Κρίσιμες βουλευτικές εκλογές στη σύγχρονη ιστορία της Γεωργίας πραγματοποιήθηκαν στις 26/10. Οι εκλογές αυτές χαρακτηρίστηκαν από τους ντόπιους δημοσιολόγους και λοιπούς διαμορφωτές της κοινής γνώμης ως «στιγμή καμπής που θα κρίνει το γεωπολιτικό προσανατολισμό της χώρας». Όλο το προηγούμενο διάστημα σημαδεύτηκε από την έντονη αντιπαράθεση μεταξύ της προέδρου Ζουραμπισβίλι και του κυβερνώντος «Γεωργιανού Ονείρου», στα πλαίσια του βαθιά διαιρεμένου και πολωμένου αστικού πολιτικού σκηνικού.

Η ακραιφνής ευρωαμερικανόδουλη Ζουραμπισβίλι προσπάθησε (και εν πολλοίς κατάφερε) να ενώσει τα κόμματα της διασπασμένης και εξασθενημένης φιλοδυτικής αντιπολίτευσης επιδιώκοντας με κάθε τρόπο και με την αφειδώλευτη στήριξη των ξένων αφεντικών της να ανατρέψει την κυβέρνηση. Μάλιστα με αφορμή τον νόμο «περί ξένης επιρροής» που κυρώθηκε από τον κυβερνητικό συνασπισμό τον περασμένο Μάη, εξαπολύθηκε μια λυσσώδης αντιρωσική προπαγάνδα από τα επιτελεία του δυτικού ιμπεριαλισμού (και ντόπιο υποβολέα τη Ζουραμπισβίλι) που προχώρησαν σαν έτοιμα από καιρό στην επιβολή παντοειδών κυρώσεων στη Γεωργία. Οργάνωσαν επίσης και τις γνωστές βίαιες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις «αλά Μαϊντάν» με στόχο την ανατροπή του πρωθυπουργού Κομπαχίτζε. Από την πλευρά του το «Γεωργιανό Όνειρο» έχει βάλει ως στόχο την εκπαραθύρωση της Ζουραμπισβίλι από το προεδρικό αξίωμα με πρόσχημα «τις παράνομες επισκέψεις της στο εξωτερικό».

Οι ασφυκτικές πιέσεις και οι ωμοί εκβιασμοί των δυτικών κορυφώθηκαν τις τελευταίες τρεις εβδομάδες, με το Διευθυντήριο των Βρυξελλών να κουνάει το δάχτυλο στη νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας, προειδοποιώντας πως το αποτέλεσμα των εκλογών θα καθορίσει τις πιθανότητες της Γεωργίας να ενταχθεί στην ΕΕ. Η φιλοδυτική αντιπολίτευση προεξοφλούσε τρομοκρατώντας το εκλογικό σώμα πως αν το αποτέλεσμα δεν είναι αρεστό με βάση τους σχεδιασμούς της, «υπάρχει κίνδυνος μετεκλογικών ταραχών».

Το «Γεωργιανό Όνειρο» του δισεκατομμυριούχου Ιβανισβίλι που ανέλαβε την εξουσία από το 2012, δείχνει ευρωσκεπτικισμό, με τον πρωθυπουργό Κομπαχίτζε να κατηγορεί τους Ευρωπαίους ηγέτες για «αδικία, απόρριψη του χριστιανικού δόγματος και έλλειψη σεβασμού προς τη χώρα του». Το κεντρικό προεκλογικό σύνθημα του κόμματός του ήταν «επιλέξτε την ειρήνη,όχι τον πόλεμο», διαμηνύοντας χωρίς περιστροφές πως η δυτικόδουλη αντιπολίτευση (που κατηγορεί την κυβέρνηση για ουδετερότητα απέναντι στη Ρωσία και για την απροθυμία της να επιβάλλει κυρώσεις) θα τραβήξει τη Γεωργία στο πλευρό των δυτικών συμμάχων της στην Ουκρανία. Ο Κομπαχίτζε δηλώνει ότι επιθυμεί να συγκεντρώσει τα 2/3 των 150 εδρών του κοινοβουλίου, κάτι που θα του επιτρέψει να τροποποιήσει το Σύνταγμα και να απαγορεύσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Η δοκιμασμένη τακτική της απροκάλυπτης ανάμειξης του δυτικού ιμπεριαλισμού και του οργανέττου του, Ζουραμπισβίλι, κορυφώθηκε ανήμερα των εκλογών, όταν η πρόεδρος κατήγγειλε «εξαιρετικά ανησυχητικές πράξεις βίας».
Ωστόσο, αν και προεξόφλησε, σπεύδοντας να πανηγυρίσει πριν το κλείσιμο της κάλπης τη νίκη της αντιπολίτευσης, τα πράγματα εξελίχθηκαν σε διαφορετική κατεύθυνση από αυτήν που επιδίωκαν η Ζουραμπισβίλι και οι αμερικανονατοϊκοί προστάτες της. Με την ανακοίνωση από την εκλογική επιτροπή του τελικού αποτελέσματος (54% νίκη υπέρ της κυβέρνησης Κομπαχίντζε), ξεκίνησε ο νέος γύρος της ενορχηστρωμένης προπαγανδιστικής επιχείρησης των δυτικών και των ντόπιων στηριγμάτων τους που έσπευσαν να «μην αναγνωρίσουν τα ψευδή αποτελέσματα των κλεμμένων εκλογών». Η ηγεσία της αντιπολίτευσης υποστήριξε ότι η εκλογική επιτροπή έκανε τη βρώμικη δουλειά του ιδρυτή του «Γεωργιανού Ονείρου», Ιβανισβίλι. Σύμφωνα με τους παρατηρητές του ΟΑΣΕ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, η ψηφοφορία κηλιδώθηκε από τις ανισότητες μεταξύ των υποψηφίων, πιέσεις και εντάσεις.

Πιο κυνικός ο Μπλίνκεν επεμβαίνοντας ωμά ζήτησε από τους πολιτικούς ηγέτες της Γεωργίας να σεβαστούν το κράτος δικαίου, να καταργήσουν(!) τη νομοθεσία που υπονομεύει θεμελιώδεις ελευθερίες και να αντιμετωπίσουν από κοινού τις παρατυπίες στην εκλογική διαδικασία. Στο ίδιο μήκος κύματος και οι απαράδεκτη ανακοίνωση του Μπορέλ και της Κομισιόν που «κάλεσαν τη Γεωργία να υιοθετήσει δημοκρατικές συνολικές και βιώσιμες μεταρρυθμίσεις σύμφωνα με τις βασικές αρχές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης…κάθε νομοθεσία που υπονομεύει τα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες πρέπει να καταργηθεί(!)». Οι δυτικοί προστάτες αφηνιασμένοι, από κοινού με τα ντόπια αφεντικά τους (μέχρι και ο ξεπεσμένος και φυλακισμένος για κατάχρηση εξουσίας Σαακασβίλι κινητοποιήθηκε) κάλεσαν σε νέο γύρο αντικυβερνητικών διαδηλώσεων στις 28/10. Από την πλευρά του ο Κομπαχίτζε σε μια επιχείρηση κατευνασμού των αμερικανονατοϊκών διαβεβαίωσε (όπως έκανε και προεκλογικά) ότι «προτεραιότητά του παραμένει η ενταξιακή πορεία της Γεωργίας…θα γίνουν όλα ώστε η Γεωργία να εισαχθεί πλήρως στην ΕΕ ως το 2030».

Αξίζει να σημειωθεί πως ο Όρμπαν ήταν ο μόνος ηγέτης χώρας – μέλους της ΕΕ που χαιρέτισε τα αποτελέσματα των εκλογών. «Σας συγχαίρω που ψηφίσατε υπέρ της ειρήνης και δεν επιτρέψατε η χώρα σας να γίνει μια δεύτερη Ουκρανία», δήλωσε ο Ούγγρος πρόεδρος, σημειώνοντας μεταξύ άλλων πως «αν είχαν κερδίσει οι φιλελεύθεροι, οι Βρυξέλλες θα έλεγαν ότι ήταν δημοκρατικές οι εκλογές». Εκ μέρους της Ρωσίας τέλος, ο εκπρόσωπος τύπου του Κρεμλίνου, Ν. Πεσκόφ, απέρριψε κατηγορηματικά τους ισχυρισμούς περί ανάμειξης της Ρωσίας, τονίζοντας δηκτικά πως «κάτι τέτοιο αποτελεί ρουτίνα για τη δύση».

Προσπάθεια της Ρωσίας για υπονόμευση της δημοκρατίας στη Μολδαβία καταγγείλει ο Κίρμπι

Σχεδόν ταυτόχρονα με τις εκλογές στη Γεωργία, πραγματοποιήθηκε και ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών στη Μολδαβία. Η νυν πρόεδρος και φιλοδυτική, Μ.Σάντου, συγκέντρωσε το 42% των ψήφων, έναντι του 26% του Α. Σογιάνογκλο που θεωρείται φίλα προσκείμενος στη ρωσική ηγεσία. Οι δύο αντίπαλοι θα λύσουν τις διαφορές τους στον δεύτερο γύρο που θα πραγματοποιηθεί στις 3 Νοέμβρη. Μαζί με την προεδρική, στήθηκε και κάλπη για το δημοψήφισμα υπέρ ή κατά της ενταξιακής πορείας της χώρας στην ΕΕ. Προφανώς η κάλπη αυτή στήθηκε σε μια προσπάθεια να εμπεδώσει η Σάντου την κυριαρχία της (και γενικότερα προκειμένου να εμπεδωθεί η ευρωαμερικάνικη κυριαρχία στη χώρα). Ωστόσο, το δημοψήφισμα με το ερώτημα αν πρέπει να ενταχθεί στο Σύνταγμα ο στόχος της ένταξης της χώρας στην ΕΕ είχε οριακή έκβαση. Ενδεικτικό του βαθιά πολωμένου πολιτικού σκηνικού και στη Μολδαβία (που αποτελεί ένα ακόμα θερμό πεδίο ιμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης Δύσης και Ρωσίας), είναι το γεγονός ότι το «ναι» επικράτησε με 50,46%, έναντι 49,54% του «όχι». Αξίζει να σημειωθεί πως το αποτέλεσμα καθόρισαν οι ψήφοι της διασποράς, όπου το «ναι» υπερίσχυσε του «όχι» με διαφορά 127.000!

Τα επιτελεία της Σάντου και οι δυτικοί προστάτες της που περίμεναν προφανώς μια άνετη νίκη του «ναι» και των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων έσπευσαν άμεσα να χύσουν το αντιρωσικό τους δηλητήριο. Ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου για θέματα εθνικής ασφάλειας, Τ. Κίρμπι, επενέβη κατά τις συνήθεις πρακτικές του ωμά στις εσωτερικές υποθέσεις της Μολδαβίας, τονίζοντας πως «η δημοκρατία της χώρας παραμένει ισχυρή, παρά την προσπάθεια της Ρωσίας να την υπονομεύσει». Στο ίδιο μήκος κύματος οι παρατηρητές του ΟΑΣΕ έσπευσαν να προεξοφλήσουν πως οι προεκλογικές εκστρατείες αμαυρώθηκαν από ξένη παρέμβαση και ενεργητικές προσπάθειες παραπληροφόρησης. Τα περί «επίθεσης στη δημοκρατία» αναμάσησε και η Σάντου η οποία σε ένα παραλήρημα χαρακτήρισε τους αντιπάλους της ούτε λίγο ούτε πολύ «εγκληματίες». Σύμφωνα με την εκλεκτή του ευρωαμερικάνικου ιμπεριαλισμού «εγκληματικές ομάδες, συνεργαζόμενες με ξένες δυνάμεις εχθρικές προς τα εθνικά μας συμφέροντα, έχουν επιτεθεί στη χώρα μας με δεκάδες εκ. ευρώ, ψέματα και προπαγάνδα». Η Σάντου κατήγγειλε επίσης πως περίπου 300.000 ψηφοφόροι εξαγοράστηκαν σε μια απάτη πρωτοφανούς κλίμακας. Μες στην καταγγελτική της φούρια παρέλειψε ωστόσο να πει πως τους μήνες πριν τις εκλογές εντάθηκαν οι ωμές επεμβάσεις αμερικανονατοϊκών με στόχο «το δυνάμωμα της δυτικής επιρροής στη χώρα». Πράγματι, δυτικοί αξιωματούχοι αλώνιζαν και αλωνίζουν στη Μολδαβία, όπως η Φον Ντερ Λάιεν, ανακοινώνοντας πακέτο στήριξης ύψους 1,8 δισ. ευρώ. Στον αντίποδα, η Ρωσία αρνείται τις καταγγελίες. Στα πλαίσια αυτά ο Ν. Πεσκόφ έκανε λόγο για «τεχνητή αύξηση των ψήφων» που έλαβε η Σάντου και το «ναι». Ανέφερε ότι στελέχη της αντιπολίτευσης «διώχθηκαν, μπήκαν φυλακή, ανακρίθηκαν, δεν τους επετράπη η είσοδος στη χώρα. ΜΜΕ έκλεισαν, οι διαδικτυακές πηγές μπλοκαρίστηκαν».