Έφυγε από τη ζωή τη Δευτέρα, 2 Νοέμβρη και κηδεύτηκε στα Ανώγεια την Τρίτη, 3 Νοέμβρη, ο παλαίμαχος αγωνιστής του κομμουνιστικού κινήματος Γιάννης Καλομοίρης στην ηλικία των 85 ετών, παίρνοντας μαζί του το φορτίο μιας αξιοπρεπούς, τίμιας και συνάμα πικρής ζωής και σηκώνοντας από την παιδική του ηλικία, με αξιοπρέπεια, σθένος και αντοχή, το βάρος μιας κατατρεγμένης και χτυπημένης από τα βόλια του εμφυλίου οικογένειας. Μιας οικογένειας που μέτρησε δυο νεκρούς την ίδια ημέρα στο πεδίο της τιμής το 1947 στο οροπέδιο «Νίδα» του Ψηλορείτη, δυο παλικάρια: τον αγωνιστή και μέλος του επαναστατικού ΚΚΕ και της ΟΠΛΑ Μπάμπη και τον αμούστακο ακόμα Αποστόλη που υπερασπίστηκαν με αυταπάρνηση τα επαναστατικά λάβαρα απέναντι στις φασιστικές σημαίες και στάθηκαν με απαράμιλλη γενναιότητα μπροστά στην έφοδο των ταγμάτων ασφαλείας, ποτίζοντας με το αίμα τους τον αγώνα για το «ψωμί, το δίκιο και τη λευτεριά του λαού»
Ως μικρότερος αδελφός του πρωτοπόρου Μπάμπη Καλομοίρη, ο Γιάννης τίμησε με τον αγώνα και τη στάση του τις κομμουνιστικές ιδέες, έζησε με… το φωτοστέφανο της παλικαριάς του μεγάλου αδελφού, αλλά και με τον κρυφό πόνο του κατατρεγμού και του ….πολιτικού στιγματισμού όλων των μελών της πολυμελούς οικογένειας του, που -παρά τις κακουχίες και τις στερήσεις- δεν έσκυψε ποτέ το κεφάλι, αλλά αντιμετώπισε όρθια όλα τα χτυπήματα της ζωής.
Πριν φύγει οριστικά από τη ζωή, ο Γιάννης Καλομοίρης έπραξε το καθήκον του έναντι του νεκρού πρωταγωνιστή αδελφού Μπάμπη, αναλαμβάνοντας την πρωτοβουλία για το στήσιμο της προτομής του στη γειτονιά που γαλουχήθηκε. Στην εκδήλωση τιμής που διοργανώθηκε πριν δυο χρόνια γι’ αυτόν το μαχητή του ΚΚΕ, του ΔΣΕ και της ΟΠΛΑ αναλάβαμε την κεντρική εισήγηση, μετά από πρόσκληση του ίδιου του Γιάννη, ενώ μαζική ήταν η συμμετοχή όλων των Ανωγειανών.
Αντίστοιχη μαζικότητα είχε και η κηδεία του εκλιπόντα Γιάννη την περασμένη Τρίτη, σημάδι πως το λαϊκό κριτήριο και η μνήμη δε λαθεύει και στις δύσκολες μέρες που διανύουμε.
Στην κηδεία, όπως είχαμε ιδεολογικό και ηθικό χρέος, απευθύναμε τον παρακάτω αποχαιρετισμό στο σύντροφο.
Αποχαιρετισμός από την Αρετή Σπαχή
«Το νόημα είναι κάθετο, μια γραμμή στεριωμένη στο χώμα
ανηφορίζοντας στον ουρανό, όπως ένα μαχαίρι
στεριωμένο στο ψωμί, όπως η απόφαση της δικαιοσύνης
στεριωμένη στην καρδιά του αδικημένου…»
Με αυτά τα λόγια του ποιητή, διαλέγω να σε αποχαιρετήσω, Γιάννη Καλομοίρη, Γιάννη του Σπυριδάκη, γείτονα, φίλε, σύντροφε, που με το θάνατό σου παίρνεις μαζί σου παράπονα, μυστικά, πόνους, σκληρές εικόνες αδικίας, μα και ένα μοναδικό αίσθημα περηφάνειας και τιμιότητας. Αίσθημα που άφησαν στην ψυχή και τη συνείδησή σου όχι μόνο οι «σκοτωμένοι στον αγώνα / για λευτεριά και δίκιο στον αιώνα», οι αδικοχαμένοι αδελφοί Μπάμπης και Αποστόλης, αλλά όλα τα πρόσωπα της οικογένειας σου. Της φτωχής και σεμνής οικογένειας που έμαθε να αντιμετωπίζει τη σκληρότητα της ζωής, με σθένος και ανυποχώρητο θάρρος. Να διεκδικεί το δικαίωμα στο ψωμί και τη σκέψη, την επικοινωνία και τη συντροφιά, με χέρια καθαρά και βλέμμα σεβασμού σε όλα τα ηθικά μεγέθη που κρατούν τούτο τον κακοτράχαλο τόπο, αυτή την ατίθαση κοινωνία -στα οκτακόσια μέτρα του Ψηλορείτη- όρθια κι ανυπότακτη. Έτοιμη να υπερασπιστεί «τα ιερά και τα όσιά της», με βαρύ το τίμημα στις πλάτες της πρωτοπορείας της. Ένα τίμημα που, αν και η επίσημη ιστορία πεισματικά αρνείται να αναγνωρίσει, ωστόσο είναι βαθιά ριζωμένο στην ψυχή και τη μνήμη των απλών ανθρώπων, των πραγματικών συνεχιστών της βαριάς και ωραίας κληρονομιάς της αντίστασης στο άδικο και το καταπιεστικό. Γι’ αυτό το λόγο, όχι μόνο δεν αφανίζεται και δεν περιθωριοποιείται, αλλά αντιθέτως αφήνει το δικό του ανεξίτηλο αποτύπωμα στις ανεπίσημες σελίδες της καθημερινής ζωής και δραστηριότητας, σε αυτές που γράφουν την πραγματική ιστορία αυτού του τόπου και του λαού του. Γιατί είναι το τίμημα που αντανακλά τον παλμό της συλλογικής ψυχής και είναι δεμένο με το όνειρο της «καλύτερης μέρας», με τη μύχια και άρρητη, για πολλούς λόγους, επιθυμία «για μια θέση στον ήλιο», για μια ζωή με δικαιώματα, με ψωμί κι αξιοπρέπεια, με ανοιχτό στον ορίζοντα το βλέμμα, χωρίς φόβο κι ανασφάλεια.
Κουβαλώντας στην ψυχή σου, σύντροφε Γιάννη, όλο αυτό το βαρύ κι ωραίο φορτίο της αντίστασης στην αδυσώπητη και σταθερή παρουσία της στέρησης, ιδιαίτερα «τα πέτρινα χρόνια», αλλά και γαλουχημένος με τις αρχές της πολιτισμένης συμπεριφοράς, κατάφερες να μετατρέψεις, όπως κι όλα τα αδέλφια σου, τον πόνο σε δύναμη ψυχής κι αξιέπαινη αντοχή, που πηγάζει από τη βαθιά συνείδηση της αξίας και του κόστους ενός αγώνα που ανοίγει το δρόμο, για «ν’ ανατείλει ο σταρένιος ήλιος του ψωμιού σε κάθε τραπέζι». Έτσι, ο πόνος σου δε βρήκε ποτέ διέξοδο στην κατήφεια, στην αποξένωση και την κοινωνική αποστασιοποίηση. Αντίθετα, μετουσιώθηκε σε δύναμη πολιτισμένης επικοινωνίας και, κατά κανόνα, εύθυμης συναναστροφής με τους συγχωριανούς, τους φίλους, τους συντρόφους, τους οικείους, αλλά και με τους αντιπάλους. Γιατί αισθανόσουνα πολύ βαθιά στην ψυχή σου τα λόγια του ποιητή
«Είμαι κομμουνιστής Είμαι αγάπη
απ’ την κορφή ως τα νύχια, αγάπη θα πει βλέπω, σκέφτομαι, κατανοώ..,
θα πει… το φως που πλημμυρίζει».
Αυτό το φως σε έκανε να πορευτείς με το κεφάλι ψηλά και την ψυχή γεμάτη.. Σε έκανε να ζήσεις ισόρροπα κι αρμονικά με τους γονείς και όλα σου τα αδέλφια, αλλά και με τη γυναίκα σου, τη Βαγγελιώ που στάθηκε στο πλευρό σου, μεγαλώνοντας με γερές αρχές τη μοναχοκόρη σου τη Χαρά. Τη Χαρά που ήταν το καμάρι της ψυχής σου και, όπως δηλώνει το όνομά της, στάθηκε το σύμβολο και η κύρια πηγή της χαράς στη ζωή σου, συντροφεύοντάς σε μέχρι σήμερα, μαζί με το σύζυγό της, με αγάπη, προσήλωση και φροντίδα, ιδιαίτερα στα πολλά και δύσκολα χρόνια της μοναξιάς που συνόδευσε την πρόωρη χηρεία σου.
Στη μοναχοκόρη σου Χαρά, στο σύζυγό της, στην αδελφή σου Ρηνιώ και στα παιδιά της, σε όλους τους οικείους σου, εύχομαι να βρουν το κουράγιο να σηκώσουν το βάρος αυτού του οριστικού αποχαιρετισμού.
Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάσει.