Υποταγή στην εργοδοσία, αποσπασματική και εφήμερη γνώση, ελαστικά εργαζόμενους, πανεπιστήμιο-έρμαιο στις επιταγές του κεφαλαίου ζητά ο ΣΕΒ σε έκθεσή του για την αγορά εργασίας και το ρόλο της πρακτικής άσκησης των φοιτητών.
Πίσω από την ωραιοποιημένη εικόνα που επιχειρεί να παρουσιάσει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών για τη στοχοθεσία των σχεδιασμών που προωθεί, αποκαλύπτεται ο σχεδιασμός του μεγάλου κεφαλαίου για τα χαρακτηριστικά του εργατικού δυναμικού, διαρκώς «καταρτιζόμενου», με γνώσεις που υπηρετούν αποκλειστικά τις ανάγκες της αγοράς και των μονοπωλίων.
Πίσω από τη «συνεργασία» πανεπιστημίων και επιχειρήσεων και την «ομαλή μετάβαση» των νέων από την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση στην αγορά εργασίας αποκαλύπτεται η «αντιστοίχιση των προσόντων των ασκούμενων με τις ανάγκες της επιχείρησης», η «δυνατότητα εναλλαγής αντικειμένων κατά τη διάρκεια της πρακτικής άσκησης», ενός συνεχώς καταρτιζόμενου δηλαδή φοιτητή ή σπουδαστή με γνώσεις που να υπηρετούν το μεγάλο ιδιωτικό κεφάλαιο και όχι τις ανάγκες της κοινωνίας.
«Η πρακτική άσκηση παρέχει στις επιχειρήσεις τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν νέες γνώσεις, δεξιότητες και καινοτόμες ιδέες, που μεταφέρουν οι φοιτητές μέσα από τη στενή επαφή τους με την ακαδημαϊκή και ερευνητική κοινότητα», διατείνεται ο ΣΕΒ στην έκθεσή του, ζητώντας ουσιαστικά να μετακυλιστεί το κόστος της έρευνας και της βελτίωσης της παραγωγής αποκλειστικά στα πανεπιστήμια, μετατρέποντάς τα έτσι σε παραρτήματα των επιχειρήσεων.
Τα δε προγράμματα σπουδών εργαλειοποιούνται με τέτοιο τρόπο που να υπηρετούν μια συγκεκριμένου τύπου «κατάρτιση» εργαζομένων, με αποσπασματικές και συγκεκριμένες γνώσεις που να εφαρμόζονται σε συγκεκριμένους τομείς και για συγκεκριμένο διάστημα. Στην πραγματικότητα, καταργείται η σφαιρική και συνολική γνώση του φοιτητή και του σπουδαστή πάνω στο εκάστοτε επιστημονικό αντικείμενο και επάγγελμα και αντικαθίσταται με «δεξιότητες» και «προσόντα» που αποκτούνται αποσπασματικά.
Όλα αυτά μάλιστα σε μια περίοδο που η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει ψηφίσει σειρά αντιδραστικών νόμων σε όλες της βαθμίδες της Εκπαίδευσης, ενώ παράλληλα ετοιμάζει ένα νομοσχέδιο-έκτρωμα για τα εργασιακά που καταργεί το οκτάωρο, περιορίζει δραστικά το δικαίωμα στην απεργία και παίρνει πίσω τις κατακτήσεις του εργατικού κινήματος που μετρούν ολόκληρο αιώνα.
Ο ΣΕΒ δε ζητά απλά επέκταση της πρακτικής άσκησης, ουσιαστικά απλήρωτης εργασίας των φοιτητών τους οποίους οι εργοδότες χρησιμοποιούν για να καλύψουν κανονικές θέσεις εργασίας, αλλά παράλληλα απαιτεί «εφαρμογή της πρακτικής άσκησης, με σταθερή χρηματοδότηση και με κίνητρα για τις επιχειρήσεις», όπως επίσης και «συνεργασία» του κράτους με τις επιχειρήσεις, προκειμένου το κεφάλαιο να επιβάλλει τους όρους του και το ρυθμιστικό πλαίσιο των πρακτικών.
Η έκθεση του ΣΕΒ εστιάζει ιδιαίτερα στην πρακτική σχολών Οικονομικών Επιστημών/Διοίκησης Επιχειρήσεων, Πληροφορικής και Επιστημών Μηχανικής, τομείς που έχουν μπει στο στόχαστρο του ντόπιου και ξένου κεφαλαίου και διαφημίζονται από την κυβέρνηση ως οι «επενδύσεις» που θα «σώσουν» και θα «εκσυγχρονίσουν» τη χώρα.
Παράλληλα, η έκθεση μετακυλίει την πιστοποίηση της πρακτικής, μέρους δηλαδή των σπουδών των φοιτητών, στις επιχειρήσεις και όχι στα ίδια τα Πανεπιστήμια και στους δημόσιους φορείς πιστοποίησης, μέσω ενός προτεινόμενου και εσκεμμένα «θολού» πλαισίου που προτείνει «επόπτες», «αξιολογήσεις» και συνεχείς «ενημερώσεις», «συναντήσεις με «επόπτες» και στελέχη επιχειρήσεων, στοχεύοντας παράλληλα στη δημιουργία ενός κλίματος και μιας λογικής πειθάρχησης και ενός εργαζόμενου καθυποταγμένου. Ουσιαστικά, η πρακτική άσκηση των φοιτητών αντιμετωπίζεται ως μια «πρόβα» πριν την ένταξή τους στην παραγωγική διαδικασία, ως μια φθηνή λύση εξεύρεσης εργατικού δυναμικού για τις επιχειρήσεις.
Επιπλέον, ο ΣΕΒ δεν εισηγείται αύξηση της πληρωμής των «πρακτικάριων» ή και γενικότερα πληρωμής της πρακτικής, ούτε και ουσιαστικές σπουδές, επιστημονική γνώση και σε βάθος κατάρτιση πάνω στα γνωστικά αντικείμενα, παρά ζητά μια πιο «οργανωμένη» και υποταγμένη στα συμφέροντα της εργοδοσίας διαιώνιση του έως τώρα υπάρχοντος εκμεταλλευτικού πλαισίου που να ανταποκρίνεται στις νέες επιταγές της «αγοράς», με βασικό γνώμονα το κέρδος των επιχειρήσεων.
Τέλος, οι συγκεκριμένες προτάσεις του ΣΕΒ δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ξέχωρα από την ελάχιστη βάση εισαγωγής που προβλέπει ο νέος νόμος Κεραμέως για την εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και το «διπλό μηχανογραφικό», καθώς και όλο το πλαίσιο της αντι-εκπαιδευτικής «μεταρρύθμισης» που προωθείται τον τελευταίο χρόνο. Μέτρα που επί της ουσίας δημιουργούν πελατεία για τα κολέγια και τις ιδιωτικές δομές εκπαίδευσης (ΙΕΚ κλπ.), με αντικείμενα σπουδών που, στη συντριπτική τους πλειονότητα, απαιτούν πρακτική άσκηση.
Έτσι, μπορεί να καταλάβει κανείς τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση Μητσοτάκη και η εργοδοσία αντιμετωπίζουν την εκπαίδευση και τη σχέση της με την αγορά εργασίας.
Μεγάλο κεφάλαιο και κυβέρνηση έχουν εξαπολύσει, με αφορμή την πανδημία, μία ευρεία επίθεση στα εργασιακά και μορφωτικά δικαιώματα του λαού και της νεολαίας. Σειρά κατάπτυστων νόμων για τους εργαζόμενους, τους μαθητές και τους φοιτητές προωθούν μία ευρύτερη στρατηγική της εργοδοσίας για την περαιτέρω ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας και τον φτηνό, ευέλικτο, μερικώς καταρτισμένο και ανειδίκευτο επί της ουσίας εργαζόμενο, πειθήνιο, που δεν εγείρει απαιτήσεις.