Με την παραίτησή του από την Κοινοβουλευτική Ομάδα και το βουλευτικό του αξίωμα, ο τέως βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Θέμης Χειμάρας ουσιαστικά παραδέχτηκε τις δοσοληψίες που είχε η εταιρεία του με το ελληνικό δημόσιο. Ειδικότερα, πάνω από 400.000 ευρώ φαίνεται να έχει εισπράξει από τα ταμεία του Δημοσίου ο εν λόγω βουλευτής από το 2019 μέχρι σήμερα, στη βάση σύναψης συμφωνιών μέσω της εταιρείας χαρτικών, στην οποία -μέχρι και μια μέρα πριν την παραίτησή του- διατελούσε πρόεδρος. Χαρακτηριστική υπήρξε η σιωπή από τη Νέα Δημοκρατία, η οποία, μάλιστα, δε δίστασε σε πρώτη φάση να προσπαθήσει να καλύψει το βουλευτή της, με την επίκληση σαθρών επιχειρημάτων, όπως ότι «η παραίτηση Χειμάρα από την εταιρεία (που στον τίτλο της φέρει το επώνυμο του βουλευτή!) αποδεικνύει την αθωότητά του». Η επίκληση του επιχειρήματος από την πλευρά της ΝΔ πως δε δικαιούται ο ΣΥΡΙΖΑ να μιλά για «δοσοληψίες βουλευτών με το δημόσιο, αφού επί διακυβέρνησής του, αντίστοιχες πρακτικές υιοθέτησαν κεντρικά του στελέχη, όπως ο Αλέκος Φλαμπουράρης», όχι μόνο δεν αποτελεί απάντηση, αλλά στην πραγματικότητα αναδεικνύει το βάθος του πολιτικού βούρκου και την έκταση της σήψης του αστικού πολιτικού συστήματος.
Σε συνέχεια του σκανδάλου Πάτση, αυτή τη φορά ένας άλλος βουλευτής της ΝΔ κατηγορείται για οικονομικές συναλλαγές με το Δημόσιο, βαθαίνοντας την πολιτική κρίση στην οποία βρίσκεται το κυβερνών κόμμα, εξαιτίας -πέρα από τα οικονομικά σκάνδαλα των βουλευτών της- των αντεργατικών και αντιλαϊκών της μέτρων, καθώς και του σκανδάλου των υποκλοπών και των παρακολουθήσεων. Φυσικά το ζήτημα δεν είναι απλά η παραβίαση της συνταγματικής πρόβλεψης για το ασυμβίβαστο της βουλευτικής ιδιότητας με τις οικονομικές δοσοληψίες με το κράτος, αλλά η προσπάθεια συγκάλυψης που επιχειρήθηκε αρχικά για να καλύψει το γεγονός πως η κυβέρνηση δίνει δημόσιο χρήμα σε εταιρείες που διαθέτουν στελέχη της. Χρήματα που έχει υφαρπάξει μέσω των άδικων φόρων από τον ιδρώτα και το μόχθο του λαού. Και όλα αυτά, στο φόντο του σκανδάλου Καϊλή, που δείχνει πως το βαρέλι των αστών πολιτικών δεν έχει πάτο.
Την ίδια στιγμή που ο λαός μετράει και το τελευταίο ευρώ, που αγωνιά για το πώς θα βγάλει το μήνα, πώς θα πληρώσει το ρεύμα και το νοίκι, η ύπαρξη τέτοιων σκανδάλων αποτελεί πρώτα απ’ όλα πρόκληση για τους εργαζόμενους που στενάζουν κάτω από το βάρος της πολιτικής της ακρίβειας, της φτώχειας και της ανεργίας. Τέτοια φαινόμενα πολιτικής παρακμής αποτελούν συστατικά στοιχεία του αστικού πολιτικού κόσμου και των ΜΜΕ που τον στηρίζουν. Και κανένα πρόβλημα δεν έχουν κάθε φορά να θυσιάζουν Ιφιγένειες στον βωμό της διατήρησης της εξουσίας τους, ακόμη και αν αυτές οι Ιφιγένειες παρουσιάζονταν μέχρι και λίγο καιρό πριν σαν «άφθαρτοι και νέοι πολιτικοί, μακριά και έξω από τις παθογένειες του παρελθόντος»…