Το Ειδικό Δικαστήριο της Χάγης που ασχολείται με εγκλήματα πολέμου του αποκαλούμενου «Απελευθερωτικού Στρατού του Κοσόβου» (UCK / ΟΥΤΣΕΚΑ) στην περίοδο 1998-99 απήγγειλε κατηγορίες εναντίον του πρώην αρχηγού του ΟΥΤΣΕΚΑ και σημερινού προέδρου του ΝΑΤΟϊκού προτεκτοράτου του Κοσόβου και εκλεκτού όλων των εμπλεκομένων δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, Χασίμ Θάτσι. Στη Χάγη κλήθηκαν επίσης να λογοδοτήσουν ο πρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος του Κοσόβου (PDK) Κάντρι Βέσελι, ο πρώην πρόεδρος της Βουλής, Γιάκουπ Κρασνίκι, καθώς και ο Ρετζέπ Σελίμι, επικεφαλής της Κ.Ο. του κινήματος «Αυτοδιάθεση», της μεγαλύτερης πολιτικής δύναμης στο Κοινοβούλιο του Κοσόβου.
Και οι τέσσερις ήταν υψηλόβαθμα στελέχη του UCK, που είχε κηρύξει ένοπλο αγώνα εναντίον των Σέρβων με στόχο την ανεξαρτησία του Κοσόβου στα τέλη της δεκαετίας του ʼ90. Σήμερα κατηγορούνται ότι διέπραξαν οι ίδιοι ή έδωσαν εντολή για εγκλήματα πολέμου και συγκεκριμένα για δολοφονίες, βασανισμούς και απάνθρωπη μεταχείριση κρατουμένων.
Μετά την απαγγελία των κατηγοριών ο Θάτσι παραιτήθηκε από το αξίωμά του, λέγοντας ότι δεν θέλει να εμφανιστεί στο ειδικό δικαστήριο της Χάγης ως πρόεδρος και επιθυμεί να προστατεύσει «την ακεραιότητα του Κοσόβου». Δήλωσε ότι θα συνεργαστεί με τη δικαιοσύνη, προσήλθε οικειοθελώς στην έδρα της ευρωπαϊκής αποστολής EULEX στην Πρίστινα και βρίσκεται ήδη στη Χάγη.
Βασικό κίνητρο για τη σύσταση του Ειδικού Δικαστηρίου για το Κόσοβο ήταν η περίφημη «έκθεση Μάρτι» στο Συμβούλιο της Ευρώπης το 2010. Στην έκθεση αυτή ο Ελβετός εισαγγελέας Ντικ Μάρτι ισχυρίζεται ότι ο Θάτσι, ο Βέσελι και άλλα ηγετικά στελέχη του UCK είχαν εμπλακεί μεταξύ άλλων σε εμπόριο οργάνων με θύματα Σέρβους, Ρομά, αλλά και Αλβανούς.
Την εποχή εκείνη ο Χασίμ Θάτσι ήταν ο πολιτικός ηγέτης του UCK. Αργότερα διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών, πρωθυπουργός και τελικά πρόεδρος. Από το 2005, υπηρετώντας πάντοτε τους πάτρωνές του, στήριξε τον διάλογο με τη Σερβία, και το 2013, μαζί με τον τότε πρωθυπουργό της Σερβίας Ίβιτσα Ντάτσιτς, υπέγραψε τη συμφωνία των Βρυξελλών για την εξομάλυνση των διμερών σχέσεων. Μέχρι στιγμής ωστόσο πολλά από τα συμπεφωνημένα δεν έχουν υλοποιηθεί. Ενώ όμως ο Θάτσι προσπαθούσε να εμφανιστεί σε ρόλο ειρηνοποιού, οι κατηγορίες σε βάρος του παρέμεναν μετέωρες ως «δαμόκλειος σπάθη» και για ενεργοποίηση την στιγμή που τα ξένα αφεντικά του θα θεωρούσαν κατάλληλη. Φαίνεται πως στην παρούσα φάση θέλουν να τον ξεφορτωθούν. Η εξέλιξη αυτή καταδεικνύει την κοινή τύχη «εργαλείων» των ιμπεριαλιστών, που, αφού αξιοποιηθούν για τις επεμβάσεις και το πέρασμα των σχεδίων τους κατά των λαών, οδηγούνται …«στη Δικαιοσύνη» για να παροπλιστούν πολιτικά.
Στο μεταξύ, η αποχώρηση του Θάτσι προκαλεί βαθιά πολιτική κρίση στο Κόσοβο. Πολιτικοί αντίπαλοί του τον κατηγορούν ότι θυσιάζει τα συμφέροντα της χώρας του, προκειμένου να επιτύχει με παρασκηνιακές κινήσεις την απαλλαγή του από τις όποιες κατηγορίες. Την προεδρία αναλαμβάνει προσωρινά η σημερινή πρόεδρος της Βουλής και το Κοινοβούλιο καλείται να αναδείξει νέο πρόεδρο μέσα σε έξι μήνες. Το πρόβλημα είναι ότι παραμένουν ασαφείς οι συσχετισμοί δυνάμεων στο Κοινοβούλιο, καθώς η σημερινή κυβέρνηση διαθέτει ισχνή πλειοψηφία. Πιθανή εξέλιξη θεωρείται από πολλούς η προκήρυξη νέων εκλογών.
Με αυτά τα δεδομένα, έδαφος για περισσότερα παζάρια μεταξύ Βελιγραδίου και Πρίστινας με στόχο τη λεγόμενη «ομαλοποίηση» των μεταξύ τους σχέσεων διαμορφώνει η παραίτηση του Θάτσι. Η έναρξη της δίκης κατά του ΟΥΤΣΕΚΑ δεν πρόκειται να δικαιώσει τα χιλιάδες θύματα της οργάνωσης. Ωστόσο, προγραμματίζεται γιατί σε αυτή τη φάση οι ΗΠΑ και χώρες της ΕΕ, με πρώτη τη Γερμανία, κρίνουν ότι εξυπηρετούνται με αυτόν τον τρόπο τα σχέδιά τους για δήθεν «συμφιλίωση» και «ειρήνη».
Η εξέλιξη «κουμπώνει» με την σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών χωρών των Δυτικών Βαλκανίων (Σερβία, Κοσσυφοπέδιο, Βοσνία – Ερζεγοβίνη, Μαυροβούνιο, Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία), στην οποία συζητήθηκαν μεταξύ άλλων οι προσπάθειες για τη λεγόμενη ζώνη «μίνι Σένγκεν», όπου θα εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων, υπηρεσιών και εργαζομένων. Παράλληλα έχει προγραμματιστεί για τις 17 Νοέμβρη Σύνοδος Κορυφής ΕΕ και Δυτικών Βαλκανίων, στην οποία συμπροεδρεύουν οι ΥΠΕΞ της Βόρειας Μακεδονίας και της Βουλγαρίας, δύο χωρών που συγκρούστηκαν πρόσφατα με αφορμή γλωσσικές, ιστορικές και πολιτισμικές διαφορές. Οι αντιπαραθέσεις των δύο χωρών συνεχίζονται παρά τις προσπάθειες της γερμανικής προεδρίας της ΕΕ να τις αμβλύνει.
Η κινητικότητα αυτή σε συνδυασμό με την «εκπαραθύρωση» του Θάτσι, εντάσσεται στις διεργασίες που έχουν δρομολογηθεί για ανακατατάξεις στα Βαλκάνια με επίκεντρο την Σερβία όπου η ρωσική επιρροή παραμένει σημαντική και συνιστά ένα δισεπίλυτο πρόβλημα για τις δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.