Με την πλήρη πολιτική, στρατιωτική και οικονομική στήριξη από ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ, το Ισραήλ συνεχίζει τη γενοκτονία του παλαιστινιακού λαού στη Γάζα και τις σφοδρές επιθέσεις εναντίον του Λιβάνου, αυξάνοντας διαρκώς τους κινδύνους για μια γενικευμένη πολεμική σύγκρουση στη Μέση Ανατολή. Την ίδια ώρα που εντείνονται τα εγκλήματα του κράτους του Ισραήλ, ενισχύεται διαρκώς από τις ΗΠΑ και τους δυτικούς συμμάχους τους η φονική ισραηλινή στρατιωτική μηχανή.

Στις 7 Νοέμβρη υπογράφτηκε άλλη μία συμφωνία του Ισραήλ με την αμερικανική Boeing για αγορά άλλων 25 μαχητικών νέας γενιάς F-15, η οποία θα πληρωθεί από την αμερικανική στρατιωτική «βοήθεια» προς το κράτος – δολοφόνο. Σε άλλη μια χαρακτηριστική εξέλιξη, το Πεντάγωνο έστειλε νέες ενισχύσεις σε αμερικανικά βομβαρδιστικά και αντιτορπιλικά στην περιοχή. Στόχος είναι η παραπέρα θωράκιση του Ισραήλ αλλά και της πληθώρας αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή, μπροστά στην πιθανή εξαπόλυση ιρανικών αντιποίνων για τις τελευταίες ισραηλινές επιθέσεις κατά του Ιράν.

Την ίδια στιγμή, αλλεπάλληλες ταυτόχρονες επαφές με τον απερχόμενο Πρόεδρο των ΗΠΑ Μπάιντεν αλλά και με τον νεοεκλεγέντα Τραμπ πραγματοποιεί η ισραηλινή κυβέρνηση, επιβεβαιώνοντας την προετοιμασία για την «ομαλή παράδοση της σκυτάλης» σε ό,τι αφορά την πλήρη στήριξη των ΗΠΑ στο κράτος – δολοφόνο, την ίδια ώρα που μακελεύει τους λαούς της Παλαιστίνης και του Λιβάνου και επιτίθεται σε Συρία, Ιράν και Υεμένη, ρίχνοντας συνεχώς κι άλλο «λάδι στη φωτιά».

Είναι χαρακτηριστικό ότι στο πλαίσιο αυτού του στενού συντονισμού με την Ουάσιγκτον το Ισραήλ διατυμπανίζει ανοιχτά τη διαιώνιση της κατοχής των παλαιστινιακών εδαφών, χαρακτηρίζοντας «μη ρεαλιστική» την ίδρυση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους, ενώ ταυτόχρονα εξαπολύει απειλές για επιθέσεις στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις. Σε ένα τέτοιο φόντο, ο νέος υπουργός Άμυνας του Ισραήλ, Ισραέλ Κατζ, δήλωσε ότι οι πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν «είναι πιο ευάλωτες από ποτέ» και απείλησε με ισραηλινές επιθέσεις εναντίον τους.
Ο δε Ισραηλινός ΥΠΕΞ, Γκιντόν Σάαρ, χαρακτήρισε απροκάλυπτα «μη ρεαλιστική» την ίδρυση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους, γιατί θα ήταν τάχα «κράτος της Χαμάς». Πρόσθεσε πως το πιο σημαντικό θέμα για το μέλλον της Μέσης Ανατολής είναι η αποτελεσματική αποτροπή απόκτησης πυρηνικών όπλων από το Ιράν, ενώ εκτίμησε ότι ο Τραμπ «κατανοεί ξεκάθαρα» αυτόν τον «κίνδυνο».

Επίσης ο Ισραηλινός υπουργός Οικονομικών, Σμότριτς, που είναι υπεύθυνος και για την επέκταση των εβραϊκών εποικισμών, έδωσε εντολή να αρχίσουν «προετοιμασίες για προσάρτηση» εποικισμών της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης. Ο ίδιος δήλωσε πως η νίκη του Τραμπ «δίνει μία σημαντική ευκαιρία στο κράτος του Ισραήλ», προσθέτοντας ότι «ο μόνος τρόπος να απομακρυνθεί η απειλή για παλαιστινιακό κράτος είναι να εφαρμόσουμε ισραηλινή κυριαρχία σε όλους τους εποικισμούς της Ιουδαίας και Σαμάριας» (έτσι αποκαλεί το Ισραήλ την κατεχόμενη Δυτική Όχθη).

Στο μεταξύ αξιοπρόσεκτες είναι οι διεργασίες και παρεμβάσεις γύρω από τους Κούρδους της Συρίας. Ο Ισραηλινός ΥΠΕΞ αναφέρθηκε ξεκάθαρα στα σχέδια του Ισραήλ για συνεργασία με τους Κούρδους της Συρίας, που στρέφεται εναντίον της Τουρκίας, εκφράζοντας επιθυμία να βοηθήσει τους Κούρδους να αποκτήσουν πολιτική ανεξαρτησία. Ο Σάαρ με απύθμενη υποκρισία τόνισε ότι ο κουρδικός λαός «υφίσταται την καταπίεση και την επιθετικότητα από το Ιράν και την Τουρκία» και χαρακτήρισε τον κουρδικό λαό «φυσικό σύμμαχο» του Ισραήλ, υπογραμμίζοντας ότι «το Ισραήλ πρέπει να τείνει χείρα βοήθειας».

Σε αυτό το κλίμα ο Τούρκος Πρόεδρος, Ερντογάν, απείλησε με νέα εισβολή στη βόρεια Συρία για τη δημιουργία «ζώνης ασφαλείας» κατά μήκος των νότιων συνόρων της Τουρκίας με τη Συρία, αφότου δήλωσε ότι θα συζητούσε με τον Τραμπ μια πιθανή αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από τη Συρία.

Σε μία παράλληλη διαδικασία, οι πόλεμοι που διεξάγει το Ισραήλ σε Γάζα και Λίβανο βρέθηκαν στο επίκεντρο της συνόδου των ηγετών των χωρών του Αραβικού Συνδέσμου και του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας, στο Ριάντ. Ο Σαουδάραβας πρωθυπουργός και διάδοχος στον θρόνο, Σαλμάν, ζήτησε άμεση εκεχειρία στα πεδία των συγκρούσεων σε Γάζα και Λίβανο, επαναλαμβάνοντας παράλληλα την στήριξή του στην ίδρυση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του 1967 με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ. Την ίδια μέρα ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων της Σαουδικής Αραβίας επισκέφτηκε το Ιράν, αποδεικνύοντας και με αυτόν τον τρόπο τους γοργούς ρυθμούς «αναθέρμανσης» των σχέσεων μεταξύ Τεχεράνης και Ριάντ, αφότου επιτεύχθηκε στο Πεκίνο, τον Μάρτιο του 2023, συμφωνία για εξομάλυνση των μεταξύ τους σχέσεων, μετά από 7 χρόνια σκληρής αντιπαράθεσης.

Επίσης το υπουργείο Εξωτερικών του Κατάρ διέψευσε ότι διέταξε την αποχώρηση της Χαμάς από την Ντόχα, όπως και την αποχώρησή του από τη μεσολάβηση μεταξύ Χαμάς – Ισραήλ για εκεχειρία στη Γάζα, λέγοντας πως επρόκειτο για ανακριβείς πληροφορίες.
Στό εσωτερικό του Ισραήλ και ιδιαίτερα στην κυβέρνηση Νετανιάχου φαίνεται πως έχουν προκύψει σοβαρά προβλήματα και διαφωνίες που σχετίζονται άμεσα με τη μη ικανοποιητική εξέλιξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων. Ο Νετανιάχου απέπεμψε τον υπουργό Άμυνας, Γκάλαντ, με τον οποίο είχαν βαθιές διαφωνίες όσον αφορά τον τρόπο διεξαγωγής του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας, καθώς ο Γκάλαντ ζητούσε να συμφωνηθεί κατάπαυση πυρός στη Γάζα για την απελευθέρωση των ομήρων. Ο Νετανιάχου επέλεξε τον υπουργό Εξωτερικών, Ισραέλ Κατς, γνωστό με το προσωνύμιο «μπουλντόζα», για να διαδεχθεί τον Γκάλαντ.

Αν και ο Γκάλαντ αντιμετωπιζόταν ως σημαίνουσα μορφή του πολέμου, είχε προκαλέσει την οργή υπερορθόδοξων κομμάτων, συμμάχων-κλειδιών του πρωθυπουργού, διατάσσοντας την επιστράτευση 10.000 ανδρών αυτής της θρησκευτικής κοινότητας, που ωφελείτο από εξαίρεση από τη θητεία δυνάμει κανόνα που θεσπίστηκε όταν δημιουργήθηκε το κράτος του Ισραήλ το 1948. Το 2018, το ζήτημα της επιστράτευσής τους είχε προκαλέσει πολιτική κρίση, οδηγώντας στην προκήρυξη πρόωρων εκλογών. Μόλις έγινε γνωστή η απόλυση του Γκάλαντ, χιλιάδες διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στο Τελ Αβίβ εναντίον της αποπομπής του υπουργού Άμυνας.

Ενώ αυτά συμβαίνουν στο εσωτερικό του Ισραήλ, οι Υεμενίτες Χούθι ανακοίνωσαν ότι έκαναν δύο στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον πολεμικών πλοίων των ΗΠΑ στην Ερυθρά και την Αραβική Θάλασσα, μέσα σε διάστημα οκτώ ωρών. Ανέφεραν, ότι η πρώτη επίθεση είχε στόχο το αμερικανικό αεροπλανοφόρο «USS Abraham Lincoln», εναντίον του οποίου εκτοξεύτηκαν πύραυλοι κρουζ και drones. Σύμφωνα με εκπρόσωπο των Χούθι, η επιχείρηση απέτρεψε επικείμενα πλήγματα στην Υεμένη. Εν συνεχεία, εξαπέλυσαν επίθεση με βαλλιστικούς πυραύλους και drones εναντίον δύο καταδρομικών του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού στην Ερυθρά Θάλασσα.

Το ίδιο διάστημα, η Χεζμπολάχ εξαπέλυσε δεκάδες πυραύλους και ρουκέτες στο βόρειο Ισραήλ διαψεύδοντας ότι το οπλοστάσιό της έχει ξεμείνει από πυρομαχικά ή ότι έχει ηττηθεί από τον ισραηλινό στρατό. Παράλληλα, εκπρόσωπος της λιβανέζικης οργάνωσης δήλωσε πως ο ισραηλινός στρατός «εδώ και 45 μέρες δεν έχει καταφέρει να καταλάβει ούτε ένα χωριό στον νότιο Λίβανο».