Όλο και μεγαλύτερος όγκος μεταναστών – προσφύγων από τα καραβάνια, που ξεκίνησαν την πορεία τους στα μέσα του Οκτώβρη, καταφθάνει στα σύνορα Μεξικού και ΗΠΑ και συγκεκριμένα στην πολιτεία της Τιχουάνα. Ουσιαστικά είναι στριμωγμένοι στο δυτικό άκρο των συνόρων με τον Ειρηνικό από τη μία πλευρά. Αυτό δεν πρέπει να ήταν τυχαίο. Σίγουρα το μεξικάνικο κράτος τους κατευθύνει παντοιοτρόπως προς τα εκεί, ώστε να μπορεί να τους ελέγχει και φυσικά να τους καταστέλλει ευκολότερα. Ήδη πέντε χιλιάδες διαμένουν σε ένα τροποποιημένο αθλητικό στάδιο, ενώ τουλάχιστο άλλοι δύο χιλιάδες βρίσκονται στην πολιτεία, προσδοκώντας να αιτηθούν άσυλο.
Λίγες μέρες πριν, ένα μέρος των μεταναστών αποπειράθηκε να προσεγγίσει τα σημεία διέλευσης των συνόρων, οργανώνοντας διαδήλωση προς αυτά με κεντρικό σύνθημα: «δεν είμαστε εγκληματίες – είμαστε σκληρά εργαζόμενοι άνθρωποι», απαντώντας έτσι στον οχετό μίσους και παράνοιας που έχει εξαπολύσει εναντίον τους η διοίκηση Τραμπ. Βρήκαν απέναντί τους μεξικανικές αστυνομικές δυνάμεις, οι οποίες ωστόσο δεν μπόρεσαν να τους συγκρατήσουν. Οι ομάδες που έσπασαν τον κλοιό και προσπαθησαν να περάσουν τα σύνορα, αντιμετώπισαν θύελλα χημικών και δακρυγόνων των αμερικανικών συνοριακών αρχών, που έχουν ενισχυθεί και με μονάδες του στρατού. Οι μεξικάνικες αρχές συνέλαβαν κάποιους από τις ομάδες αυτές και ανακοίνωσαν ότι θα τους απελάσουν.
Τώρα η διοίκηση Τραμπ βρίσκεται μπροστά σε δίλημμα. Από τη μία συζητείται το πλήρες κλείσιμο των συνόρων. Όμως αυτό θεωρείται ότι θα έχει σοβαρό οικονομικό κόστος. Από την άλλη, ο Τραμπ είχε προσπαθήσει να αποκλείσει τους μετανάστες από αίτηση ασύλου, εφόσον αυτοί εισέρχονταν παράνομα στη χώρα, με σχετικό μνημόνιο, ωστόσο αυτό απορρίφθηκε από ομοσπονδιακό δικαστή της Καλιφόρνια. Αυτό στην πράξη σημαίνει, ότι αν κάποιος μετανάστης συλληφθεί εντός ΗΠΑ, ωστόσο αιτηθεί ασύλου, θα μπορεί να μείνει εντός ΗΠΑ μέχρι να εξεταστεί η περίπτωσή του, διαδικασία χρονοβόρος. Αυτό θέλει οπωσδήποτε να το αποφύγει η διοίκηση Τραμπ και ασκεί πίεση στη διάδοχη κυβέρνηση του Μεξικού, που αναμένεται να αναλάβει την 1η Δεκεμβρίου, να αναλάβει αυτή τη φιλοξενία των αιτούντων άσυλο. Στα πλαίσια αυτής της πίεσης κυκλοφόρησε είδηση αρχικά από αμερικανικά μέσα, ότι έχει συναφθεί σχετική συμφωνία μεταξύ του μέλλοντα υπουργού Εξωτερικών του Μεξικού, Μαρσέλο Εμπράρντ, και του Γραμματέα του Κράτους των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο. Όμως η Σάντσεζ Κορντέρο, που θα αναλάβει υπουργός Εσωτερικών, διέψευσε την υπάρξη τέτοιας συμφωνίας, δηλώνοντας όμως ότι η κυβέρνηση Μανιουέλ Λόπεζ Ομπραντόρ θα είναι συνεργάσιμη με τις ΗΠΑ πάνω στο ζήτημα. Παράλληλα ο Τραμπ βρήκε ευκαιρία να επιτεθεί στο Κογκρέσσο προκειμένου να εγκριθεί η χρηματοδότηση του περίφημου τείχους, που είχε υποσχεθεί προεκλογικά.
Η διοίκηση Τραμπ προκειμένου να δικαιολογήσει τη στάση της απέναντι σε μερικές χιλιάδες κατατρεγμένους, έχει επιδοθεί σε ένα όργιο κατασυκοφάντησής τους, παρουσιάζοντάς τους είτε σαν οργανωμένο στρατό εγκληματιών επιδρομέων, είτε σαν ενεργούμενα σχεδίου αποσταθεροποίησης των ΗΠΑ, που έχει οργανώσει η κυβέρνηση της Βενεζουέλας! Οι χώρες όμως από τις οποίες προέρχονται τα καραβάνια (Ονδούρα, Γουατεμάλα, Ελ Σαλβαδόρ) βρίσκονται κάτω από τον απόλυτο διαχρονικό έλεγχο των ΗΠΑ και ακολουθούν διαχρονικά την πολιτική που αυτές ορίζουν. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Ονδούρας, από την οποία προέρχονται οι περισσότεροι μετανάστες. Το 2009 η χώρα είχε ακόμα πρόεδρο τον Μανουέλ Ζελάγια, έναν ας πούμε μετριοπαθή μεταρρυθμιστή, που είχε προσχωρήσει στη Μπολιβαριανή Συμμαχία (ALBA). Στην προσπάθειά του να αναθεωρήσει το σύνταγμα της καθυστερημένης χώρας του, συνάντησε την αντίδραση του ανώτατου δικαστηρίου, το οποίο τελικά σε συνεργασία με το στρατό, οργάνωσε πραξικόπημα, τον συνέλαβε και τον εξόρισε. Το πραξικόπημα καταδικάστηκε διεθνώς. Ωστόσο οι ΗΠΑ, του Ομπάμα τότε, σιωπηρά ενέκριναν την πραξικοπηματική ανατροπή.
Πρόσφατα ο επικεφαλής του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας, μίλησε για την «τρόικα της τυραννίας», στοχοποιώντας την Κούβα, τη Βενεζουέλα και τη Νικαράγουα, προετοιμάζοντας το έδαφος για τις νέες ανατροπές, που επιδιώκει ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός στη Λατινική και Κεντρική Αμερική. Αυτή η πολιτική των επεμβάσεων και της καταπίεσης είναι που έχει δημιουργήσει μια άλλη τρόικα χωρών, αυτής την δυστυχίας, από την οποία προσπαθούν να ξεφύγουν τα καραβάνια των κατατρεγμένων.