυρίως οικονομικών, εναντίον της Παλαιστινιακής Αρχής, προκειμένου «να πληρώσει το τίμημα», μεταξύ των οποίων η επιβολή ταξιδιωτικών περιορισμών σε Παλαιστίνιους υπουργούς και η κατάσχεση 39 εκατ. δολαρίων από φόρους που συγκεντρώνουν οι ισραηλινές αρχές για λογαριασμό της Παλαιστινιακής Αρχής. «Όποια κι αν είναι η θέση κάθε χώρας σχετικά με την απόφαση, απορρίπτουμε τα τιμωρητικά μέτρα που λαμβάνονται σε απάντηση στο αίτημα γνωμοδότησης από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, και πιο γενικά σε απάντηση σε μια απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, και ζητούμε την άμεση απόσυρσή τους», σημείωναν οι εκπρόσωποι από τις 40 χώρες ανάμεσά τους οι: Αλγερία, Αργεντινή, Βέλγιο, Πακιστάν, Νότια Αφρική, Ιρλανδία. Κάποιες άλλες απείχαν από την ψηφοφορία (Ιαπωνία, Γαλλία, Νότια Κορέα), όπως και κάποιες την καταψήφισαν (Γερμανία, Εσθονία). «Είναι σημαντικό διότι δείχνει ότι ανεξαρτήτως του τρόπου που οι χώρες ψήφισαν, είναι ενωμένες στην απόρριψη των τιμωρητικών μέτρων», σχολίασε ο Παλαιστίνιος πρεσβευτής στον ΟΗΕ, Ριγιάντ Μανσούρ.
Ο ειδικός εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών για τη Μέση Ανατολή, Βλ. Σαφρόνκοφ, εξέφρασε την ετοιμότητα της Ρωσίας να συνεχίσει τις διαβουλεύσεις στο πλαίσιο του λεγόμενου «Κουαρτέτου για τη Μέση Ανατολή» (ΟΗΕ, ΗΠΑ, ΕΕ, Ρωσία) που παραμένει ουσιαστικά ανενεργό εδώ και χρόνια, κύρια με ευθύνη των ΗΠΑ.